Η δημοτική κίνηση «Αθήνα για την Ελλάδα» και η ιστοσελίδα cognoscoteam.gr οργανώνουν το Σάββατο 13 Απριλίου 2019 στις 19.30 εκδήλωση – συζήτηση με θέμα:
«Για την εθνική ταυτότητα. Είναι η διατήρηση της επίκαιρη;»
– Ο Γιώργος Καραμπελιάς, υποψήφιος δήμαρχος Αθηναίων και συγγραφέας θα συνομιλήσει με τους:
Μάριος Νοβακόπουλος, Διεθνολόγος
Νίκος Παππάς, Πολιτικός Επιστήμονας – Ιστορικός
Μιχάλης Ρέττος, Φιλόλογος – ιστορικός
Θα ακολουθήσει μουσική βραδιά
στον χώρο πολιτικής και πολιτισμού Ρήγας Βελεστινλής, Ξενοφώντος 4, Σύνταγμα
4 comments
Aφού ο τίτλος/θέμα της εκδήλωσης είναι «Για την εθνική ταυτότητα. Είναι η διατήρηση της επίκαιρη;» γιατί το άρθρο προσθέτει και την λέξη “διακύβευμα” η οποία -παρεμπιπτόντως- δεν είναι υπαρκτή λέξη, τουλάχιστον στο επίσημο Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (ΛΚΝ) που υπάρχει και στο διαδίκτυο. Εν πάσει περιπτώσει αφού το αποτέλεσμα της ενέργειας του ρήματος “διακυβεύω” είναι η “διακύβευσις”. Τι στο καλό σημαίνει “το διακύβευμα”;
Το διακύβευμα *είναι* υπαρκτή λέξη. Υπάρχει σίγουρα ως λήμμα στο Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας του Γ. Μπαμπινιώτη:
διακύβευμα (το) (διακυβεύματος | διακυβεύματα, διακυβευμάτων) αυτό που μπορεί να κερδίσει ή να χάσει κανείς σε ένα εγχείρημα ή επιχείρηση· αυτό το οποίο επιδιώκει να πετύχει, να κερδίσει κ.λπ. κανείς σε ανταγωνισμό: «το βασικό διακύβευμα τής επόμενης εκλογικής μάχης θα είναι “ποιος” και “πώς” θα διαχειριστεί τη μετά-ΟΝΕ εποχή» (εφημ.) || πολιτικό διακύβευμα / οικονομικό διακύβευμα/ κοινωνικό διακύβευμα/ πολιτιστικό διακύβευμα ΣΥΝ. (μτφ.) στοίχημα. ΕΤΥΜ. < διακυβεύω (βλ.λ.), απόδ. τού γαλλ. enjeu)
Πολλοί γλωσσολόγοι και γλωσσολογούντες έχουν διασταυρώσει ξίφη για την ορθότητα της λέξης. Προσωπικά συμμερίζομαι την άποψη οτι [είναι χρήσιμη διότι δεν ταυτίζεται με τη «διακύβευση». Διακύβευση είναι η ενέργεια, διακύβευμα το αντικείμενο της ενέργειας – ίδια διαφορά όπως ανάμεσα σε «ποίημα» και «ποίηση»].
Δυστυχώς, η κατά κόρον χρήση της λέξης υπό μορφή αφόρητων κλισέ ("το διακύβευμα των εκλογών", κλπ) την έχει φορτίσει αρνητικά, μέ ό,τι αυτό συνεπάγεται.
Διακύβευμα λέγεται στά ἑλληνικά τό ρίσκο.
