H αποβολή της Ελλάδος από τους μηχανισμούς εφαρμογής του Πρωτοκόλλου του Κύοτο για τον έλεγχο και περιορισμό των εκπομπών αερίων ρύπων αντιμετωπίσθηκε από τον ελληνικό Τύπο και την πολιτική ηγεσία ως διαπόμπευση της χώρας μας. «Χαστούκι», «ρεζίλι», «εξευτελισμός» ήταν οι λέξεις που κυριαρχούσαν στους τίτλους των μεγαλύτερων ΜΜΕ. Η Ελλάδα φαίνεται εκτεθειμένη στα μάτια της παγκόσμιας κοινότητας, όπως διασύρεται στα μάτια του χωριού ένας συγχωριανός με προκλητικά επιζήμια και αναξιόπιστη συμπεριφορά.
Η ευαισθησία για τις οδυνηρές συνέπειες φυσικά δεν απουσιάζει. Πλην όμως, οι διατυπώσεις δεν στερούνται σημασίας. Και στην περίπτωση αυτή,όπου η Ελλάδα, μόνη από 141 χώρες, ανεπτυγμένες δημοκρατίες, αναπτυσσόμενα ημιδημοκρατικά καθεστώτα, τριτοκοσμικές δικτατορίες, αποβάλλεται με την κατηγορία της ελλείψεως ελεγκτικών μηχανισμών από μία διεθνή συνθήκη, η ορολογία διασυρμού φανερώνει μία ενδιαφέρουσα πτυχή της συλλογικής μας ψυχής: το «ελληνικό φιλότιμο» εξακολουθεί να θίγεται,όχι τόσο γιατί οι ίδιοι στερούμε από εμάς και τα παιδιά μας το μέλλον (όχι ένα καλό μέλλον,οποιοδήποτε μέλλον), αλλά κυρίως γιατί συνελήφθημεν να το διαπράττουμε και εκτεθήκαμε -όχι στα μάτια των παιδιών μας,αλλά στους ξένους.
Θα είχε ενδιαφέρουν μία ενδοσκόπηση για να διαπιστώσουμε τι μας χαρίζει αυτήν την παγκόσμια πρωτοτυπία; Πιθανόν, εφόσον η διάγνωση είναι το πρώτο βήμα της θεραπείας. Κατά πρώτον, υπάρχουν ακόμη ορισμένες χώρες που δεν έχουν υπογράψει το σχετικό πρωτόκολλο. Δεν αναγνωρίζουν ότι υπάρχει πρόβλημα ή κάτι επίμεμπτο στον τρόπο ανάπτυξής τους και δεν λαμβάνουν κανένα μέτρο. Υπάρχουν πολύ περισσότερες που προσχωρούν στο πρωτόκολλο, αναγνωρίζουν το πρόβλημα, και προσπαθούν, ενθουσιωδώς ή απρόθυμα, να το επιλύσουν. Μόνοι οι Έλληνες, καίτοι προσχωρήσαντες στο διεθνές Πρωτόκολλο, αρνούνται πεισματικά να δημιουργήσουν ελεγκτικούς μηχανισμούς, που θα καταγράφουν τη σημειούμενη πρόοδο. Ο λόγος προφανής: Δεν θέλουμε να έρθουμε αντιμέτωποι με την πραγματικότητα,γιατί θα μας αναγκάσει να λάβουμε μέτρα επώδυνα για τα συμφέροντα ισχυρών μελών της κοινωνίας μας με επιρροή στην σταδιοδρομία των πολιτικών ταγών μας,επώδυνα ίσως και για το κοινωνικό σύνολο στην καθολικότητα του. «Ίσως το φως θα ‘ναι μια νέα τυρρανία. Ποιός ξέρει τι καινούρια πράγματα θα δείξει.»
