Σε πρόσφατο άρθρο μας με τίτλο «Ο Μεγάλος Βεζίρης Μεσίχ Πασάς» (http://www.antibaro.gr/article/6988) και με αφορμή την ιστορία του Μεγάλου Βεζίρη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας Μεσίχ Πασά, ο οποίος ήταν εξισλαμισμένος ανιψιός του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου, προσεγγίσαμε αναλυτικά το δύσκολο ζήτημα του εξισλαμισμού και στη συνέχεια εκτουρκισμού μεγάλου μέρους του γένους μας (ευχόμαστε δε ο Θεός να τους αναπαύσει όλους και να συγχωρέσει τα λάθη τους). Οι επίγονοι λοιπόν αυτών των εξισλαμισμένων Ρωμηών αποτελούν σήμερα τον κορμό του αποκαλούμενου Τουρκικού έθνους. Αναφερθήκαμε εκτενώς στη μαζική, αυτόβουλη, θρησκευτική μεταστροφή συμπαγών Μικρασιατικών πληθυσμών πριν το σχηματισμό του Οθωμανικού κράτους και στο συστηματικό και οργανωμένο εξισλαμισμό των γηγενών πληθυσμών της Μικράς Ασίας και των Βαλκανίων καθ’ όλη τη διάρκεια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Ασχοληθήκαμε με το θέμα αυτό γιατί: (α) είναι εξαιρετικά επίκαιρο (βλ. Δυτ. Θράκη), (β) θα μάς βοηθήσει να αντιληφθούμε καλύτερα τη σημερινή πραγματικότητα στην Τουρκία και κυρίως (γ) θα μπορέσομε να αντλήσομε γνώση και να εξάγομε χρήσιμα συμπεράσματα από τα λάθη του παρελθόντος.
Στο ερώτημα λοιπόν γιατί υπήρξε η αρχική θρησκευτική μεταστροφή των Μικρασιατικών πληθυσμών, θα απαντούσαμε συνοπτικά αναφέροντας δύο κυρίως λόγους: (α) γιατί υπήρξε μια πολλαπλή αποκοπή της περιφέρειας από το κέντρο και (β) λόγω της πνευματικής ηγεμονίας του Ισλάμ στον χώρο αυτό κατά τη διάρκεια της συγκεκριμένης χρονικής περιόδου.
Η Κωνσταντινούπολη προοδευτικά απεκόπτετο από την περιφέρεια της. Τα αίτια πολλά: ακατάλληλοι ηγέτες, επιδεινούμενη οικονομική δυσπραγία, εσωτερικές έριδες, ενασχόληση μόνο με τα εντεινόμενα προβλήματα του κέντρου, και φυσικά η εξ αντικειμένου αδυναμία επαφής μετά την άλωση της από τους Φράγκους. Η πολυεπίπεδη αυτή αποκοπή (διοικητική, οικονομική, στρατιωτική, πνευματική κλ) οδήγησε σε συναισθηματική ψύχρανση και αγανάκτηση του λαού απέναντι και στην πολιτική και στη θρησκευτική ηγεσία του. Η κατάσταση δε συχνότατα επεδεινώνετο από τον αυταρχισμό που επεδείκνυε το κέντρο (βίαιες καταστολές εξεγέρσεων, εκτοπίσεις πληθυσμών κλ). Όμως οι Μικρασιάτες ζώντας υπό τη συνεχώς αυξανόμενη πίεση των μουσουλμανικών πληθυσμών βρίσκονταν υπό ένα καθεστώς κοινωνικής αναστάτωσης και επιδεινούμενης ανασφάλειας. Και όντας σ’ αυτό το κομβικό σημείο χάνουν επιπρόσθετα και τη δυνατότητα να προσβλέπουν προς το κέντρο και να ελπίζουν σε βοήθεια από αυτό. Δυστυχώς όμως αυτός ο συνδυασμός της κοινωνικής ανασφάλειας και της έλλειψης βοήθειας από το κέντρο ιστορικά έχει αποδειχτεί ότι είναι εξαιρετικά επικίνδυνος καθώς νομοτελειακά οδηγεί είτε σε αυτοοργάνωση και αποκοπή της περιφέρειας, είτε σε αποδοχή άλλου ισχυρότερου κέντρου.
