Γράφει ο Ανδρέας Σταλίδης.
Με προτροπή ενός φίλου, διάβασα ένα σημείωμα από τον Ιούνιο του 2018, το οποίο παρέπεμπε σε αρκετούς γεωγραφικούς και εθνολογικούς χάρτες και του 18ου και 19ου αιώνα, καθώς και σε ένα βιβλίο του 1919 ενός αμερικανού Ιστορικού, το οποίο ανέφερε ότι στην Συνθήκη του Βουκουρεστίου η «Μακεδονία» μοιράστηκε σε τρία κράτη. Δεν το λέει έτσι ακριβώς, αλλά αυτό είναι το νόημα. Οι χάρτες είναι αποδεκτοί. Το πνεύμα του κειμένου όχι. Οι αντιρρήσεις μου είναι οι εξής:
Πρώτον, είναι πράγματι αποδεκτό ότι ορισμένοι χαρτογράφοι ή ιστορικοί χρησιμοποιούσαν το όνομα «Μακεδονία» για να περιγράψουν μία συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή. Αυτό δεν το αρνείται κανείς. Ταυτόχρονα όμως, είναι επίσης αποδεκτό ότι ουδέποτε χρησιμοποιήθηκε αυτός ο όρος επισήμως. Ο όρος «Μακεδονία» δεν αναφέρεται πουθενά στην Συνθήκη του Βουκουρεστίου, δεν αναφέρεται σε κανένα Οθωμανικό έγγραφο από τον 15ο ως τον 20ο αιώνα. Χρησιμοποιούσαν τα βιλαέτια (Θεσσαλονίκης, Μοναστηρίου, Αδριανούπολης, Κοσσυφοπεδίου). Το ότι σε 2-3 χάρτες του 18ου αιώνα αναγράφεται το όνομα «Μακεδονία» είναι επιλογή του χαρτογράφου. Το ότι ένας ιστορικός το 1918 (Handbook for the diplomatic history of Europe, Asia, and Africa, 1870-1914, σελίδα 440) αναφέρει ότι «η Ελλάδα πήρε εδάφη της νότιας Μακεδονίας από τη Συνθήκη του Βουκουρεστίου» είναι επιλογή του ιστορικού, επειδή ήθελε να δώσει ένα χρώμα στο κείμενό του. Οι χώρες οι οποίες υπέγραψαν την Συνθήκη μέσω των επισήμων αντιπροσωπειών τους δεν υπέγραψαν το κείμενο με την έννοια ότι «τώρα μοιράζουμε την Μακεδονία». Το αναμασούμενο επιχείρημα αρκετών είναι περίπου ότι «αποδεχτήκαμε το μοίρασμα της Μακεδονίας στα τρία με τα συγκεκριμένα ποσοστά, άρα δεν έχουμε μονοπώλιο στη Μακεδονία, άρα ας τους δώσουμε ένα σύνθετο όνομα». Ε λοιπόν ποτέ δεν αποδεχτήκαμε το μοίρασμα της Μακεδονίας στα τρία. Αποδεχτήκαμε τα σημερινά σύνορα, τα οποία ορίστηκαν από τις πόλεις, χωριά, ποταμούς, λίμνες και βουνά που αναφέρονται στην Συνθήκη. Επίσης, ακόμα και να είχαμε αποδεχτεί ότι κατοικούν σε ένα τμήμα της Μακεδονίας (πράγματι κατοικούν!), αυτό δεν τους δίνει δικαίωμα χρήσης του ονόματος για το κράτος τους, πόσο μάλλον για το έθνος τους! Εδώ η γέφυρα για τη δεύτερη αντίρρηση.
Δεύτερον, κανένας, μα κανένας από τους εθνολογικούς χάρτες που παρουσιάζονται στο κείμενο δεν αναφέρει «μακεδονική» εθνότητα, ούτε χρωματίζει διαφορετικά κάποια περιοχή ως περιοχή που κατοικείται από «Μακεδόνες». Εάν ίσχυε κάτι τέτοιο, τότε ακόμα και να δεχόμασταν ότι η Συνθήκη του Βουκουρεστίου διαμοίρασε μία υποτιθέμενη ευρύτερη, γεωγραφική, αόριστη «Μακεδονία» λέγοντας πολύ συγκεκριμένα «στην παρούσα συνθήκη διαμοιράζεται η Μακεδονία στις τάδε χώρες», θα χρησιμοποιούσε τον όρο με αυστηρή και απόλυτη περιγραφική έννοια περί των εδαφών, χωρίς δηλαδή να αποδίδει σ’ αυτήν χαρακτηριστικά κράτους ή έθνους. Αν, για παράδειγμα, διαμοιραστεί σε μία Συνθήκη το βουνό του Ολύμπου και γραφτεί ότι «οι Λαρισαίοι παίρνουν το 51% του Ολύμπου και οι Πιερείς το 38% και οι Κοζανίτες το 11%», δεν σημαίνει ότι κάποιος από τους τρεις δικαιούται να ονομαστεί Ολύμπιος. (πόσο μάλλον όταν δεν γραφτεί καν, και απλώς ένας ιστορικός 5 χρόνια μετά πρωτογράψει τα ποσοστά και τον όρο «Όλυμπος»).
