Tuesday 1 October 2024
Αντίβαρο
1821-Επανάσταση Δημήτρης Νατσιός

Μαρτυρίες και μαρτύρια του Αγώνα

Έχω στην βιβλιοθήκη μου ένα πολύ παλιό περιοδικό με τίτλο «ΓΝΩΣΕΙΣ». Το τρίτο τεύχος του είναι αφιερωμένο στην Επανάσταση του ’21. Γράφουν σ’ αυτό πνευματικά αναστήματα όπως οι: Κόντογλου, Καραντώνης, Περάνθης,  Χάρης, Λάπας, Αγγελομάτης, Μυριβήλης και άλλοι σημαντικοί. Ξεσηκώνω από το αφιέρωμα ένα κείμενο του Σταύρου Μάνεση, συντάκτη, τότε, του «Ιστορικού Λεξικού της Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών». (Του οποίου, η συγγραφή, δεν έχει ακόμη επιτευχθεί. Στην Ελλάδα τα πράγματα πηγαίνουν «σπρωχνόμενα», έλεγε χαρακτηριστικά ο υπασπιστής του Κολοκοτρώνη, Φωτάκος). Ο τίτλος του άρθρου είναι «Μακεδονικές Ημέρες». Ο συγγραφέας γύριζε τότε την Μακεδονία με σκοπό να διασώσει λέξεις, τοπικά ιδιώματα, ώστε να πλουτίσει μ’ αυτές το Λεξικό.

Όπως γράφει: «Τα καλοκαίρια του 1952, ’52, ’53 και ’55 είχα την εξαιρετική τύχη και τιμή να μου ανατεθεί από ένα σωματείο με λαμπρή επιστημονική δράση, την εν Αθήναις Γλωσσικήν Εταιρείαν, η μελέτη του γλωσσικού ιδιώματος της περιοχής Γράμμου, με επιτόπιο μετάβασή μου. Με βασικό μεταφορικό μέσο το μουλάρι, γύρισα πενήντα χωριά, κωμοπόλεις και πόλεις του δυτικού μέρους των νομών Καστοριάς και Κοζάνης σκαρφαλωμένα πάνω στις κορφές και τις πλαγιές του Γράμμου και της Πίνδου. Έτσι, είχα την ευκαιρία και την άνεση να γνωρίσω τους ανθρώπους και τη ζωή τους με τις χαρές και τις λύπες, τις αγωνίες και τις ελπίδες τους».

Σεργιανάει τα χωριά ο γλωσσολόγος και συζητά κυρίως με υπερήλικους ανθρώπους που είχαν ζήσει την Τουρκοκρατία στα μέρη εκείνα. (Μόλις 40 χρόνια είχαν περάσει από το 1912-13, που ο στρατός μας απελευθέρωσε την Μακεδονία). Οι μαρτυρίες (και τα μαρτύρια) των γερόντων Μακεδόνων είναι εξαιρετικά αποκαλυπτικές.

Διαβάζω: «Ο σεβασμός στην εκκλησία έχει παλαιά παράδοση σ’ αυτούς τους τόπους κι είναι σαν μια πράξη ευγνωμοσύνης για την συμπαράσταση τους στον αγώνα. “Εδώ διάβασα”, μου δήλωσε με περηφάνια ο ογδοντάρης πρόεδρος του χωριού Αγιά – Σωτήρα, Δημήτρης Ζηκόπουλος, δείχνοντάς μου τον νάρθηκα της Αγιά – Παρασκευής, μιας εκκλησιάς διακοσίων χρόνων, θέλοντας να μου πει ότι εκεί έμαθε τα γράμματα που ξέρει. Και συνέχισε: “Οι Τούρκοι δεν μας άφηναν να μαθαίνωμε γράμματα κι ερχόμασταν σε τούτο το κρυφό σχολειό. Το μόνο που δεν τους πολυένοιαζε ήταν να διαβάζωμε το χτωήχι και το ψαλτήρι, για να μην παίρνουν τα μυαλά μας αέρα με τ’ άλλα διαβάσματα. Θυμάμαι με τι χαρά και με τι τρομάρα οικονόμησε τω καιρώ εκείνω ο παππούλης που μας διάβαζε – άγιο το χώμα που τον σκεπάζει- μια Ιλιάδα του Ομήρου. Σαν τελειώναμε την ανάγνωση, την παράχωνε κάτω από την πλάκα που βλέπεις εδωγιά».