Bασίλη –
To λεξικό Μπαμπινιώτη ΔΕΝ αποτελεί αξιόπιστη πηγή και ελπίζω να μην χρειαστεί να σου εξηγήσω τον λόγο. Ο τύπος αυτός, πέρα από την όποια μόρφωσή του, είναι κλασικό παράδειγμα καιροσκόπου. Από τον καιρό της “χούντας” έγλειφε προκειμένου να γίνει καθηγητής Πανεπιστημίου (και τα κατάφερε) μετά ως φελλός επέπλευσε όλων των επομένων καταστάσεων όπου κυβέρνηση ήταν “δεξιά”, πέρασε από πολλές θέσεις χωρίς να αφήσει κάτι το αξιόλογο, και εμπλέκεται σε υπόθεση όπου με τις γνωριμίες του κατάφερε να μην διωχθεί η κόρη του για σεξουαλική παρενόχληση μαθήτριας στο Αρσάκειο όπου ήταν καθηγήτρια και μετά την διόρισε (πάλι στο Αρσάκειο από όπου είχε διωχθεί) με τρόπο ανήθικο (την προσέλαβε ο ίδιος στο γραφείο του). Τέλος, μέχρι και την λέξη “βούλγαρος” λεξικογράφησε (αν είναι δυνατόν) για να την αφαιρέσει (αν είναι δυνατόν) στην επόμενη έκδοση μετά την κατακραυγή που ακολούθησε. Ο “μπαμπι” δεν είναι τίποτε άλλο από ένας διεφθαρμένος πολιτικάντης ο οποίος αντί να υπηρετήσει την “επιστήμη” του προσπαθεί να πολιτικολογήσει με κάθε τρόπο θεμιτό και μη. Παρεμπιπτόντως έτυχε να τον γνωρίσω προσωπικά και να συνομιλήσω μαζί του σε επίσκεψη που έκανε στο Σικάγο των ΗΠΑ (ναι είμαι ομογενής) περίπου 10 χρόνια πριν, και πληροφορώ την ομήγυριν ότι δεν με εντυπωσίασε καθόλου αντιθέτως τον βρήκα κάπως υπερόπτη και υπερφίαλο.
Ας ασχοληθούμε όμως με το “διακύβευμα” ως “νέα” λέξη η οποία δεν συναντάται παρά μόνο τις τελευταίες δεκαετίες. Άρχισαν να την χρησιμοποιούν -κυρίως- οι λεγόμενοι “αριστεροί” οι οποίοι ως γνωστόν έχουν την τάση να εφευρίσκουν, να χρησιμοποιούν και να διαδίδουν σόλοικα και νεολογισμούς, με σκοπό να εντυπωσιάσουν τους ημι/αμαθείς, χωρίς όμως να λένε τίποτα το ουσιαστικό. Πλείστα τα παραδείγματα, ψάξε για “εκφράσεις μαργαριτάρια πολιτικών” και θα πειστείς.
Κάνεις λάθος σχετικά με την ποίηση και το ποίημα. Και τα δύο -εν τέλει- σημαίνουν το ίδιο πράγμα. Το ρήμα είναι “ποιώ” και το αποτέλεσμα του ποιώ είναι η “ποίησις”. Το “ποίημα” είναι επίσης το αποτέλεσμα του ποιώ, απλώς στην δημοτική ελληνική γλώσσα, η τάση του λαού είναι να δημιουργεί ουσιαστικά (ως αντικείμενα δηλωτικά της ενέργειας ενός ρήματος) από τις αρχαίες λέξεις, και τα οποία λήγουν σε -μα. Π.χ. στρώνω – στρώμα (αντί στρώσις) πράττω – πράγμα (αντί πράξις), μάλιστα εσχάτως εσχάτως ακούγεται πολύ και ο νεολογισμός “πρόταγμα” αντί του σωστού “πρότασις” από το προτάσσω το οποίο ΚΑΙ αυτό όπως το “διακύβευμα” σωστά (πολύ σωστά μάλιστα) ΔΕΝ έχει λεξικογραφηθεί στο ΛΚΝ (το οποίο σημειωτέον βασίζεται και είναι -ουσιαστικώς- συνέχεια του μεγίστου του είδους Μανόλη Τριανταφυλλίδη).
Επίσης, το διακυβεύω ανήκει στα ρήματα που λήγουν είς -εύω. Π.χ. Πρεσβεύω – πρεσβεία και όχι “πρέσβευμα. Πρυτανεύω – πρυτανεία και όχι πρυτάνευμα. Στοχεύω – στόχευσις και όχι στόχευμα.