Θα αποφύγω να κάνω αναγωγές στη σημερινή πραγματικότητα αναδεικνύοντας τις πολλαπλές ομοιότητες. Αυτό ας το πράξει ο αναγνώστης. Θα ήθελα μόνο να θέσω ένα ερώτημα, το οποίο με απασχολεί από μακρού. Επί δεκαετίες τώρα το δικό μας κέντρο, το κέντρο των Αθηνών επιδεικνύει μια πλήρη αδιαφορία προς την περιφέρειά μας και προς τα σοβαρότατα προβλήματά που μάς ταλανίζουν εδώ στην Κρήτη, οδηγώντας μάς σε μεγάλη αγανάκτηση και θυμό. Μήπως λοιπόν αυτό το γεγονός δεν είναι απλώς μια τυχαία και συγκυριακή ανοησία, αλλά μια καλά σχεδιασμένη στρατηγική επιλογή υπερεθνικών κέντρων που απεργάζονται διάφορα για το μέλλον του νησιού και του λαού μας σε βάθος χρόνου; Σταματώ εδώ και ο «νοών νοήτω».
‘Ένα άλλο σημαντικό συμπέρασμα το οποίο μπορούμε να συνάγομε από την ανάλυση του φαινομένου του εξισλαμισμού είναι ότι σε έναν τόπο ο ιδεολογικός και κυρίως ο θρησκευτικός εκείνος χώρος ο οποίος θα έχει την πνευματική ηγεμονία θα είναι αυτός που θα καθορίσει την πορεία και την οριστική έκβαση των πραγμάτων. Αυτούς τους κρίσιμους αιώνες λοιπόν στο χώρο της Μικράς Ασίας η Ορθοδοξία υποχωρεί. Δεν αναδεικνύονται πλέον μεγάλες εκκλησιαστικές και οσιακές μορφές, πολλά μοναστήρια ερημώνουν και ενορίες υπολειτουργούν, ο λαός μένει ακατήχητος και ακαθοδήγητος με αποτέλεσμα να υπάρχουν πολλές κακοδοξίες και αιρέσεις. Το νεοφανές Ισλάμ με ιεραποστολικό ζήλο διεισδύει στους πληθυσμούς. Βασικό του όργανο είναι τα σουφικά τάγματα και οι αδελφότητες. Σ’ αυτά αναφερθήκαμε εκτενώς στο προηγούμενο άρθρο μας. Εδώ απλώς να αναφέρομε τα δύο σημαντικότερα από αυτά που ήταν το τάγμα των δερβίσηδων Μεβλεβί, και το τάγμα των Μπεκτασήδων. Ο ρόλος τους στην πνευματική ηγεμονία του χώρου αλλά και ρόλος τους ως ενδιάμεσο στάδιο και ως γέφυρα μεταξύ Χριστιανισμού και Ισλάμ ήταν καθοριστικός.
Η θρησκευτική ταυτότητα ενός λαού, αποδείχτηκε ιστορικά για ακόμη μια φορά, ότι παίζει τον καθοριστικότερο ρόλο στην αυτοσυνειδησία και στην ικανότητά ενός λαού, ενός γένους να υπάρξει ως ετερότητα. Πολλώ δε μάλλον αυτό ισχύει για το γένος των Ρωμηών, το οποίο όχι απλώς πιστεύει σε κάποια αφηρημένη θρησκευτική ιδεολογία, αλλά είδε και βλέπει, ψηλάφισε και ψηλαφά, γεύτηκε και γεύεται αισθητά τον ενσάρκως αναστηθέντα Θεό εν τω φωτί της χάριτος. Άπαξ όμως και χαθεί ο φωτισμός και η ζώσα σχέση του ανθρώπου με το Χριστό, ο νους θα σκοτιστεί και θα ακολουθήσει νομοτελειακά η υποταγή και η αφομοίωση από το κάθε κοσμικό φληνάφημα και από την εκάστοτε ηγεμονεύουσα ιδεολογία. Κάθε φορά που η Εκκλησία μας λανθάνει και υποχωρεί το γένος μας συρρικνώνεται και χάνεται. Ο Χριστός είναι παντοδύναμος και μπορεί αν θέλει και «εκ λίθων εγείραι τέκνα τω Αβραάμ». Όμως ο Χριστός σέβεται την ελευθερία μας και δεν επεμβαίνει στα έργα μας. Εάν εμείς ως Εκκλησία αφήσομε τα πράγματα να χαθούν, ο Χριστός θα σεβαστεί την κατεύθυνσή μας και θα μάς αφήσει στο λάθος. Ειδικά τώρα που η Εκκλησία μας δεν είναι στα πρώτα της βήματα, αλλά έχει ήδη μια δισχιλιετή ωριμότητα και εμπειρία. Τρομάζω που το λέω όμως δυστυχώς η ευθύνη των πραγμάτων είναι στα χέρια μας, ημών των βαπτισμένων Ορθοδόξων και ακόμα πιο πολύ των κληρικών και λαϊκών που αγαπούν και είναι κοντά στο εκκλησιαστικό γεγονός.
