Το 1895, ο Λόρδος
Κέλβιν, κατά κόσμον William Thomson, ένας από τους μεγαλύτερους φυσικούς
της εποχής του, διακήρυξε το εξής εκπληκτικό: «μηχανές που πετάνε,
βαρύτερες από τον αέρα, είναι αδύνατο να κατασκευαστούν»! Οκτώ χρόνια
αργότερα διαψεύστηκε πανηγυρικά από δύο ερασιτέχνες μηχανικούς, τους
αδελφούς Wright, οι οποίοι κατασκεύασαν την πρώτη ιπτάμενη μηχανή. Ήταν
βαρύτερη από τον αέρα. Και κατάφερε να πετάξει….
Το 1900, ο Λόρδος
Κέλβιν έκανε μια ακόμα βαρυσήμαντη επισήμανση: «Δεν υπάρχει πια τίποτε
καινούργιο να ανακαλύψουμε στη Φυσική», είπε. «Το μόνο που απομένει
είναι να βελτιώσουμε τις μετρήσεις μας με ακρίβεια περισσότερων
δεκαδικών ψηφίων» Πέντε χρόνια αργότερα κι αυτή η διαπίστωση διαψεύστηκε
εξ ίσου πανηγυρικά. Ένας νεαρός υποψήφιος διδάκτορας, ο Αλβέρτος
Αϊνστάϊν, ανέτρεψε τη Νευτώνεια Φυσική με τη Θεωρία της Σχετικότητας.
Λίγα χρόνια αργότερα, μια πλειάδα ακόμα νεώτερων φυσικών, ο ντε Μπρολί, ο
Σρέντιγκερ, ο Χάϊζεμπεργκ και ο Ντυράκ θα ανέτρεπαν ότι είχε απομείνει
από το Νευτώνειο κόσμο, με την Κβαντική θεωρία. Ο Λόρδος Κέλβιν είχε
πέσει έξω, για μιαν ακόμα φορά. Αυτό, ασφαλώς, δεν τον εμπόδισε να
συγκαταλέγεται, μέχρι σήμερα, μεταξύ των μεγαλύτερων φυσικών. Βρίσκεται
μάλιστα θαμμένος στο αβαείο του Westminster, δίπλα στον Νεύτωνα… Αλλά η
Νευτώνεια Φυσική, την οποία θεωρούσε «αιώνια, παγκόσμια κι
αδιαμφισβήτητη αλήθεια», είχε πολλαπλά ανατραπεί. Τι ακριβώς είχε
συμβεί; Πολύ λίγα χρόνια μετά τις βαρύγδουπες διαπιστώσεις του Λόρδου
Κέλβιν, η επιστήμη της Φυσικής μπήκε σε μια νέα φάση ωριμότητας, όπου
ξεπέρασε το αυτονόητο και προχώρησε στο αδιανόητο. Ο καμπυλωμένος
χωροχρόνος του Αϊνστάϊν, τα κβάντα του Ντε Μπρολί, που ήταν
κυματοσωματίδια – κύματα και σωματίδια ταυτόχρονα – η απροσδιοριστία της
κβαντικής φυσικής του Σρέντιγκερ και του Χάιζεμπεργκ, όλα αυτά ήταν
έννοιες αδιανόητες για το ευρύ κοινό. Αδιανόητες ακόμα και για πολλούς
φυσικούς. Και σήμερα ακόμα, δεν υπάρχει πλήρης συμφωνία για το τι
σημαίνουν. Εν πάση περιπτώσει, κάθε Επιστήμη κάθε κλάδος της Γνώσης,
έρχεται κάποια στιγμή που ωριμάζει και προχωρά πέρα από το προφανές,
πέρα από τη συμβατική λογική, πέρα από τα «αυτονόητα» της εποχής της.
Αλήθεια, όμως, τι σχέση έχουν όλα αυτά με την 28η Οκτωβρίου;
Απλούστατα: Υπάρχουν κάποια σημεία, κάποια επίπεδα, κάποιες κλίμακες,
κάποιες συγκυρίες, κάποιες ακραίες καταστάσεις, όπου αυτό που φαίνεται
«υπό κανονικές συνθήκες προφανές» και λογικό παύει να ισχύει. Όπως αυτό
συμβαίνει στη Φυσική, στα Μαθηματικά, και στην Οικονομία, έτσι συμβαίνει
και στην Πολιτική, ή στην Ιστορία των λαών.
Υπάρχουν κάποιες μεγάλες στιγμές, όπου αυτό που μοιάζει «υπό κανονικές
συνθήκες προφανές», «τετράγωνα λογικό» και «αυτονόητο», ανατρέπεται. Κι
ενεργοποιούνται όχι απλώς κάποια άλλα κίνητρα, πέρα από την κοινή
λογική. Αλλά αρχίζουν να ισχύουν κάποιοι άλλοι κανόνες, κάποιας άλλης
λογικής. Για να έλθουμε στον Πολιτική, λοιπόν, γνωρίζουμε ότι οι
συσχετισμοί ισχύος επιτρέπουν κάποιες επιλογές σε ένα λαό και του
απαγορεύουν κάποιες άλλες. Και το τίμημα για όποιον λαό αψηφά τους
συσχετισμούς ισχύος είναι η ήττα, η υποδούλωση και ο αφανισμός. Αυτά τα
γνωρίζουμε καλά. Αλλά δεν ισχύουν πάντα. Υπάρχουν στιγμές, που η λογική
της ισχύος και των συσχετισμών, αποδεικνύεται στείρα, λανθασμένη και
μυωπική. Είναι τότε που ιδεολογικά προτάγματα ανατρέπουν τη λογική της
ισχύος.