Ιππεύω – Ίππευσις αλλά στην νέα Ελληνική ΔΕΝ υφίσται ίππευμα, λέμε το (ολίγον αστείο για μένα) …”καβάλημα”!
Όμως, λέμε κέλευσμα από το κελεύω, διότι ΝΑΙ ο όρος υφίσταται διότι είναι πανάρχαια ελληνική λέξη.
Δηλαδή, το ότι κάποια ρήματα στα Νέα Ελληνικά φτιάχνουν ουσιαστικά σε -μα δεν σημαίνει ότι αυτό είναι καθολικός κανόνας. Τότε από το τρώω/τρώγω θα είχαμε το τρώμα/τρώγμα και η γλώσσα θα είχε γίνει καρνάβαλος. Και γιατί π.χ. το ψάχνω ΔΕΝ έχει “ψάγμα”; Ούτε καν μπορεί να σχηματίσει ουσιαστικό δηλωτικό της ενέργειάς του· αλλά “φτιάξαμε” το …”ψαχουλεύω”.
Αλλά έστω όλα αυτά είναι μεμονωμένα παραδείγματα: Πιστεύω ότι ο ουσιαστικός λόγος για τον οποίο λέξη “διακύβευμα” δεν υπάρχει, είναι -κυρίως- ο εξής: Το ρήμα διακυβεύω ΔΕΝ σημαίνει ότι *ΑΝΑΜΕΝΩ να κερδίσω ή να χάσω κάτι από κάποια ενέργεια*. Αντιθέτως, δηλώνει σαφέστατα ότι ΔΕΝ ενεργώ, αλλά αφήνω ένα ζήτημα να εξελιχθεί στην τύχη, δηλαδή χωρίς την δική μου παρέμβαση.
Είναι λοιπόν λάθος η ερμηνεία του Μπαμπινιώτη. Όταν στην νέα ελληνική φτιάχνουμε τέτοια ουσιαστικά που λήγουν σε -μα τότε μιλάμε για το αποτέλεσμα και όχι για το αντικείμενο του ρήματος που είναι γραμματικός όρος και δεν πρέπει να το συγχέουμε. Εδώ έχουμε σημασιολογική ανάλυση. Άρα, “διακύβευμα” θα έπρεπε να είναι ΟΧΙ “αυτό που μπορεί να κερδίσει ή να χάσει κανείς σε ένα εγχείρημα ή επιχείρηση* αλλά αυτή καθ’ αυτή η ΜΗ ΕΝΕΡΓΕΙΑ (δηλαδή η διακύβευσις, διακύβευση στην δημοτική) επί ενός θέματος το οποίο αφέθηκε στην τύχη, δηλ. κάτι για το οποίο ΔΕΝ κάναμε απολύτως τίποτα.
Με το ρήμα “διακυβεύω” αφήνουμε κάτι στην τύχη άρα το αποτέλεσμα μπορεί να είναι θετικό, αρνητικό ή ακόμα και ουδέτερο με τα συμφέροντά μας. Για την ακρίβεια, το ρήμα διακυβεύω ΔΕΝ μπαίνει στον κόπο να προδικάσει το αποτέλεσμα. Απλώς σηματοδοτεί την ΑΔΡΑΝΕΙΑ από πλευράς οποιουδήποτε θα είχε συμφέρον να ενεργήσει με κάποιο τρόπο προσπαθώντας να επηρεάσει την έκβαση κάποιας υποθέσεως. Άρα είναι πλέον φανερό ότι η ερμηνεία Μπαμπινιώτη είναι ελλιπής καθώς αναφέρεται σε κάτι με το οποίο το ρήμα διακυβεύω, πάντοτε σημασιολογικά μιλώντας, δεν εμπλέκεται καν.
Μπορεί οι διάφοροι …”αγράμματοι” να το χρησιμοποιούν με λάθος σημασία, πρόκειται όμως για μία ακόμα “διασταλτική” ερμηνεία η οποία όμως ΔΕΝ προκύπτει από την ετυμολογική και σημασιολογική εξέταση του ρήματος από το οποίο και παράγεται.