Τρίτον, στην διεθνή βιβλιογραφία ο όρος έθνος έχει συγκεκριμένα χαρακτηριστικά. Δεν είναι λέξη που αποδίδεται έτσι εύκολα. Ουδέποτε υπήρξε στην Ιστορία έθνος «Μακεδόνων», κάτω από κανέναν ορισμό. Χιλιάδες βιβλία και εκατοντάδες ακαδημαϊκές έδρες ασχολούνται με τον «εθνικισμό», όχι με την λέξη-καραμέλα που ρίπτεται δεξιά κι αριστερά σε ιδεολογικούς αντιπάλους, αλλά με την επιστημονική εκδοχή του, δηλαδή με το φαινόμενο του έθνους. Στις πρώτες σελίδες αυτών των βιβλίων θα δούμε μία ποικιλία κριτηρίων για να γίνει αποδεκτός ο όρος έθνος για ένα συλλογικό υποκείμενο. Σε κανέναν από αυτούς τους ορισμούς, κανένας από αυτούς τους ειδικούς πολιτικούς επιστήμονες δεν θα δεχόταν ότι η πολιτική απόφαση, για πολύ συγκεκριμένα εθνικά συμφέροντα ενός κράτους πριν από μερικές μόνο δεκαετίες, συγκροτούν αρκετά στοιχεία ώστε να γίνει αποδεκτός ο όρος «μακεδονικό έθνος». Μέχρι και η συγκρότηση της ΕΜΕΟ (VMRO) το 1893 δεν μιλούσε για «Μακεδόνες» στο έθνος. Μιλούσε για την ανεξαρτησία των κατοίκων της Μακεδονίας ανεξαρτήτως εθνότητας, θρησκείας και γλώσσας. Απευθυνόταν σε όλους τους κατοίκους της Μακεδονίας και όχι στους Σλαβόφωνους μόνο.
Τέταρτον, ομοίως και για τον όρο γλώσσα. Να διακρίνουμε λοιπόν τους φιλολόγους από τους γλωσσολόγους. «Μακεδονική γλώσσα» δεν υφίσταται. Πρόκειται για τεχνητό δημιούργημα της ίδιας περιόδου από τον Τίτο, ώστε να καλυφθεί στο μέλλον ένα ακόμη κριτήριο συγκρότησης έθνους. Στο σημείο αυτό να πούμε και το εξής, διότι και ως προς αυτό υπάρχει είτε σύγχυση, είτε εσκεμμένη παραπληροφόρηση του ελληνικού λαού. Το σλαβικό ιδίωμα που μιλούσαν οι πληθυσμοί στη Μακεδονία στις αρχές του 20ου αιώνα ΔΕΝ είναι το ίδιο με την λεγόμενη «μακεδονική» γλώσσα που έφτιαξε ο Τίτο μετά το 1943. Δεν είναι το ίδιο. Ακριβώς επειδή δεν υπήρχαν γραπτά μνημεία του ιδιώματος αυτού, ενώ υπήρχαν πολλές ομοιότητες με τα βουλγάρικα (και τα σέρβικα), ο Τίτο εργάστηκε στην μορφοποίηση μίας γλώσσας, η οποία θα την διέκρινε όσο πιο πολύ γινόταν από αυτές, και ειδικά από τα βουλγάρικα. Έτσι, δημιούργησε στην γραπτή εκδοχή της γλώσσας ορισμένες τεχνητές διαφορές. Αυτές, πέρασαν απαρατήρητες από τους λιγοστούς σλαβόφωνους της Ελλάδας. Δεν τις γνώριζαν, δεν τις αντιλήφθηκαν. Η διάδοση του ιδιώματος αυτού από γενιά σε γενιά έγινε με βάση την προφορική διάλεκτο που μιλούσαν οι παππούδες τους πριν 100 χρόνια. Αυτός είναι ο λόγος, που ακόμα και όταν ο βουλευτής ΣΥΡΙΖΑ Φλώρινας βγήκε να πανηγυρίσει την ημέρα της υπογραφής του πλαισίου Συμφωνίας των Πρεσπών, εκτός του ότι ξεχνούσε («έτρωγε») ορισμένες λέξεις, μιλούσε λίγο διαφορετικά από τους ψευδο-«μακεδόνες» των Σκοπίων. Με κάθε επιφύλαξη, οι διαφορές του προφορικού ιδιώματος στην Ελλάδα με την επίσημη γλώσσα στα Σκόπια ίσως είναι μεγαλύτερες και από τις διαφορές μεταξύ της βουλγαρικής γλώσσας από την επίσημη γλώσσα στα Σκόπια.
Οι χάρτες του κειμένου
Χάρτης του 1771 (wikipedia)
Χάρτης του 1799 (wikipedia)
Χάρτης του 1855 (wikipedia)
Χάρτης του 1885 (wikipedia)
Χάρτης του 19ου αιώνα (1851)
Εθνολογικός χάρτης του 1847 (wikipedia)
Εθνολογικός χάρτης του 1882 (wikipedia)
Εθνολογικός χάρτης του 1893 (Cassel) – με ζωγραφισμένα τα σημερινά σύνορα
Εθνολογικός χάρτης του 1918 (wikipedia)