Αν δεν επιθυμούσαμε να αναλάβουμε τόσο επώδυνες δεσμεύσεις,γιατί προσχωρήσαμε στο Κυότο; Ασφαλώς η Ελλάδα δεν επιθυμεί να υστερήσει σε οικολογική ευαισθησία στα μάτια του παγκόσμιου χωριού. Θα αποδειχθεί επομένως πολύ γενναιόδωρη στις υποσχέσεις, δεδομένου ότι οι τελευταίες (θεωρεί ότι) είναι αδάπανες. Εθισμένη στη ρητορεία της κενολογίας που επικρατεί στο εσωτερικό και αναπαράγει επιτυχώς, προσώρας, το κρατούν σύστημα, η εθνική αντιπροσωπεία θα υπολάβει εσφαλμένως ότι η προσχώρηση σε μία διεθνή συνθήκη ομοιάζει με τα «κατά συνθήκην ψεύδη» που αφειδώς μοιράζονται στις κοσμικές περιστάσεις.
Και η Κλιματική Καταστροφή; Πώς θα αντιμετωπιστεί; Άγνωστο-αλλά τελικά ποιος ενδιαφέρεται; Ας ασχοληθούν οι «κουτόφραγκοι»! Ίσως η πικρή αλήθεια να καταστεί πιο εύπεπτη με έναν ανώδυνο ευφημισμό: «κλιματική αλλαγή». Είναι και αυτή μια κάποια λύσις.Το ελληνικό σύστημα εξουσίας (υπερκομματικό και υπέρπολιτικό μεν,όχι όμως απρόσωπο) ουδέν σχέδιο έχει εκπονήσει και καμιά διάθεση δεν έχει να ασχοληθεί με το θέμα. Εν προκειμένω, δεν εμφανίζεται ανακόλουθο προς το λαϊκό αίσθημα. Οι Έλληνες καταγράφουν ρεκόρ οικολογικής ευαισθητοποίησης στις δημοσκοπήσεις και ομολογούν ρεκόρ αδράνειας στην πράξη. Δηλώνουν ελάχιστα ενημερωμένοι για το ζήτημα-αναμενόμενα, αφού η τηλεοπτική οχλαγωγία που επιλέγουν για την πληροφόρησή τους δεν προσφέρεται για τη διαφώτισή τους. Και παρά την ευαισθησία τους για τα δεινά του πλανήτη,εγκληματούν συστηματικά σε βάρος του τοπικού περιβάλλοντος με χαρακτηριστική ομογνωμία -από τον αρμόδιο υπουργό και νομάρχη, από τον ισχυρό βιομήχανο μέχρι τον απλό πολίτη που «θέλει να αφήσει ένα (αυθαίρετο) σπίτι στα παιδιά του».
Εκείνο που οπωσδήποτε δεν θα αφήσει στα παιδιά του,είναι μια ζωή άξια του ονόματός της. Οι προαναγγελόμενες από επιστήμονες μέρες μίας θεσσαλικής ερήμου, μίας μεγάλης Πείνας, μίας μεγάλης Δίψας δεν ανήκουν στο μέλλον, αλλά αρχίζουν ήδη να πραγματοποιούνται. «Έως πότε πενθήσει η γη και πας ο χόρτος του αγρού ξηρανθήσεται από κακίας των κατοικούντων εν αυτή; Ηφανίσθησαν κτήνη και πετεινά ότι είπαν: ουκ όψεται ο Θεός οδούς ημών.» Θα μπορούσε να είναι επιστημονική πρόβλεψη, είναι όμως μία προφητεία του Ιερεμία που αναγιγνώσκεται στις ασφυκτικά γεμάτες εκκλησίες τη Μ. Εβδομάδα. Άγνωστο πόσοι την ακούν,άλλωστε και εκεί μετρά πολύ το ανθρωπάρεσκο «θεαθήναι».
* O Αλέξανδρος Ντάσκας είναι τελειόφοιτος φοιτητής της Νομικής Αθηνών και ρεπόρτερ/δημοσιογράφος του περιοδικού “Πολιτικά και Κοινωνικά Θέματα”.
.