Βέβαια, μετά το 1974, στην λεγόμενη Μεταπολίτευση δηλαδή, τόσο οι πολιτικάντηδες που μας (υποτίθεται) “κυβερνούν”, όσο και η λεγόμενη “ελληνική διανόηση” (σε εισαγωγικά διότι ούτε ελληνική φαίνεται να είναι ούτε τον ρόλο της διανόησης παίζει) αλλά και κατά συνέπεια ο ελληνικός λαός που ακολουθεί την ηγεσία του στο στραβό μονοπάτι που μας οδηγούν, όλοι έχουμε έχει βαλθεί να διαλύσουμε ό,τι απόμεινε από κάθε τι ελληνικό. Εγώ προσωπικά δεν θα ακολουθήσω, αλλά θα ακολουθήσω την παράδοση της γνώσης του Μαν. Τριανταφυλλίδη, και απορρίπτοντας λεξικά “σαλταδόρων” της διανόησης (τύπου μπαμπινιώτη) δεν δέχομαι νεολογισμούς όπως το “διακύβευμα”.
ΥΓ1: Το “ρίσκο” σαφώς καλύτερη επιλογή από το ανύπαρκτο “διακύβευμα”, αν και επειδή προέρχεται από παλαιο-ιταλικό risco, μάλλον τείνει να πλησιάζει, σημασιολογικά, το ελληνικό “διακινδυνεύω”.
Από το ΛΚΝ:
ρίσκο το [rísko] Ο39 : κίνδυνος, ενδεχόμενο απώλειας ή αποτυχίας από ενέργεια με αβέβαιη έκβαση: Επιχειρηματικό ~. Mικρό / μεγάλο ~. ΦΡ παίρνω το ~, τολμώ να ρισκάρω, να διακινδυνεύσω.
[παλ. ιταλ. risco]
ΥΓ2: Πρόσφατα διάβασα μερικά άρθρα του καταξιωμένου συγγραφέα Γεωργ. Καραμπελιά. (σημ. ΔΕΝ ανήκω στον ιδεολογικό του χώρο καθώς είμαι 100% ακομμάτιστος λόγω του αισχρού τρόπου διεξαγωγής της πολιτικής στην Ελλάδα) και με έκπληξη είδα ότι χρησιμοποιεί αρκετά συχνά (ώστε πλέον να μην θεωρείται εκ παραδρομής) την λέξη “διαχρονία”. Λέξη “διαχρονία” υπάρχει αλλά σημαίνει την εξέλιξη των γλωσσικών φαινομένων μέσα στον χρόνο. Φαίνεται ότι ο Καραμπελιάς, ως αμετανόητος κομμουνιστής-αριστερός (στο βιογραφικό του μάλιστα καυχιέται ότι ενώ τον Μάη του ’68 στην Ελλάδα ο λαός έκανε αντίσταση στην Χούντα, εκείνος συμμετείχε στην εξέγερση των φοιτητών, όχι στην Αθήνα αλλά στο …Παρίσι όπου είχε πάει να σπουδάσει Ιατρική, αλλά γύρισε …άπραχτος) ο Καραμπελιάς λοιπόν, βαρέθηκε, φαίνεται, την λέξη “διαχρονικός” και …ανακάλυψε την λέξη “διαχρονία”. Διαβάστε άρθρα του θα δείτε ότι έχω δίκιο. Συνεπώς, το φαινόμενο είναι σύνηθες. Οι πολιτικάντηδες και οι αυτόκλητοι διανοούμενοι πλάθουν λέξεις προκειμένου να εντυπωσιάσουν το ποίμνιο και να το οδηγήσουν στο μαντρί. Στην πορεία όμως κάνουν κακό στην ελληνική γλώσσα και την Ελλάδα γενικότερα.
ΕΠΙΜΥΘΙΟ: Η Γλώσσα είναι εργαλείο και σαφώς μας δίνει την δυνατότητα να πλάθουμε λέξεις. Δια τούτο όμως υπάρχουν και οι γλωσσικοί κανόνες τους οποίους οφείλουμε να τηρούμε, αλλιώς δεν έχουμε πλέον γλώσσα αλλά …σαλάτα!