Νομίζω ότι το κείμενο, η διήγηση του ογδοντάρη γεροπροέδρου είναι από τις λίγες μαρτυρίες, που αποδεικνύουν την ύπαρξη αυτού που αρνείται η αφελληνισμένη διανόησις και τα απολειφάδια της ιστοριογραφικής τσαρλατανιάς που λυμαίνονται τα πανεπιστήμια: το Κρυφό Σχολειό.

Έτερη διήγηση, ηλικιωμένου αγροφύλακα από το χωριό Νόστιμο. Εξιστορεί επιγραμματικά τη ζωή της σκλαβιάς, την «θαυμαστή τάξη» της Τουρκοκρατίας: «Τι τρόμους και τι καρδιοχτύπια περάσαμε με τους Τούρκους και τους Αρβανιτάδες, που διαφέντευαν τα μέρη ετούτα κάναν καιρό. Οι πρώτοι με το χαράτσι και το γιαταγάνι τους, οι δεύτεροι με τα κούρσα και το πλιάτσικο. Ανέβαινε ο Αγάς, κατέβαινε ο λιάπης απ’ τα βουνά του, έμπαιναν στα σπίτια μας:

– Βάλε μου να φάω, γκιαούρ!

Τι να κάνεις, τούψηνες ό,τι καλύτερο είχες, για να τον μαλακώσεις: καμμιά κότα, αυγά∙ έσφαζες κανένα αρνί, τούδινες παχύ τυρί, τούφτιανες και την καλύτερη πίτα στη γάστρα να περιδρομιάσει. Δώσε μου κι άσπρα (= χρήματα) για τον κόπο πούκαμα νάρθω στο ρημάδι σου και για τα δόντια μου που χάλασα με τα παλιόφαγά σου, μούγκριζε στο τέλος μουδιασμένος από το φαΐ ο ληστής. Μπορούσες να του πεις όχι; Τούδινες κι άσπρα… Τι να πρωτοθυμηθείς! Αν τον απαντούσες στο δρόμο, έπρεπε να του κάνεις μετάνοια του Τούρκου, να κατέβης απ’ το ζώο ν’ ανέβη αυτός. Τα ρούχα σου να μην είναι καινούργια και το φέσι σου νάναι τρύπιο και πλαγιαστό. Αν τόβλεπε ορθό, σήκωσες κεφάλι, Γιουνάν, σούλεγε, και στο έκοβε! Οι κοπέλες έβαζαν τα πιο παλιά τους φουστάνια και κουκουλώνονταν και καταχώνουνταν να μην τις δει το μάτι το πόρνο… πώς ζήσαμεν ένας Θεός το ξέρει, ώσπου νάρθει το ελληνικό».

(Αναφέρει η Πηνελόπη Δέλτα στα «Μυστικά του Βάλτου» πως όταν ο ήρωας καπετάν Άγρας πήγε σε τουρκοσκλαβωμένο χωριό της Μακεδονίας, οι κάτοικοι τον εκλιπαρούσαν να μην βαδίζει καμαρωτός, γιατί θα προδοθεί από την περπατησιά του. Έπρεπε να βαδίζει σκυφτός).

Παρενθέτω στο σημείο αυτό και μια άλ
λη μαρτυρία, που περιγράφει τα ανήκουστα δεινά που βίωσε ο λαός μας κατά την «λαμπρή» για τους τουρκολάτρες της σήμερον, περίοδο της αιχμαλωσίας στους Αγαρηνούς. Περιέχεται στο βιβλίο «το Εικοσιένα», έκδοση της Ακαδημίας Αθηνών. Στο βιβλίο καταγράφονται οι πανηγυρικοί λόγοι των Ακαδημαϊκών. Τον Μάρτιο του 1967, ομιλητής είναι ο Σπ. Μαρινάτος. Παραθέτει άδεια ταφής χριστιανού, την οποία έδιναν οι Τούρκοι:

«Συ ο παπάς, του οποίου το μεν ένδυμα είναι μαύρον ως πίσσα, το δε πρόσωπον ως του σατανά, συ ο ιερεύς των μιαρών, συ ο έλκων την καταγωγήν από τον άπιστον Ιησούν, διατάσσεσαι: Τον εις το έθνος σου ανήκοντα άπιστον Γρηγόριον, ο οποίος εψόφησε σήμερον αν και την μεν ψυχήν του παρέδωκεν εις τον σατανάν, το δε βρωμερόν πτώμα του δεν το δέχεται το χώμα, έξω και μακράν της πόλεως ανοίξατε λάκκον και διά λακτισμάτων ρίψατε αυτόν εντός τούτου». (σελ. 774).