Σ΄ αυτούς τους δύσκολους χρόνους που ζούμε, στο πυκνό σκοτάδι που μάς περιβάλλει και στη λαίλαπα της «νέας εποχής» που όλοι μάς πλέον βλέπομε ξεκάθαρα να κυριαρχεί παγκόσμια, οφείλομε εμείς οι Ορθόδοξοι Έλληνες να αντισταθούμε στο όνομα της προάσπισης της δικής μας ταυτότητας, της Ρωμηοσύνης μας, αλλά και στο όνομα της ελευθερίας και της δυνατότητας σωτηρίας του κάθε ανθρώπου. Ο λύχνος της Ορθοδοξίας πρέπει να ενισχυθεί και να τοποθετηθεί ψηλά για να φωτίσει και να δείξει το δρόμο σε όσους θέλουν να σωθούν. Και αυτά που πρέπει να γίνουν είναι γνωστά από τους πατέρες και την ιστορία μας: αναβάπτισή στην ησυχαστική και αγιοπατερική μας παράδοση, επενευαγγελισμός όλων ημών, ενίσχυση των ενοριών, λειτουργική ζωή και πάλι λειτουργική ζωή, κατάφαση της καθημερινής βιωτής αλλά όχι συσχηματισμός με τον κόσμο και εκοσμίκευση της Εκκλησίας μας. Λειτουργική ζωή, προσευχή και σχέση με τον ενσάρκως αναστηθέντα Χριστό. Μόνον έτσι θα έρθει το φώς, μόνον έτσι θα δοθούν οι λύσεις οι Αγιοπνευματικές σε προσωπικό και συλλογικό επίπεδο, μόνον έτσι θα μπορέσομε, όχι μόνο να αντέξομε εμείς, αλλά να δώσομε τη δυνατότητα και σε όσους θέλουν να σωθούν. Όλα τα άλλα συμφυρμός με τον κόσμο, φληναφήματα και παλινωδίες. Και το γένος μας να χάνεται μέρα με τη μέρα, εδώ, τώρα, μπροστά στα μάτια μας. Όπως χάθηκε πάλαι ποτέ στη Δύση, όπως χάθηκε στην Παλαιστίνη, όπως χάθηκε στη Μικρά Ασία.
Συνεχίζοντας την ανάλυση του εξισλαμισμού, οφείλομε να σταθούμε επ’ ολίγον και στη σημερινή κατάσταση της Τουρκίας. Η Τουρκία σήμερα βρίσκεται σε ένα σύνθετο πλαίσιο. Καταρχάς βρίσκεται στη μετάβαση της από τον κεμαλικό εθνικισμό στην ηγεμονία του σουνιτικού Ισλάμ. Παρότι στα λόγια αρέσκονται πολλοί (και των πολιτικών μας μη εξαιρουμένων) να το θεωρούν μετριοπαθές, τα άνθη του φανατισμού, της μισαλλοδοξίας και της νοοτροπίας του ηγεμόνα-πορθητή ενισχύονται καθημερινά. Αξίζει να αναφέρομε μια χαρακτηριστική φράση από πρόσφατη ομιλία του Αχμέτ Νταβούτογλου αναφερόμενου στις κτήσεις της πάλαι ποτέ Οθωμανικής Αυτοκρατορίας: «Ό,τι χάσαμε από το 1911 μέχρι το 1923, από όποια εδάφη υποχωρήσαμε, στα εδάφη αυτά θα ξαναβρεθούμε και πάλι με τους αδελφούς μας».
