Εἶναι συνηθισμένο στίς μέρες μας νά καταφέρονται σχεδόν ὅλοι στό διαβρωμένο πολιτικό μας σύστημα. Λέω σχεδόν, γιατί ὑπάρχουν ἀρκετοί -κυρίως πολιτικοί- πού συναισθάνονται ὅτι εἶναι ἀχαριστία νά κατηγοροῦν ἤ ἔστω νά κρατοῦν ἀποστάσεις ἀπό τό σύστημα πού ὑπηρέτησαν καί τούς ἐξυπηρέτησε. Τουλάχιστον σέ αὐτό εἶναι συνεπεῖς. Ἀπό τούς ὑπόλοιπους, οἱ περισσότεροι ὄψιμα ἀνακάλυψαν τήν πραγματικότητα, τώρα πού τό ἐκ γενετῆς στρεβλό πολιτικό σύστημα ἔχασε καί αὐτή τή δημοκρατική ἐπίφαση πού τό συντηροῦσε στίς καθησυχασμένες, ἄν ὄχι κοιμισμένες, συνειδήσεις. Μόνο πού τώρα, καί ἐνῶ ἡ μεταπολιτευτική μας περιπέτεια ὁλοκληρώνει πιά τόν κύκλο της, εἶναι πλέον αἰσθητός ὁ κίνδυνος τοῦ ὁλοκληρωτισμοῦ, τό φάσμα τοῦ ὁποίου ἤδη πλανᾶται στήν Ἑλλάδα.
Αὐτό πού πέρα ἀπ’ τήν ἀνησυχία ἐπισύρει καί τήν ὀργή τῶν ὑγιῶς σκεπτομένων, εἶναι ἡ ἐπίκληση τῆς Ὀρθοδοξίας καί τοῦ Πατριωτισμοῦ τῶν Ἑλλήνων ἀπό τούς ὀπαδούς τοῦ ὁλοκληρωτισμοῦ. Ὁ ὁλοκληρωτισμός, βέβαια, ἔχει πολλά πρόσωπα, μᾶς ἔχει ταλαιπωρήσει συχνά καί συνήθως δέν παίρνουμε εἴδηση ἀπό πού καί πότε μᾶς προκύπτει. Στή συγκεκριμένη περίπτωση θά ἐξακολουθούσαμε νά τόν ἀντιμετωπίζουμε στό ἐπίπεδό της γραφικότητας τῶν ἀντιφάσεών του, ἄν ἡ σημερινή πολιτική, οἰκονομική καί κοινωνική συγκυρία δέν προσέφερε γόνιμο ἔδαφος γιά τήν ὑπερτροφική του ἀνάπτυξη. Φτάσαμε ἔτσι νά ἀκοῦμε ἀπό βουλευτή, ὅτι «ὅποιος δέν συμμορφώνεται μέ τή θρησκεία μας καί τό ἔθνος μας θά τρώει πόρτα…»
Διάβασα σέ ἕνα ἀξιόλογο ἄρθρο ὅτι, σύμφωνα μέ τίς ἀντιλήψεις τῶν ὀπαδῶν τοῦ ὁλοκληρωτισμοῦ, «Ὀρθοδοξία καί Ἑλληνισμός γίνονται ἕνα κλειστό σύμπαν, δογματικό καί ἄκαμπτο ὅπως τό Ἰσλάμ. Τό Ὀρθόδοξο «Τζιχάντ» θά ἔχει τόν πρῶτο λόγο σέ ὅποιον δέν συμμορφώνεται μέ τούς νόμους αὐτῆς τῆς ἐκδικητικῆς Ὀρθοδοξίας, θά ρίχνεται στήν πυρά. … Ἡ παράδοση πού ἡ προκλασική καί κλασική Ἑλλάδα δημιούργησε μαζί, ἀργότερα, μέ ἕναν ἀνοικτό καί τρυφερό Χριστιανισμό, σβήνεται ἀπό τόν κοινωνικό καί πολιτισμικό χάρτη τῆς Ἑλλάδας καί τῆς Δύσης».
Αὐτός ἀκριβῶς εἶναι ὁ τρόπος μέ τόν ὁποῖο ἀνέκαθεν μεταχειρίζονται, οἱ ὀπαδοί τοῦ ὁλοκληρωτισμοῦ, τήν Ὀρθοδοξία καί τόν ὑγιῆ πατριωτισμό. Αὐτά, καί τά δύο, μποροῦν ἐλεύθερα νά ὑπάρχουν -καί ὡς ἐπί τό πλεῖστον συνυπάρχουν- στή συνείδηση κάθε πολίτη αὐτῆς τῆς χώρας, φτάνει νά τά δέχεται ὅπως εἶναι, ἀνόθευτα καί ἀπαραχάρακτα, καί νά αἰσθάνεται ὅτι τόν ἐκφράζουν προσωπικά ὡς ὑπέρτατες ἀξίες. Ἐάν κάποιος δέν τά δέχεται ὅπως εἶναι καί προσπαθεῖ νά τά φέρει στά μέτρα του προκειμένου νά τά ἐπικαλεῖται, τότε ἁπλούστατα ἐξαπατᾶ τούς ἄλλους ἤ ἐξαπατᾶ τόν ἑαυτό του ἤ πιθανότατα καί τά δύο μαζί.