Το κείμενο αποτελεί μνημείο και αδιαφιλονίκητη απόδειξη της αρμονικής, έως έρωτος, συνοίκησης σκλάβων και δυναστών. Ακόμη και οι νεκροί διαπομπεύονταν.  Επανέρχομαι στα ιερά χώματα της Μακεδονίας, στην οποία, πριν αυτοεφευρηθούν οι Σκοπιανοί, δοκίμασαν οι Έλληνες τα πάθη του Χριστού. Γράφει ο Φιλήμων στο «Δοκίμιον της Ελληνικής Επαναστάσεως».

«Όπου η βαρβαρότης των Τούρκων ήτο παχυτέρα, εκεί η κατά των χριστιανών τυραννία ήτο τραχυτέρα. Τοιούτοι ήσαν οι χονδροί και ημιάγριοι Τούρκοι της Μακεδονίας. Ενώπιον δε αυτών και αυτοί έτι οι Τούρκοι της Κρήτης, οι τόσον διαβόητοι επί φυσική κακουργία και κακεντρεχεία, εθεωρούντο εξηυγενισμένοι…Ούτω τα παθήματα των Ελλήνων της Μακεδονίας καταντώσιν απερίγραπτα και δύσληπτα, ως υπερβαίνοντα πάσαν ανθρωπίνην κακίαν και πάσαν υπομονήν ανθρώπου. Εν τω τόπω αυτώ αι πολυειδείς καταδυναστεύσεις και αι ατελεύτητοι απαιτήσεις, αι αυθαίρετοι ιδιοποιήσεις των κτημάτων, οι φόνοι και επί πάσιν αι αρπαγαί και αι βίαι απαγωγαί νεανίδων και νέων, υπερείχον απολύτως». (τομ. 3, σελ. 144).

Και κλείνω με τον επίλογο του κειμένου του Στ. Μάνεση, που ίσως, συνεχίζει το κείμενο του Φιλήμονα: «Πόσο ακλόνητη ήταν η πεποίθηση των Μακεδόνων πως κάποια μέρα θάρθει το ελληνικό, φαίνεται κι από την αφελή διαβεβαίωση ενός γέρου εκατοχρονίτη, του Δημήτρη Σιμόπουλου, από το Τσοτύλι: Δεν μπορούσαμεν, μου είπε, να ζήσωμε σκλάβοι σε ξένα χέρια απ’ άπειρον∙ το γραφτό έλεγε πως θα ενωθούμε με την Ελλάδα, γιατί Ελλάς θα πει…έλα».

Δεν βρήκα ωραιότερη ετυμολογική ερμηνεία του εθνικού μας ονόματος…

 Νατσιός Δημήτρης
δάσκαλος- Κιλκίς.

2 comments

Χρήστος Κορκόβελος 24 March 2010 at 22:30

Τα συγχαρητήριά μου, Δημήτρη Νατσιέ.
Καλή δύναμη να ‘χεις, να μας δίνεις τέτοια κείμενα γεμάτα αλήθεια και ελληνικότητα.

