Χρήστος Κορκόβελος
Ο αγώνας πριν φτάσουμε στο 1821
Ο αγώνας των Ελλήνων διάρκεσε όσα χρόνια διάρκεσε και η Τουρκοκρατία. Ήταν αγώνας για την διατήρηση της ελληνοχριστιανικής τους ταυτότητας υπό δεινές συνθήκες γεμάτες στερήσεις, κάτω από τη βία και την αυθαιρεσία των Οθωμανών. Πλήθη φτωχών ανθρώπων προτιμούσαν να πληρώνουν τον κεφαλικό και άλλους φόρους, να υφίστανται την οθωμανική καταπίεση, δέχονταν ακόμη και να χάσουν τη ζωή τους (νεομάρτυρες), προκειμένου να κρατήσουν την πίστη τους.
Το πεδίο διεξαγωγής και τη σημασία αυτού του αγώνα αναδεικνύουν τα λόγια του Κοσμά του Αιτωλού:
««Δεν βλέπετε πώς αγρίεψε το γένος από την αμάθειαν και εγινήκαμεν ως τα θηρία; Όταν το παιδί σου μάθει γράμματα, τότε λέγεται άνθρωπος μα αν δεν το μάθης γράμματα, είναι ωσάν το γουρουνόπουλο (…) Καλύτερα να έχης εις την χώραν σου σχολείον ελληνικόν παρά να έχης βρύσες και ποταμούς, διατί η βρύσις ποτίζει το σώμα, το δε σχολείον ποτίζει την ψυχήν, το σχολείον ανοίγει τες εκκλησίες, το σχολείον ανοίγει τα μοναστήρια. Ανίσως και δεν ήτανε σχολεία, πού ήθελα εγώ να μάθω να σας διδάσκω;»[1]
Αν δεν υπήρχαν σχολεία και ναοί όπου τα χριστιανόπουλα μπορούσαν να μάθουν να γράφουν και να διαβάζουν ελληνικά και να διατηρούν την χριστιανική πίστη τους, την ελληνορθόδοξη ταυτότητά τους, δεν θα υπήρχαν Έλληνες να διεκδικήσουν την ελευθερία τους το ’21.
Για ποιους λόγους έγινε η Επανάσταση;
Τους λόγους αυτούς εξέθεσαν κάμποσα χρόνια πριν την Επανάσταση ο Ρήγας Φεραίος-Βελεστινλής και ο Αδαμάντιος Κοραής. Παραθέτω ακολούθως τις ρήσεις τους.
Ρήγας Βελεστινλής:
«Ο πλέον ήσυχος, ο πλέον αθώος, ο πλέον τίμιος πολίτης κινδυνεύει κάθε στιγμὴν να γίνῃ ελεεινή θυσία της τυραννικής φαντασίας, ή των αγρίων τοποτηρητών και αναξίων μεγιστάνων του τυράννου, ή, τέλος (όπερ συνεχέστερον συμβαίνει), των κακοτρόπων θηριωδεστάτων μιμητών του, χαιρόντων εις το ατιμώρητον κρίμα, εις την σγληροτάτην απανθρωπότητα, εις την φονοκτονίαν, χωρίς καμίαν εξέτασιν, χωρίς καμίαν κρίσιν (…) Ο μέχρι τούδε λέγω δυστυχής ούτος λαός βλέποντας ότι όλαι του αι θλίψεις και οδύναι, τα καθημερινά δάκρυά του, ο αφανισμός του, προέρχονται από την κακήν και αχρειεστάτην διοίκησιν, από την στέρησιν καλών νόμων, απεφάσισεν ενανδριζόμενος μίαν φοράν να ατενίση προς τον ουρανόν, να εγείρη ανδρείως τον καταβεβαρημένον τράχηλόν του, και ενοπλίζωντας εμμανώς τους βραχίονάς του με τα άρματα της εκδικήσεως και της απελπισίας να εκβοήση μεγαλοφώνως ενώπιον πάσης της Οικουμένης, εις βροντώδη κραυγήν τα ιερά και άμωμα δίκαια οπού θεώθεν τω εχαρίσθησαν δια να ζήση ησύχως επάνω εις την γην».[2]
Αδαμάντιος Κοραής:
«Είναι εις όλους γνωστόν εις πόσην ακμήν έφθασε την σήμερον των Τούρκων η τυραννία. Οι ταλαίπωροι Γραικοί δεν είναι πλέον κύριοι μήτε κτημάτων, μήτε τέκνων, μήτε των ιδίων αυτών γυναικών. Η τιμή και η ζωή των κρέμαται από την θέλησιν όχι μόνον αυτού του πρωτοτυράννου, αλλά και εκάστου από τους ελαχίστους αυτού δούλους. Τις δεν ηξεύρει το πλήθος των Γραικών της Κρήτης, όσοι δια να φύγωσι τα τοιαύτα δεινά, ηναγκάσθησαν να αρνηθώσι την πατρικήν αυτών θρησκείαν. Τις αγνοεί τας βίας και τας αρπαγάς των παρθένων, των παίδων, όσαι καθ’ ημέραν συμβαίνουσιν εις την Θεσσαλονίκην, ώστε να αναγκάζονται οι άθλιοι γονείς να μακρύνωσιν από την ασέλγειαν των βδελυρών Γιανιτσάρων. Τις δεν έφριξεν ακούων την καταδυναστείαν και τους αφορήτους φόρους (…) Τις δεν εθρήνησε τους εκτοπισμούς και τας μετοικεσίας τοσούτων Γραικών, όσοι μην υποφέροντες πλέον τον Οθωμανικόν ζυγόν, εσκορπίσθησαν, εις διαφόρους τόπους της Ευρώπης».