Αὐτό πού ζοῦμε στίς μέρες μας δέν εἶναι ἡ πρώτη ἀπόπειρα σφετερισμοῦ τῆς Ὀρθοδοξίας καί τοῦ Ἑλληνισμοῦ, στήν προσπάθεια ἀναζήτησης ἰδεολογικοπολιτικῶν ἄλλοθι, μέσω τῆς προσέλκυσης, τοῦ ἐγκλωβισμοῦ καί τῆς συνενοχοποίησης ἱκανῆς μερίδας πολιτῶν καί ψηφοφόρων. Ὅπως στό παρελθόν, ἔτσι καί τώρα, τά θύματα εἶναι πολυάριθμα. Οἱ πρῶτοι πού πέφτουν στήν παγίδα εἶναι οἱ «κνηθόμενοι τήν ἀκοήν». Ὅσοι δηλαδή ἀρκοῦνται στήν εὐχαρίστηση πού προκαλοῦν στά αὐτιά τους τά φαινομενικά «ἑλληνορθόδοξα» συνθήματα, χωρίς νά προχωροῦν στή διαδικασία τῆς νοητικῆς ἐπεξεργασίας καί τοῦ προβληματισμοῦ. Ὅπως δέν σκέπτονται καθόλου καί ὅσοι κινοῦνται ἀπό ἀντίδραση καί κυρίως ἀπό ἀπόγνωση. Ἀπόγνωση πού δέν ὀφείλεται μόνο στήν ἀπογοήτευση ἀπό τά λεγόμενα κόμματα ἐξουσίας, ἀλλά καί ἀπό τό σύνολο τῶν μικρότερων κομμάτων ὅλου τοῦ πολιτικοῦ φάσματος. Ἐάν τά πρῶτα εὐθύνονται γιά τήν κατάσταση πού τώρα βρισκόμαστε, τά δεύτερα εὐθύνονται γιατί δέν κατάφεραν, ἐδῶ καί σαράντα χρόνια, νά ἀναδειχθοῦν ὑπεύθυνες καί ἀξιόπιστες ἐναλλακτικές λύσεις γιά τούς πολίτες. Τό γιατί ἄς μή τό ρωτοῦν -ὅπως τό συνηθίζουν- στούς πολίτες. Ἄς τό ἀνακαλύψουν κάνοντας μέ γενναιότητα τήν αὐτοκριτική τους.
Ὅμως, ἐάν τά φθαρμένα ἕως διεφθαρμένα κόμματα μᾶς ἀπογοήτευσαν, ἐπειδή θεωροῦμε ὅτι μᾶς ἐξαπάτησαν, τότε τί θά πρέπει νά αἰσθανθοῦμε γι’ αὐτούς πού διακηρύσσουν τά παρακάτω: «Εἴμαστε Παγανιστές γιατί ἡ ὕπαρξίς μας σέβεται καί πορεύεται πάνω στούς τόνους τῆς μουσικῆς τῶν φυσικῶν νόμων…» «Εἴμαστε Ναζιστές, ἐάν αὐτό δέν σᾶς ἐνοχλεῖ, γιατί μέσα στό θαῦμα τῆς Γερμανικῆς Ἐπαναστάσεως τοῦ 1933 εἴδαμε τήν Δύναμι πού θά λυτρώση τήν ἀνθρωπότητα…»
Μέ γειά τους μέ χαρά τους, ἄς αὐτοπροσδιορίζονται ὅπως θέλουν. Στό κάτω-κάτω δέν μᾶς ἀφορᾶ καμιά τους ἰδιότητα. Πρόκειται, ὅμως, γιά τούς ἴδιους πού ταυτόχρονα ἐπικαλοῦνται καί ὑπεραμύνονται τῆς Ὀρθοδοξίας καί τοῦ πατριωτισμοῦ τῶν Ἑλλήνων. Τῆς Ὀρθοδοξίας, πού ἐδῶ καί δυό χιλιάδες χρόνια στηρίχθηκε καί στήριξε τόν ἑλληνισμό, ἐνῶ τό μόνο πού πολέμησε καί ξερίζωσε ἦταν ὁ παγανισμός. Καί τοῦ ἑλληνικοῦ πατριωτισμοῦ, πού ὁ πιό πρόσφατος ἐχθρός πού πολέμησε ἀντιστεκόμενος λυσσαλέα, ἦταν ὁ Ναζισμός.
Ἄν αὐτά, λοιπόν, δέν συνιστοῦν μία πελώρια ἀντίφαση καί μία καταφανῆ ὅσο καί χοντροκομένη προσπάθεια σφετερισμοῦ καί ἐξαπάτησης, τότε τί εἶναι; Ἄς ἀναρωτηθοῦν καί ἄς ψαχτοῦν αὐτοί πού πρέπει. Ἀλλά ἡ λύση γιά τήν ἀποφυγή τῆς Σκύλλας δέν εἶναι, σίγουρα, ἡ ἀγκαλιά τῆς Χάρυβδης.