Η Δύση έχει επιλέξει στρατηγικά να ενισχύσει το σουνιτικό Ισλάμ. Ίσως επειδή το θεωρεί πιο ελέγξιμο, ίσως επειδή θα θελήσει την κατάλληλη στιγμή να το στρέψει εναντίον του σιϊτικού Ισλάμ. Αποσταθεροποίησε λοιπόν ολόκληρη τη Βόρειο Αφρική και επέβαλε στη διακυβέρνηση ελεγχόμενες σουνιτικές ομάδες. Χρησιμοποιεί δε και προβάλλει τη διακυβέρνηση Ερντογάν ως δήθεν «μοντέλο δημοκρατίας» για το σουνιτικό κόσμο. Η σύγχρονη μεταστροφή της τουρκικής κοινωνίας προς τα ισλαμικά ιδεώδη πραγματοποιείται κυρίως μέσω των σουφικών ταγμάτων, που κορύφωσαν τη δράση τους μετά τη δεκαετία του 1980 και τη διακυβέρνηση Οζάλ. Η ενίσχυση των ταγμάτων έγινε τότε ως αντιστάθμισμα του κουμμουνιστικού κινδύνου, αλλά και της ένοπλης Κουρδικής εξέγερσης. Τα τάγματα όμως αυτά εκτός από τα πνευματικά τους αιτήματα, επεδίωξαν και πέτυχαν τη συνεχή οικονομική και πολιτική τους ενίσχυση που εν πολλοίς τα κατέστησε ανεξάρτητα και έν τινι μέτρω μη ελεγχόμενα (τουλάχιστον ορατώς). Από τα πολλά τάγματα που δρουν σήμερα (Νακσημπεντί, Σουλεϊμαντζί, Ισικλάρ κλ) το σημαντικότερο είναι το τάγμα του ιμάμη Φετουλάχ Γκιουλέν παρακλάδι του τάγματος Νουρτζού. Το τάγμα αυτό ελέγχει μεγάλο μέρος της τουρκικής γραφειοκρατίας και η επίδρασή του στα πολιτικά πράγματα είναι καθοριστική. Η σχέση δε του Φετουλάχ Γκιουλέν με τον πρωθυπουργό Ταΐπ Ερντογάν και η συνεχής υποστήριξή του όλα αυτά τα χρόνια είναι παγκοίνως γνωστή. Βασικές στοχεύσεις του τάγματος αυτού είναι αφενός μεν η διάδοση των αρχών του Ισλάμ και ο εξισλαμισμός όσο το δυνατόν περισσότερων ανθρώπων όχι μόνο στην Τουρκία αλλά σε παγκόσμιο επίπεδο, και αφετέρου ο σταδιακός εκτουρκισμός των συμμετεχόντων στις δραστηριότητες του τάγματος.
Με την ανοχή λοιπόν και τις ευλογίες της υπερατλαντικής συμμάχου της η Τουρκία μεταβαίνει γοργά από τον κεμαλικό εθνικισμό και το ρόλο απλού χωροφύλακα της περιοχής σε μιαν ηγέτιδα δύναμη του σουνιτικού Ισλάμ με ρόλο περιφερικής υπερδύναμης ικανής να δεσπόσει στην ευρύτερη περιοχή στα πλαίσια ενός νεο-οθωμανικού ιμπεριαλιστικού οράματος. Όλα αυτά αποτελούν ερμηνευτικές κλείδες και για τα επισυμβαινόμενα σήμερα στην πατρίδα μας εκ μέρους της Τουρκίας και θα πρέπει να μάς προβληματίσουν ιδιαίτερα. Τα κυριότερα είναι η προσπάθεια εκτουρκισμού των Πομάκων και των υπόλοιπων Ελλήνων μουσουλμάνων της Δυτικής Θράκης, ο τουρκοϊσλαμικός εκφασισμός φιλήσυχων κοινοτήτων όπως στη Ρόδο και στην Κω, η οικονομική διείσδυση και η δημιουργία οικονομικών και κοινωνικών θυλάκων σε αμιγώς ελληνικές περιοχές όπως στην Αλεξανδρούπολη και σε άλλες περιοχές της Βόρειας Ελλάδας, αλλά και η με κάθε μέσο πολιτισμική και πνευματική διείσδυση στη χώρα μας.
