Δεν μπορώ να δεχθώ ότι είναι στην φύση του Έλληνα, ή στην ανθρώπινη φύση γενικά, η μανία του τζόγου, η υπερποσία αλκοόλ, το ρεκόρ θανάτων στην άσφαλτο, το υπερβολικό κάπνισμα, η αποχαύνωση, ο αλληλοσπαραγμός για αθλητικά θεάματα, η αδυναμία συλλογικών επιτευγμάτων. Αυτή η ιδέα είναι φθηνή δικαιολογία για να παρηγορούμεθα με την γενικότερη αποτυχία της ελληνικής κοινωνίας, μιας κοινωνίας αδιάφορων ατόμων, κοινωνίας κατ’ όνομα, δίχως οργανωμένη πρόνοια, εθελοντικό φρόνημα και ανθρωπιστική διάθεση.
Η δε υπόθεση τζόγος στην Ελλάδα, που θα μάς απασχολήσει στο παρόν, έχει γίνει αντικείμενο εκμετάλλευσης από μια μόνιμη ανάρμοστη συμμαχία της εκάστοτε κυβέρνησης με τα οικονομικά συμφέροντα που διαχειρίζονται τον τζόγο με σκοπό την οικονομική απομύζηση κυρίως των οικονομικά αδυνάμων συμπολιτών μας. Ο τζόγος πορεύτηκε, όπως κάθε κακή συνήθεια στην ημεδαπή, και εφαρμόστηκε γι’ αυτόν το γνωστό “γιατρικό”: επιφανειακή ανάλυση του νοσηρού φαινομένου μέσα από στερεότυπα –> ενημέρωση για λόγους απενοχοποίησης τής κρατικής ανικανότητας που φθάνει τα όρια της συνενοχής –> εξοικείωση με το φαινόμενο και βαθμιαία συγκάλυψη των επιπτώσεων –> σταδιακή νομιμοποίηση του φαινομένου με την αιτιολογία ότι δεν μπορεί να καταπολεμηθεί και ότι τέλος πάντων εναπόκειται στην παιδεία του καθενός γιατί ο καθένας είναι ελεύθερος να βλάπτει τον εαυτό του κτλ. Είθισται στα ανεπτυγμένα καπιταλιστικά κράτη η γενίκευση της εκάστοτε κοινωνικής μάστιγας να αντιμετωπίζεται με την εκτονωτική χρήση της ανάλυσης, διαδικασία που μειώνει τον φόβο απέναντι στην βλαπτικότητά της (απομύθευσή της) και ακολούθως την συλλογική θέληση/απόφαση για συντριβή της. Μοναδικό μέτρο προβάλλεται η νομιμοποίηση της μάστιγας (βλ. περίπτωση προτάσεων για νομιμοποίηση ακόμη και των ναρκωτικών ουσιών!), προκειμένου δήθεν να ελεγχθεί ή να τήν απομακρύνει από τα οργανωμένα κέντρα του υποκόσμου. Στην πραγματικότητα τα φιντάνια της γραφειοκρατίας προτιμούν να ανακηρύξουν το Κράτος σε Μέγα Νταβατζή πάσης φύσεως παράγοντα εξαθλίωσης του μαζοποιημένου λαού, προκειμένου η Εξουσία να γίνει αυτή που θα αποκομίζει τα έσοδα για λογαριασμό του δημόσιου κορβανά και του ιδιωτικού πάντοτε κεφαλαίου που “είχε πρώτο την ιδέα”.