Και ο Κοραής συνεχίζει πιο κάτω γράφοντας για τους Τούρκους ότι «στοχάζονται μόνον εαυτούς αξίους και της ζωής και της ευδαιμονίας, και μεταχειρίζονται τους υπ’ αυτούς με ασυγκρίτως περισσοτέραν ασπλαχνίαν αφ’ όσην δεικνύουσι και εις αυτά τα άλογα κτήνη, όσοι ανόμως και χωρίς κρίσεως αδικούσιν, ατιμάζουσι, σφάζουσι τους υπηκόους».[3]
Ποιοι έκαναν την Επανάσταση του 1821;
Μας το λέει με κάθε σαφήνεια ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης: «Ως μία βροχὴ ἔπεσε εἰς ὅλους μας ἡ ἐπιθυμία τῆς ἐλευθερίας μας, καὶ ὅλοι, καὶ ὁ κλῆρος μας καὶ οἱ προεστοὶ καὶ οἱ καπεταναῖοι καὶ οἱ πεπαιδευμένοι καὶ οἱ ἔμποροι, μικροὶ καὶ μεγάλοι, ὅλοι ἐσυμφωνήσαμε εἰς αὐτὸ τὸ σκοπὸ καὶ ἐκάμαμε τὴν Ἐπανάσταση.»[4]
Πότε σχεδιάστηκε να ξεσπάσει η Επανάσταση;
Θεόδωρος Κολοκοτρώνης: «Εις τα ’20 με ήλθον γράμματα από τον Υψηλάντη δια να είμαι έτοιμος, καθώς και όλοι οι εδικοί μας. 25 Μαρτίου ήτον η ημέρα της γενικής επαναστάσεως (…) Έστειλα και εις τας επαρχίας της Μεσσηνίας, Μιστρός, Καρύταινας, Φαναριού, Λεονταριού, Αρκαδίας, της Τριπολιτσάς, και ήλθον εκεί οπού ευρισκόμουν, και τους έλεγα, ότι την ημέρα του Ευαγγελισμού να είναι έτοιμοι, και κάθε επαρχία να κινηθή εναντίον των Τούρκων των τοπικών».[5]
Αμβρόσιος Φραντζής: «Ο Γρηγόριος Δικαίος κατετάραττε συνεχώς τον εγκέφαλον των πάντων, παρουσιαζόμενος ως αντιπρόσωπος προσωρινός του Α. Υψηλάντου, και παριστάνων θετικώς ότι η ημέρα της ενάρξεως είναι διωρισμένη πανταχού η 25 Μαρτίου, ότι την αυτήν ημέραν πυρπολείται ο Σουλτανικός στόλος, ότι δίδεται πυρ εις όλην την Κωνσταντινούπολιν, ότι φονεύεται ο Σουλτάνος (…) Αυτά ταύτα διεφημίζοντο και από μέρους του Θ. Κολοκοτρώνη, του Νικηταρά, και Αναγνωσταρά».[6]
Υπήρχε επαναστατική δράση την 25η Μαρτίου;
Οι πολιορκητές του Νεοκάστρου Μεσσηνίας σε ανακοίνωσή τους στις 5 Αυγούστου 1821 έγραφαν τα ακόλουθα για την 25 Μαρτίου:
«Φανερώνομεν οι κάτωθι υπογεγραμμένοι αρχιστράτηγοι, οι καπεταναίοι ξηράς και θαλάσσης, ότι από τας 25 Μαρτίου του παρόντος χρόνου, κατά την υψηλήν προσταγήν, ήλθομεν με τα στρατεύματά μας της ξηράς, καθώς και διά θαλάσσης με τα καράβιά μας, και επολιορκήσαμεν το κάστρον το λεγόμενον Νεόκαστρον».[7]
Με γράμμα του σταλμένο ανήμερα την 25η Μαρτίου 1821 ο Ιάκωβος Θεοδωρίδης ανακοίνωνε την έναρξη της επανάστασης στην περιοχή Μεγαρίδος/ Δερβενοχωρίων ακριβώς την ημέρα αυτή:
«Από σήμερον κάμωμεν Ανάστασιν (δηλ. επανάσταση) εις την Μπέρα-χώρα και εις την Μπίσιαν».[8]
Την 25η Μαρτίου η Επανάσταση είχε γενικευτεί σε όλη την Πελοπόννησο. Ο γραμματέας του Θ. Κολοκοτρώνη Μιχαήλ Οικονόμου γράφει:
«Την ημέραν ταύτην της 25 Μαρτίου 1821 ακριβώς ευρέθησαν άπαντες εις τας επαρχίας, εις τας οποίας έκαστος ανήκεν, η σημαία του σταυρού υψώθη συγχρόνως πανταχού, και η επανάστασις αρχήσασα, ελάμβανε διαστάσεις εν Πελοποννήσω κατά ταύτην την κλητήν και ευλογημένην ημέραν».[9]
Και ο Πελοποννήσιος προεστός Κανέλλος Δεληγιάννης στα Απομνημονεύματά του τονίζει:
«Εγενικεύθη ο αγών εις όλας τας τάξεις των Πελοποννησίων μέχρι 25 των Μαρτίου, ώστε καθιερώθη αυτή η εθνοσωτήριος ημέρα του Ευαγγελισμού, ως ημέρα της παλιγγενεσίας».[10]
Ο σκοπός της Επανάστασης:
Στην περίφημη προκήρυξη που εξέδωσε ο Αλέξανδρος Υψηλάντης από το Ιάσιο της Μολδαβίας στις 24 Φεβρουαρίου 1821 διακήρυσσε:
«Η ὥρα ἦλθεν, ὦ Ἄνδρες Ἕλληνες! (…) Εἶναι καιρὸς νὰ ἀποτινάξωμεν τὸν ἀφόρητον τοῦτον Ζυγόν, νὰ ἐλευθερώσωμεν τὴν Πατρίδα, νὰ κρημνίσωμεν ἀπὸ τὰ νέφη τὴν ἡμισέληνον νὰ ὑψώσωμεν τὸ σημεῖον, δι’ οὗ πάντοτε νικῶμεν! λέγω τὸν Σταυρόν, καὶ οὕτω νὰ ἐκδικήσωμεν τὴν Πατρίδα, καὶ τὴν Ὀρθόδοξον ἡμῶν Πίστιν ἀπὸ τὴν ὰσεβῆ τῶν ἀσεβῶν Καταφρόνησιν.»[11]
[1] Δημήτριος Θεολόγος, Η Παιδαγωγική σκέψη και πράξη στις Διδαχές του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού, Θεσσαλονίκη 2012, σελ. 93-4, (διδακτορική διατριβή).
[2] Ρήγα Βελεστινλή, Τα Επαναστατικά – Νέα Πολιτική Διοίκησις, Επιστημονική Εταιρεία Μελέτης Φερών – Βελεστίνου – Ρήγα, 5η έκδοση, 2005, σελ. 16-7.
[3] Αδαμάντιου Κοραή, Αδελφική Διδασκαλία, στο Α. Κοραή, Άπαντα, τόμος 2, εκδ. Μπίρης (χ.χ.), σελ. 16, 21.
[4] Ο Λόγος του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη στην Πνύκα, Ίδρυμα της Βουλής των Ελλήνων για τον Κοινοβουλευτισμό και τη Δημοκρατία, σελ. 13.
[5] Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, Απομνημονεύματα, σελ. 55, 57, έκδοση της Παναρκαδικής Ομοσπονδίας Ελλάδος.
[6] Αμβροσίου Φραντζή, Επιτομή ης Ιστορίας της Αναγεννηθείσης Ελλάδος, τ. Α΄, 1839, σελ. λ΄ και σελ. 324.
[7] Αρχεία της Ελληνικής Παλιγγενεσίας, Τόμος 1, σελ. 445, εν Αθήναις 1857, επανέκδοσις υπό της Βιβλιοθήκης της Βουλής 1971. Το ανακοινωθέν υπογραφουν 16 πρόσωπα, με πρώτη την υπογραφή του Επισκόπου Μεθώνης Γρηγόριου, που ήταν επικεφαλής της πολιορκίας.
[8] Ιωάννης Φιλήμων, Ιστορικόν Δοκίμιον περί Ελληνικής Επαναστάσεως, τ. Γ΄, σελ. 418.
[9] Μ. Οικονόμου, Ιστορικά της Ελληνικής Παλιγγενεσίας, σελ. 88.
[10] Κανέλλος Δεληγιάννης, Απομνημονεύματα, εκδ. Πελεκάνος, 2005, σελ. 205.
[11] Ιωάννης Φιλήμων, Ιστορικόν Δοκίμιον περί Ελληνικής Επαναστάσεως, τ. Β΄, σελ. 79, 81.