Reply
ΑH 25 March 2010 at 14:52

Ελλάδα, τίτλοι τέλους.
Γιώργος Πήττας, Σάββατο, 20 Μαρτίου 2010
Το Εργαστήρι Δημοσιογραφίας ήταν στη γωνία Ακαδημίας και Σίνα.
Μέσα δεκαετίας 80 και τότε, για μία περίοδο είχα διδάξει εκεί ραδιόφωνο και τεχνικές επικοινωνίας.
Εκείνο το απόγευμα, μεταξύ δύο τάξεων, βρήκα ευκαιρία για ένα τσιγάρο και βγήκα στη βεράντα –σκονισμένη και γεμάτη κουτσουλιές από τα αντιπαθητικά περιστέρια.
Χάζευα κάτω την Ακαδημίας, αυτοκινητάκια να πηγαίνουν και να έρχονται, κόσμο να περπατάει βιαστικά και το καυσαέριο να πήζει στην ατμόσφαιρα και να θυμίζει δακρυγόνο.
Το μόνιμο δακρυγόνο της υποταγής μας στην «χημεία της εποχής».
Ο Κοσκωτάς, ο άνθρωπος από το πουθενά έχει ήδη αγοράσει την Τράπεζα Κρήτης, ανοίγει την εκδοτική εταιρία Γραμμή, έχει γίνει «ίνδαλμα» για πολλούς, ενώ ακόμα δεν έχει δολοφονηθεί ο Μιχάλης Καλτεζάς, και έχει ήδη προηγηθεί η αλησμόνητη κατάληψη του Χημείου από τους «τρελούς κι ευτυχισμένους» σηματοδοτώντας το «τέλος της αθωότητας».
Σε μερικούς από μας, είχε ήδη αρχίσει να μυρίζει έντονη «παρακμίλα».
Το ΠΑ.ΣΟ.Κ του Ανδρέα, ιστορική αναγκαιότητα κατά πολλές αναγνώσεις, έχει προλάβει να χειρουργήσει δραστικά τον κοινωνικό ιστό και κυρίως έχει δώσει την ευκαιρία σε πολλούς να αποκτήσουν τεράστια δύναμη χωρίς να έχουν ούτε την παιδεία ούτε τη διάθεση να την χειραγωγήσουν προς όφελος της κοινωνίας.
«Έχεις ένα τσιγάρο;» Ήταν η γνώριμη και μάλλον σιγανή φωνή του Αντρέα Λεντάκη.
Δέχτηκε το άφιλτρο που του πρόσφερα και ρώτησε «τι σκέφτεσαι έτσι βαρύς;»
«Νομίζω πιάνουμε πάτο όπου νάναι» του απάντησα για να ακούσω ένα κατηγορηματικό
«Γιώργο, ακόμα δεν έχεις δει απολύτως τίποτα! Ακόμα έχει πολύ δρόμο».
Τον κοίταξα, δεν θυμάμαι με τι ύφος, και εκείνος συνέχισε «αν υπήρχε κράτος, θα κατέρρεε γρήγορα. Αλλά στην Ελλάδα δεν δημιουργήθηκε ποτέ, ο μόνος «θεσμός» είναι ένα άτυπο παρακράτος που κυβερνά. Σαν το μαύρο χρήμα, βρίσκει πάντα τρόπο να επιβιώνει λαθραία».
1985 είπα και στην αρχή.
Είναι η εποχή που η πλήρης ανυπαρξία βάσεων στην κοινωνία, απελευθερώνει δυναμικά προς την επιφάνεια τις χυδαιότερες τάσεις που θα μπορούσαμε να φανταστούμε.
Είναι η εποχή στην οποία ο έντυπος εμετός της Αυριανής επιβραβεύεται πανηγυρικά από τον «λαό» με τη μεγαλύτερη κυκλοφορία καθημερινής εφημερίδας σε πανελλήνια κλίμακα: 243.534 φύλλα την ημέρα…!
Η «εφημερίδα» που εξύβρισε με τον πιο επαίσχυντο τρόπο τον Μάνο Χατζιδάκι, που είχε την ελεεινολογία ως επιλεγμένο επικοινωνιακό ύφος. Και ένα από τα τεράστια εγκλήματα του ΠΑ.ΣΟ.Κ , η αναγνώριση της και μάλιστα δια στόματος Ανδρέα Παπανδρέου ως της εφημερίδας που…στηρίζει το κίνημα.
Η Ελλάδα είχε πάρει τη μορφή ενός γιγάντιου καζανιού στο οποίο μέσα πετάγονταν και ανακατεύονταν τα πλέον ετερόκλητα υλικά για να μαγειρευτεί το απίθανο υλικό του μέλλοντος της.