Ωστόσο, με την εφαρμογή της νομιμοποίησης το έγκλημα απεγκληματοποιείται, διότι τώρα αποφέρει στο Κράτος, το ανήθικο βαπτίζεται ηθικό, το μαύρο εξωραΐζεται σε λευκό και μεταμορφώνεται σε αποδεκτή δραστηριότητα, προσιτή σε ανθρώπους, στους οποίους άλλως ποτέ δεν θα είχε πρόσβαση. Ο πειρασμός της δοκιμής αυξάνεται με γεωμετρική πρόοδο, διαδίδεται σε συγγενείς και φίλους, αποκτά πρόσβαση παντού. Τα παρατημένα σε μια γωνιά ή ένα τραπέζι σύνεργα της ανοησίας ενός ανθρώπου μπορούν επίσης να γίνουν τα σύνεργα για το ταξίδι προς την καταστροφή του πλησίον, συνήθως του ανήλικου, του ανενημέρωτου, του αφελούς… Σκέπτομαι πόσα κακά παραδείγματα γονέων υπάρχουν: ο απελπισμένος πατέρας που τρέχει στα προποτζίδικα και περιμένει εναγωνίως τα αποτελέσματα της κληρωτίδας ή της τελευταίας αγωνιστικής, η απονενοημένη μητέρα που συμπληρώνει το “τυχερό” δελτίο μαζί με τα παιδιά της εν είδει παιχνιδιού…
Ειδικά στην περίπτωση του τζόγου, η έξις αυτή γίνεται ένας επί πλέον επαχθής φόρος στους ώμους των μη προνομιούχων Ελλήνων, ο Φόρος των Ηλιθίων, των ηλιθίων που αφιερώνουν ένα μεγαλύτερο ή μικρότερο τμήμα του γλισχρού μισθού τους για να αγοράσουν τις εβδομαδιαίες κούφιες ελπίδες που πωλούν τα “νόμιμα” τυχερά παίγνια. Είτε παίζοντας με ομάδες, είτε με αριθμούς, είτε με τραπουλόχαρτα, είτε με κουλοχέρηδες ηλεκτρονικούς και μη, οι Έλληνες νομίζουν ότι θα πλουτίσουν σε μια στιγμή. Ζητούν να λυτρωθούν μονομιάς από την οικονομική τους ανέχεια και τα πιεστικά τους προβλήματα. Αυτό που κατορθώνουν στην πραγματικότητα, όμως, είναι να τρίβουν τα χέρια τους ευχαριστημένοι οι οικονομολόγοι του Υπουργείου Οικονομικών που βλέπουν το Κράτος να βγάζει από την ηλιθιότητά μας το χαρτζιλίκι του και οι ιδιώτες, με τους οποίους συνεργάζεται το Κράτος στο αήθες άρμεγμα των πολιτών του.
Η “νομιμοποίηση” του τζόγου υποστηρίχθηκε με την σκέψη ότι έτσι θα μειωθεί σημαντικά ο παράνομος τζόγος και η δραστηριότητα του υπόκοσμου που τόν διαχειριζόταν. Φυσικά η αισιόδοξη πρόβλεψη διαψεύστηκε (6,5 δισ. € ο ετήσιος παράνομος τζόγος στην Ελλάδα το 2007!!!), όπως διαψεύστηκε στην Ολλανδία η “μεγαλοφυής” ιδέα ότι επιτρέποντας την διανομή ναρκωτικών, λες και είναι τσίχλες, θα έπεφτε ο αριθμός των χρηστών και θα χρεωκοπούσαν οι ναρκέμποροι. Και άλλες ανοησίες επιστρατεύθηκαν για να πεισθεί η κοινωνία να πιει με ανακούφιση το προσφερόμενο δηλητήριο: τι ότι με τα έσοδα από τον νόμιμο τζόγο θα χρηματοδοτηθούν μεγάλα έργα (στην πραγματικότητα μέσα από την επιλεγμένη διαφήμιση του ΟΠΑΠ χρηματοδοτούνται διάφορα ΜΜΕ και φυσικά το Ταμείο των δημοσιογράφων!), τι το επιχείρημα ότι ”όταν απαγορεύουμε κάτι το κάνουμε πιο επιθυμητό” και άλλα τέτοια μοντέρνα ψυχολογικά κλισεδάκια του περασμένου “προοδευτικού” 20ου αι. Οι αριθμοί, ωστόσο, λέγουν την αλήθεια:
Φυσικά εδώ δεν γίνεται καν λόγος για τις επώδυνες συνέπειες: για τις εκατοντάδες κατεστραμμένες οικογένειες, τα καθημερινά δράματα, τις αιτήσεις στο Πρωτοδικείο Αθηνών αυταπαγόρευσης από τα καζίνα, τις αγωνιώδεις ουρές στα προποτζίδικα για το ΚΙΝΟ κτλ. Η είδηση είναι έτσι γραμμένη που στα πλαίσια της αποχαύνωσης του πολίτη αυτός ίσως θα μπορούσε να νιώθει ακόμη και υπερηφάνεια που ο κρατικός φορέας βρήκε έναν έξυπνο τρόπο να αυξήσει τα δημόσια έσοδα. Κούνια που μάς κούναγε…
.