Πέρα από την αντιμετώπιση της οικονομικής και δημοσιονομικής κρίσης οι κυβερνήσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των ΗΠΑ θα πρέπει να μελετήσουν την αναδιάταξη των πολιτικών τους των σχετικών με την εκπαίδευση και το ρόλο του κράτους στην οικονομία.
Σ’ ένα πιο προχωρημένο στάδιο, θα πρέπει να μελετηθούν και να αξιολογηθούν οι επιπτώσεις της κατάργησης του προστατευτισμού και της παγκοσμιοποίησης. Ακόμη θα πρέπει να εξεταστεί η έννοια της ανάπτυξης και να συνδεθεί με τα ισχύοντα δεδομένα. Σήμερα, ενώ συμπληρώνονται 40 χρόνια από την επίσκεψη των Νίξον-Κίσσιγκερ στο Πεκίνο το 1972, βρισκόμαστε σε μία κατάσταση στην οποία η παγκόσμια μεταποιητική δραστηριότητα φαίνεται να συγκεντρώνεται στην Ασία. Παράλληλα, πλούτος και τεράστιοι πόροι μεταφέρονται στην ασιατική ακτή του Ειρηνικού με αποτέλεσμα η ανάπτυξη να περιορίζεται μόνο σε ορισμένες χώρες εκτός της Δύσης. Αυτό σημαίνει την ενδεχόμενη ανατροπή των οικολογικών δεδομένων, αλλά και την ανατροπή της ισορροπίας δυνάμεων, τουλάχιστον όσο αυτή περιορίζεται στην οικονομική σφαίρα.
Το κύριο διακύβευμα όμως βρίσκεται στο μέλλον. Η Ασία σήμερα εκπαιδεύει περισσότερους επιστήμονες και μηχανικούς από όσους εκπαιδεύουν η Ευρωπαϊκή Ένωση και οι ΗΠΑ μαζί. Ήδη, φέτος λέγεται ότι θα χορηγηθούν περισσότερες ευρεσιτεχνίες στη Κίνα, παρά σε οποιαδήποτε άλλη χώρα. Δεν είναι απίθανο σε λίγα χρόνια η Δύση να απολέσει συνολικά το πλεονέκτημά της για πρωτοποριακή επινόηση και έλεγχο σε κρίσιμους κλάδους.
Οι δυτικοί Ευρωπαίοι και οι Αμερικανοί εργαζόμενοι θα βρεθούν μπροστά σε εκπλήξεις. Κατά τα προηγούμενα χρόνια υπήρχε η βεβαιότητα ότι οι δυτικές κοινωνίες και οι κυβερνήσεις τους θα μπορούσαν να εξασφαλίζουν εσαεί σταθερή εργασία και να εγγυώνται βελτίωση της καταναλωτικής δύναμης των εργαζομένων χρόνο με το χρόνο. Υπήρχε επίσης η σιγουριά των επιδοτήσεων και της δυνατότητας που παρείχαν οι δυτικές κυβερνήσεις για μόρφωση και εκπαίδευση, που θα βελτίωναν συνεχώς τις αποδοχές των εργαζομένων. Είχε εδραιωθεί έτσι η ασυναίσθητη πεποίθηση του συνεχώς βελτιούμενου επιπέδου ζωής.
Δυστυχώς, η μεγάλη κρίση που άρχισε το 2008 αποκάλυψε πλέον μια πραγματικότητα που φαίνεται ζοφερή. Όπως δείχνουν τα στατιστικά στοιχεία, η πλειονότητα των εργαζομένων διαθέτει πλέον μία παρακμάζουσα αγοραστική δύναμη. Σε πολλές χώρες της Δύσης τα εισοδήματα των εργαζομένων είναι καθηλωμένα για αρκετά χρόνια. Στις ΗΠΑ, μάλιστα, τα εισοδήματα του μέσου εργαζόμενου με πανεπιστημιακό δίπλωμα έχουν καθηλωθεί εδώ και 30 χρόνια. Παρά τη σχετική επιτυχία της χώρας μας, σε πολλές χώρες της Δύσης η εκπαίδευση και η άνοδος του μορφωτικού επιπέδου δεν οδήγησαν σε κοινωνική ισότητα και κινητικότητα, ώστε να δικαιολογηθούν οι υποσχέσεις για καθολική και ίση ευκαιρία βελτίωσης.
Η εμπιστοσύνη στην εκπαιδευμένη και ειδικευμένη εργατική δύναμη, η οποία είναι αρκετή για να δημιουργήσει ανάπτυξη και να αντιμετωπίσει τον ανταγωνισμό, κλονίζεται. Η εργατική δύναμη μπορεί να μεταναστεύσει όπως συμβαίνει συστηματικά εδώ και χρόνια με τους ανειδίκευτους εργάτες. Όπως οι ανειδίκευτοι εργάτες έγιναν ανταλλάξιμοι μεταφερόμενοι από χώρα σε χώρα, έτσι και οι ειδικευμένοι θα γίνουν μεταφερόμενοι εργαζόμενοι στον κόσμο των νέων τεχνολογιών.
Η Δύση θα στερηθεί τα εργοστάσιά της μαζί με τους ειδικευμένους εργαζόμενους που είναι μοναδικοί στον κόσμο. ΄Εχει λοιπόν μέλλον η παγκοσμιοποίηση, τώρα που γυρνά σαν μπούμερανκ και χτυπά τους επινοητές της;
Μπροστά στη βεβαιότητα της μόνιμης παρακμής του επιπέδου ζωής, ανάλογου περιορισμού της κατανάλωσης και την απαξίωση του πλεονεκτήματος της εκπαίδευσης και της ειδίκευσης, οι εργαζόμενοι της Δύσης θα αντιδράσουν. Με ποια πολιτικά μέσα και με ποιες μορφές θα γίνει αυτό δεν φαίνεται ακόμη να έχει μορφοποιηθεί. Ίσως η παγκοσμιοποίηση σταματά εδώ.
Δημήτρης Μαυρίδης