Ερώτηση κρίσεως: Την υπανάπτυξη μιας κοινωνίας την τεκμηριώνουν ασφαλέστερα οι υψηλοί δείχτες διαφθοράς ή οι πολύ χαμηλοί δείχτες νοητικής καλλιέργειας;
Για τη διαφθορά οι δείχτες προκύπτουν από στατιστικές μετρήσεις: Πόσες περιπτώσεις χρηματισμού κομμάτων ή πολιτευτών ή κρατικών λειτουργών έρχονται στο φως ως «σκάνδαλα» μέσα σε ένα χρόνο. Και πόσο ποσοστό πολιτών δηλώνει στους δημοσκόπους ότι δωροδόκησε δημόσιο υπάλληλο για να παραβιάσει ατιμώρητα τον νόμο ή έστω για να κάνει τη δουλειά του. Οι στατιστικές κατατάσσουν την Ελλάδα τέταρτη σε επιδόσεις διαφθοράς από όλες τις κοινωνίες του πλανήτη – οι τρεις που προηγούνται είναι λατινοαμερικανικές.
Οι δείχτες νοητικής καλλιέργειας είναι πιο δυσπρόσιτοι σε μετρήσεις. Απογράφεται συνήθως το ποσοστό των «λειτουργικώς αναλφαβήτων» σε μια χώρα: των ανθρώπων που έχουν τελειώσει κάποιες τάξεις σχολείου ή και στο σύνολό της την «υποχρεωτική» εκπαίδευση, αλλά δεν ξέρουν ανάγνωση και γραφή ή δυσκολεύονται τόσο, ώστε να τις αποφεύγουν. Καταμετρούν επίσης οι στατιστικές το ποσοστό των ανθρώπων που δεν καταλαβαίνουν το κύριο άρθρο μιας εφημερίδας ή δεν προλαβαίνουν να κατανοήσουν τους υπότιτλους (στη μητρική τους γλώσσα) σε μια ξενόγλωσση ταινία.
Στην Ελλάδα καταμέτρηση (με επιστημονική εγκυρότητα) των λειτουργικώς αναλφαβήτων μάλλον δεν έχει γίνει ποτέ. Η VPRC έχει καταμετρήσει ότι το 65,8% του ελλαδικού πληθυσμού δεν διαβάζει ούτε ένα βιβλίο τον χρόνο, το 39% ούτε και εφημερίδα και στην ελλαδική επικράτεια ο μέσος όρος τής κατ’ άτομο τηλεθέασης ημερησίως είναι τέσσερις (4) ώρες («Κ» 4/12/05). Τα στοιχεία είναι ανεπαρκέστατα και δίχως επαρκή στοιχεία σε αυτό τον τομέα είναι κωμικό να συζητάμε για σχεδιασμούς ανάπτυξης, προγραμματισμούς παραγωγικότητας, μεταρρυθμίσεις και εκσυγχρονισμό του κρατικού μηχανισμού.
Με ένα μικρό μέρος του πακτωλού των χρημάτων που διαθέτουν συνεχώς τα κόμματα για να παρακολουθούν τις μεταβολές και την αυξομείωση προτιμήσεων του εκλογικού «σώματος» θα μπορούσαν να συναχθούν επιστημονικής εγκυρότητας δείχτες της νοητικής καλλιέργειας των Ελλαδιτών σήμερα. Αλλά μια τόσο ρεαλιστική αυτογνωσία είναι ζήτημα αν την αντέχει η ελλαδική κοινωνία. Και είναι κυρίως τα κόμματα που δεν θα ήθελαν ποτέ να έρθουν στο φως τα αποτελέσματα τέτοιων καταμετρήσεων.
Δεν θα το ήθελαν, διότι: Πρώτον, έχουν την κεντρική ευθύνη για το επίπεδο σήμερα της σχολικής και πανεπιστημιακής εκπαίδευσης. Δεύτερον, αν οι πολίτες με καλλιεργημένη σκέψη και κρίση αποδειχθούν κρίσιμη για το εκλογικό αποτέλεσμα μάζα, τότε η «επικοινωνιακή» αποκλειστικά λογική λειτουργίας των κομμάτων θα καταρρεύσει· θα πρέπει να αλλάξει ριζικά ο πολιτικός λόγος, μηχανισμοί, δομές και λειτουργίες των κομμάτων, να υπάρξουν ρεαλιστικά πολιτικά προγράμματα – κοντολογίς να ανασυνταχθεί εκ βάθρων το πολιτικό σύστημα. Τρίτον, όλος ο τεράστιος μηχανισμός που έχουν στήσει τα κόμματα για τη μεθοδική εξηλιθίωση των μαζών (κρατικός τζόγος, συστηματική προαγωγή της κρετινικής «ποδοσφαιροφιλίας», δαψιλώς επιδοτούμενη ευτέλεια των ιδιωτικών καναλιών) ενδέχεται να αποκαλυφθεί, να ξεγυμνωθούν οι στόχοι του, να λειτουργήσει ως ψηλαφητό τεκμήριο του αντικοινωνικού ρόλου των κομμάτων.