Τελειώνοντας θα πρέπει να αναφερθούμε και στο ζήτημα της κρίσης ταυτότητας στη σημερινή Τουρκία, η οποία προϊόντος του χρόνου θα επιτείνεται. Παρά την επί πολλές δεκαετίες συστηματική κρατική πλύση εγκεφάλου, οι χαμένες ταυτότητες του λαού (έστω και ασυνείδητα) αντιστέκονται. Πολλά θα μπορούσαν να αναφερθούν. Λόγω όμως χώρου θα περιοριστούμε στα εξής ευσύνοπτα: τα τελευταία χρόνια λόγω διαφόρων αιτιών (διαδίκτυο, δορυφορικά ΜΜΕ, τουρισμός, νέα επιστημονικά ευρήματα, διείσδυση του προτεσταντισμού, αλλά και η μεγαλύτερη φιλελευθεροποίηση της έκφρασης), παρατηρείται μια ισχυρή αμφισβήτηση της επισήμως διδασκομένης Κεμαλικής ιστοριογραφίας ως προς την τουρκική ταυτότητα και την προέλευση τους. Η δημόσια αμφισβήτηση ξεκινάει από τα ερωτηματικά που θέτουν πολλοί σημαντικοί αρθρογράφοι [όπως οι Χασάν Πουλούρ και Ταχά Ακγιόλ της εφημερίδας Μιλλιέτ], συγγραφείς [όπως ο Ομέρ Ασάν (http://en.wikipedia.org/wiki/Pontos_K%C3%BClt%C3%BCr%C3%BC)] αλλά και καθηγητές [όπως ο Νιαζί Οκτέμ (http://www.radikal.com.tr/haber.php?haberno=205705&tarih=27/11/2006)]. Περαιτέρω όμως έχουν υπάρξει και μαζικές διαδηλώσεις του λαού ως έκρηξη της καταπιεσμένης ταυτότητας του. Χαρακτηριστικότερες όλων ήταν οι μαζικές διαδηλώσεις στην περίπτωση της δολοφονίας του Αρμένη δημοσιογράφου Χρανκ Ντινκ από εθνικιστές, η οποία συγκλόνισε πριν μερικά χρόνια την Τουρκία. Στις διαδηλώσεις αυτές το σύνθημα που κυριάρχησε ήταν το «είμαστε όλοι Αρμένιοι».
Εμείς κατέχομε την ιστορική αλήθεια. Και μπορούμε στα ερωτήματά τους να τούς προσφέρομε τα τεκμήρια και τις απαντήσεις που χρειάζονται. Απαντήσεις οι οποίες θα τους βοηθήσουν να προσδιορίσουν την ταυτότητά τους και να επαναχαράξουν την πορεία τους. Οφείλομε λοιπόν ως πρόσωπα, αλλά και ως μικρές συλλογικότητες (παρέες, κοινότητες, πολιτιστικοί σύλλογοι κλ) να βοηθήσομε αυτούς που αναζητούν (και πρόκειται πλέον για μεγάλο τμήμα του λαού στην απέναντι πλευρά του Αιγαίου) να ανακαλύψουν τις ρίζες τους και τη χαμένη τους αφετηρία. Οι τρόποι πολλοί: επικοινωνία, ταξίδια, ιστοσελίδες, έκδοση βιβλίων, πολιτιστικές ανταλλαγές και δράσεις.
Ολοκληρώνοντας θα λέγαμε ότι στα δύσκολα χρόνια που ζούμε και στα χειρότερα που έρχονται εμείς οι Ορθόδοξοι έχομε την ικανότητα να προσεγγίζομε και να αναλύομε τα πράγματα διαφορετικά και με οδηγό τον ενσάρκως αναστηθέντα Χριστό και προστάτιδα την Παναγία Μητέρα του οφείλομε να αγωνιστούμε υπερήφανα και χωρίς φόβο για τη σωτηρία του γένους μας και τη σωτηρία όσων θέλουν να σωθούν. Η βεβαιότητα του τελικού νικητή [«ότι πύλαι άδου ου κατισχύσουσιν αυτής»] ας μάς συντροφεύει πάντα.
Πρώτη δημοσίευση: 23-8-12.