Η Αυριανή και ο Αυριανισμός ήταν μόνο ένα από τα πολλά συστατικά.
Ο Κοσκωτάς, οι χρηματισμοί, οι εξαγορές συνειδήσεων ένα άλλο.
Η Ελλάδα του τσιφτετελιού, του ουίσκι, των χιλιάδων νυχτερινών κέντρων με τις πίστες και τα «μωρά» τους που χόρευαν στις μπάρες ανέμελα, ο υπουργός Γιαννόπουλος που βάφτιζε τα κέντρα «πολιτιστικά ιδρύματα», το περιοδικό ΚΛΙΚ και το Life Style, η καθιέρωση της μαγκιάς και των κολλητών ξύπνιων, οι χιλιάδες επί χιλιάδων διορισμοί στο Δημόσιο με κομματικά κριτήρια, η επέλαση των κάφρων σε όλα τα επίπεδα της Δημόσιας ζωής, η πλήρης ανυπαρξία θεσμών και αξιοκρατίας , η δικτατορία του χαβαλέ και ο καθεστωτικός σχεδόν, σαρκασμός προς τους ανθρώπους του πνεύματος κατέστρεψαν κάθε είδους αντιστάσεις.
Το νεοελληνικό όνειρο πια είναι Αρμάνι, Γκούτσι, Φιλιππινέζα, πούρο, χρηματιστήριο, πούλα, αγόρασε, BMW, και ταυτόχρονα σπρωξίδη, υστερία, συνωστισμός, καβαλημένοι δικτατορίσκοι πίσω από τα γραφεία της Εφορίας και της κάθε Κρατικής Υπηρεσίας. Ένας εκρηκτικός συνδυασμός με μία και μοναδική ταυτότητα.Αλήθεια κάτι τέτοιους σκαφάτους λελέδες & τσόγλανους γιατρούς, δικηγόρους κλπ η εφορία τους έχει τσιμπήσει ή τους αφήνει ανέπαφους γιατί ενδεχομένως ως κανονικοί μαφιόζοι κρατάνε «μυστικά και ντοκουμέντα» για πολιτικά πρόσωπα; Ποιος θα φταίει μεθαύριο αν ένας εξωθημένος στην ανέχεια άνθρωπος βρει μπροστά του έναν από δαύτους και τον σαπίσει στο ξύλο; Υπάρχει δικαστήριο που να αποφανθεί πως ο ξυλοφορτωμένος συνιστά δημόσια πρόκληση; Όχι! Βέβαια δύσκολο να γίνει κάτι τέτοιο μιας που όλοι αυτοί κουβαλάνε μαζί τους και κάτι κουρδισμένα ανθρωποειδή ως κρεατοφύλακες.
Απόλυτη, συμπαγής, αδιαπέραστη Αναξιοπρέπεια.
Κάπου εκεί, μέσα σε αυτόν τον αχταρμά της χυδαιότητας που από το περιθώριο και την ανυπαρξία γίνεται κυρίαρχη τάξη, συνεχίζουν να υπάρχουν ομάδες, παρέες, πυρήνες νέων ανθρώπων που αρνούνται να μπουν στα κοστούμια που τους προτείνει το περιβάλλον.
Και όταν θα δολοφονηθεί ο Μιχάλης Καλτεζάς, το σχέδιο θα μπει σε πλήρη εφαρμογή. Και το σχέδιο είναι οι αμέτρητοι τόνοι πρέζας που ρίχτηκαν στα Εξάρχεια ώστε αυτά από φούρνο ιδεών να μεταβληθούν σταδιακά σε κρεματόριο συνειδήσεων.
Έγιναν όλα αυτά τα χρόνια, πάρα πολλά και έγιναν ταυτόχρονα.
Περισσότερα από όσα προλαβαίνει να αφομοιώσει η συνείδηση και να βγάλει δέκα συμπεράσματα της προκοπής.
Από τη μια οι φυλές της Μυκόνου και τα νεοεμφανιζόμενα τζάκια.
Διάφοροι απίθανοι άνθρωποι που έπεφταν με το αλεξίπτωτο και διαχειριζόντουσαν απίστευτα χρήματα που κανείς δεν μπορούσε να καταλάβει πως τα είχαν βρει.
Από την άλλη καμία αντίσταση. Κάποιοι αντιδρούσαν βέβαια. Κάποιοι κάθε τόσο έγραφαν. Βιβλία, άρθρα, ομιλίες, διακηρύξεις, μανιφέστα, όλα, έπεφταν στο κενό.