Το επιχείρημα ότι οι πρακτικές αυτές αποχαύνωσης των μαζών ασκούνται σε πολλές σήμερα «αναπτυγμένες» κοινωνίες, είναι επιπόλαιη υπεκφυγή: Διότι δεν είναι ίδια παντού τα κοινωνικο-πολιτικά δεδομένα, υπάρχουν κοινωνίες με ισχυρές εξασφαλίσεις ιστορικής επιβίωσης, όπου ποικίλες ελίτ πηδαλιουχούν τον δημόσιο βίο και η μεθοδική εξηλιθίωση των αφελών απλώς διευκολύνει την ολιγαρχία και τις στοχοθεσίες της. Αλλά ο Ελληνισμός επιβίωσε μέσα στην Ιστορία μόνο χάρη στην πρόταση πολιτισμού που κόμιζε και που ενδιέφερε πανανθρώπινα, πρόταση που γεννιόταν και ανανεωνόταν από μια συλλογικότητα με εκπληκτικό επίπεδο πνευματικής καλλιέργειας – η γλώσσα και μόνο μαρτυρεί την καθολικότητα της καλλιέργειας.
Γι’ αυτό και μια απογραφή του επιπέδου νοητικών και κριτικών ικανοτήτων του ελλαδικού πληθυσμού σήμερα, είναι ανάγκη περισσότερο επείγουσα από οποιοδήποτε άλλο κοινωφελές έργο. Η αποκάλυψη της πραγματικότητος ενδέχεται να προκαλέσει σοκ, να λειτουργήσει σαν καταλύτης κοινωνικο-πολιτικής ανασύνταξης τόσο αποφασιστικός, όσο θα ήταν ίσως και ο εδαφικός διαμελισμός του κράτους. Για τον λόγο ακριβώς αυτόν το εγχείρημα μιας τέτοιας απογραφής μόνον ιδιώτες μπορούν να το τολμήσουν – κάποιο Ιδρυμα ισχυρό οικονομικά, με αποδεδειγμένη φιλοπατρία εντοπισμένη στη δυναμική του πολιτισμού και όχι του εθνικισμού, Ιδρυμα αδιάφθορο από σκοπιμότητες οικογενειοκρατίας.
Απαιτείται πολυμερές πρόγραμμα στελεχωμένο με εξειδικευμένους ερευνητές και προσωπικό έμπειρων δημοσκόπων – έτσι μοιάζει. Να μπορέσουν να καταμετρήσουν, σε αντιπροσωπευτικά δείγματα πληθυσμικών ομάδων, το επίπεδο νοητικής και κριτικής καλλιέργειας. Των χιλιάδων, λ. χ., που παραληρούσαν τις προάλλες στο αεροδρόμιο για την άφιξη επιδέξιου ποδοσφαιριστή, αγορασμένου στην ελεύθερη σωματεμπορία την αποκαλούμενη «μεταγραφές». Με αντίτιμο που θα αρκούσε να εξανθρωπίσει τη βαναυσότητα των χώρων νοσηλείας μεγάλου ελλαδικού νοσοκομείου.
Να καταμετρήσουν και διαβαθμίσουν τη νοημοσύνη του συρφετού των κάθε απόχρωσης οπαδών, που εξακολουθούν να χοροπηδάνε διατεταγμένα κάτω από τα μπαλκόνια των επαγγελματιών της εξουσίας, με πλαστικές σημαιούλες, εθελόδουλοι, κρετινικής μονοτροπίας. Να βυθομετρήσουν το έρεβος αλογίας της τεράστιας (όπως μοιάζει) πληθυσμικής μάζας, που παραιτημένη από κάθε δημιουργική φιλοδοξία ζει μόνο για να ποντάρει στα παραισθησιογόνα του κρατικού τζόγου με παθολογική αβουλία και μονομανή εξάρτηση.
Η διερεύνηση απαιτεί ιδιάζουσα ευφυΐα και κατάρτιση προκειμένου να ανιχνευτούν δείχτες νοητικής και κριτικής επάρκειας «ηγετικών» ομάδων της ελλαδικής κοινωνίας σήμερα. Των αρχαιολόγων, λ. χ., που είχαν συντάξει τους αφόρητης κενολογίας σχολιασμούς των ΜΜΕ για τα εγκαίνια της νεοπλουτίστικης αρχιτεκτονικής βλασφημίας, οιηματικά αδιάντροπης, απέναντι στον ιερό βράχο της Ακρόπολης των Αθηνών.
Να κριθούν οι αυτουργοί της κενολογίας με ερωτήματα στοιχειώδους λογικής: Γιατί «ιερός» ο βράχος της Ακρόπολης, ποια η σχέση της «ιερότητας» με το «αληθές» και του «αληθούς» με το «κάλλος» για τους Ελληνες, γιατί «άγαλμα» (πρόξενος αγαλλίασης) το έργο της Τέχνης και πόσο είναι έγκλημα κατά της ανθρωπότητας να εκθέτεις σήμερα αυτά τα ιλιγγιώδη επιτεύγματα του «αθλήματος αληθείας» με προτεραιότητες όχι σεβασμού της ιερότητας, αλλά χυδαίου εντυπωσιασμού των άσχετων και υποταγή στις απαιτήσεις των show business.
Aνάλογα ερωτήματα να κρίνουν και τους βουλευτές, τους άρχοντες της κεντρικής και κάθε τοπικής διοίκησης, τα σμήνη κάθε κομματικής καμαρίλας, τους ηγουμένους των κρατικών λειτουργημάτων. Αν η έρευνα διαψεύσει τις μελαγχολικές μας υποψίες, θα είναι πανήγυρις η χαρά. Αν αποδείξει εκβαρβαρισμένους τους σημερινούς ελληνώνυμους, και πάλι η αλήθεια θα είναι ιαματικότερη από τις ψευδαισθήσεις.
Αρκεί να βρεθεί ιδρυματικός φορέας να αναλάβει το εγχείρημα. Απροκατάληπτης φιλοπατρίας.
Αναδημοσίευση από την Kαθημερινή – Ημερομηνία δημοσίευσης: 05-07-09
.