Η κοινωνία διάβαζε Αυριανή και χαμογελούσε όταν η βρωμερή φυλλάδα καλούσε το αναγνωστικό της κοινό να…καταγγείλει οτιδήποτε γνωρίζει για την προσωπική ζωή του «κίναιδου Χατζιδάκι».
Και για να κάνω ένα άλμα στο χρόνο, αλλιώς θα πρέπει να γράφω αμέτρητες σελίδες, φτάσαμε στην Ελλάδα των απέραντων ηδονών. Όταν ξαφνικά χιλιάδες επί χιλιάδων νεοέλληνες έγιναν…παίκτες του χρηματιστήριου.
Όταν ξαφνικά, τα νησιά των διακοπών μας, γέμισαν με τρελαμένους τύπους που φορώντας το μαγιό και την πλαστική σαγιονάρα περιφέρονταν επιδεικτικά με τα κινητά κολλημένα στα αυτιά φωνάζοντας τις λέξεις-κλειδιά της ευτυχίας: Πούλα! Αγόρασε!
Και όλα αυτά τα χρόνια, τα θυμάμαι με αμέτρητο κόσμο σε όλες τις ώρες του 24ώρου να γεμίζει ασφυκτικά τις πλατείες και πίνει τις φραπεδιές ή να πλημμυρίζει τα διάφορα ψευτονεοϋορκέζικα στέκια στο Χαλάνδρι και αλλού και να μασουλάει αβέρτα σολομούς και καρπάτσιο-έτσι ακριβώς όπως κάνανε και στα χωριά τους…
Η Ελλάδα, μπήκε σε ένα τεράστιο μπαλόνι και ανέβηκε στα ουράνια.
Έζησε για πολλά χρόνια ένα τεράστιο ψέμα καταληστεύοντας το μέλλον των παιδιών της.
Έφτασε στο αποκορύφωμα το 2004 με τους Ολυμπιακούς Αγώνες και το Euro αλλά εκεί είναι που άρχισε να δείχνει την σάπια οδοντοστοιχία με την οποία καταβρόχθιζε τόσον καιρό.
Οι υποδομές των Αγώνων, που θα αποδίδονταν στην κοινωνία καταστράφηκαν ή καταστρέφονται, το Euro –καθώς το βλέπω από απόσταση κατακτήθηκε κυρίως με κουτοπονηριά παρά με αξιοσύνη, και από το 2004 και μετά η πιο ανίκανη κυβέρνηση όλων των εποχών απλά χόρεψε πρώτο τραπέζι πίστα στην Τσιφτετελλάδα που κληρονόμησε.
Δεν ξέρω ποιο είναι το μέλλον μας. Οι εποχές που έρχονται είναι εξαιρετικά άγριες. Δεν είναι λίγοι αυτοί που βλέπουν ένα μακρύ χειμώνα για την ανθρωπότητα, τον χειμώνα της Κρίσης του Καπιταλισμού η οποία περιλαμβάνει πολλά φαινόμενα για τα οποία δεν είμαστε έτοιμοι.
Όπως οι επιπτώσεις της Κλιματικής Αλλαγής που σημαίνουν εκατομμύρια επί εκατομμυρίων οικοπρόσφυγες, νέες εστίες πολέμου και Μετανάστες.
Αυτό που συμβαίνει στην Ελλάδα όμως, δεν είναι απλά το προϊόν της Παγκόσμιας Κρίσης του Καπιταλισμού. Αυτή, ίσως και να είναι ευλογία κατά κάποιο τρόπο, γιατί στάθηκε η αφορμή για να φανούν με τραγικό τρόπο οι αναπηρίες του τόπου μας.
Όταν όμως συλλαμβάνεται ένας Μάριος Ζ. ως…τρομοκράτης και ένα μπουκάλι σαμπουάν υποδεικνύεται ως βόμβα μολότοφ ενώ την ίδια ώρα κυκλοφορεί ελεύθερος ο Παναγιώτης Ψωμιάδης, τότε, ο μόνος δρόμος που ανοίγει (ξανά) είναι αυτός του Χάους.
Αν συνεχίσουν τα πράγματα έτσι, ο Δεκέμβρης του 2008 θα μοιάζει με παιδική χαρά.

Reply

Leave a Comment

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.