Να μερικά πολύ χαρακτηριστικά παραδείγματα που προσφέρει η σύγχρονη Ελληνική Ιστορία:
Ας μεταφερθούμε στο φθινόπωρο του 1940:
Η Γερμανία του Χίτλερ και η Ιταλία του Μουσολίνι – οι
δυνάμεις του Άξονα – είχαν σαρώσει την Ευρώπη. Να προσέξουμε κάτι: Η
Ελλάδα το 1940 δεν έκανε επιλογή «με ποια πλευρά θα μπει στον Πόλεμο».
Δεν υπήρχαν, τη στιγμή εκείνη, «δύο πλευρές». Υπήρχε ο Άξονας που
νικούσε παντού, έλεγχε τα πάντα στην Ευρώπη κι ετοιμαζόταν να επεκταθεί
ακόμα παραπέρα. Κι από την άλλη πλευρά, υπήρχε η Αγγλία, ηττημένη,
ταπεινωμένη και καθημαγμένη, που αντιστεκόταν λυσσαλέα, αλλά δεν είχε
τίποτε να προσφέρει σε όποιους δυνητικούς συμμάχους της. Μπορεί η
Σοβιετική Ένωση να φοβόταν ότι σύντομα θα ερχόταν κι η σειρά της, μπορεί
να ετοιμαζόνταν μυστικά να αντιμετωπίσει ενδεχόμενη Γερμανική επίθεση,
αλλά τότε, τυπικά ακόμα, ήταν «διπλωματικός φίλος» της Γερμανίας, κι
έστελνε «συγχαρητήρια τηλεγραφήματα» στο Βερολίνο, μετά από κάθε
σαρωτική νίκη της Βέρμαχτ. Μπορεί και οι ΗΠΑ να συμπαραστέκονταν υλικά
και ηθικά στη αγρίως δοκιμαζόμενη Βρετανία, αλλά τυπικά ήταν ουδέτερες
ακόμα, και δεν φαινόταν εύκολο τότε, πως θα ξεπερνούσαν αυτή την
ουδετερότητα. Ο νόμος περί υποχρέωσης στρατιωτικής θητείας και Γενικής
επιστράτευσης, ψηφίστηκε στο Αμερικανικό Κογκρέσο, μόλις το επόμενο
καλοκαίρι, του 1941, μόλις με μια ψήφο διαφορά, μόλις τρείς μήνες πριν
από το Πέρλ Χάρμπορ. Το φθινόπωρο του 1940, η ανάμιξη της Αμερικής στον
Πόλεμο φαινόταν πολύ μακρινό και πολύ απίθανο ενδεχόμενο. Για την
ακρίβεια, ο Πόλεμος έμοιαζε να έχει τελειώσει… Κι όμως, εκείνη τη στιγμή
η Ελλάδα, λαός και ηγεσία, καθεστώς κι αντιπολίτευση, επέλεξαν να
αντισταθούν. Να αντισταθούν πλήρως, αποφασιστικά, αδιαπραγμάτευτα κι
ανυποχώρητα. Πόσο «λογική» ήταν τότε εκείνη η επιλογή; Σύμφωνα με τα
συμβατικά μέτρα, καθόλου λογική, απολύτως «παράλογη». Αν υπήρχαν τότε
επαγγελματίες αναλυτές και τεχνοκράτες της διαχείρισης κρίσεων, θα
εισηγούνταν ομόφωνα, την συνθηκολόγηση της Ελλάδας! Θα πίεζαν να
διαπραγματευθεί η Ελλάδα, ακόμα και μείζονες εθνικές παραχωρήσεις,
προκειμένου να ΜΗ βγει στον Πόλεμο, ή να βγει με το μέρος των τότε
«νικητών»: Δηλαδή του Άξονα. Ευτυχώς, δεν υπήρχαν τότε τέτοια golden
boys, που καταλαβαίνουν τις τεχνικές παραμέτρους του προβλήματος, αλλά
συχνά δεν καταλαβαίνουν τη φύση του και τη δυναμική των βασικών μεγεθών
του. Κι έτσι η Ελλάδα δεν πήγε με τους «νικητές», αντιστάθηκε στους
«νικητές», υπέφερε τα πάνδεινα τα επόμενα δέκα χρόνια, αλλά κατάφερε να
βγει κερδισμένη από τον Πόλεμο.
Η
Ελλάδα πήγε με τους τελικούς νικητές του Πολέμου, γιατί επέλεξε να
αντισταθεί στους «νικητές» της στιγμής, την ώρα που ξέσπαγε ο Πόλεμος.
Δεν ήταν υπολογισμοί ισχύος, δεν ήταν κάποια σπάνια διορατικότητα, ήταν
προτάγματα Ελευθερίας που καθόρισαν τη στάση της. Ας μεταφερθούμε, τώρα
ένα χρόνο αργότερα. Μετά από τη νικηφόρα προέλαση του ελληνικού στρατού
στα βουνά της Αλβανίας, και τη ταπείνωση της Μουσολινικής Ιταλίας, η
Ελλάδα υφίσταται την επίθεση του Γερμανικού στρατού από τα βόρεια σύνορά
της, τον Απρίλιο του 1941, και υποκύπτει. Βρίσκεται πλέον υπό τριπλή
κατοχή. Κι όμως, έξη μήνες αργότερα ξεσηκώνεται ένα ανεπανάληπτο κίνημα
Εθνικής Αντίστασης, που αγκαλιάζει τότε ολόκληρο τον Ελληνικό χώρο. Την
εποχή εκείνη ο, ελεγχόμενος από τις κατοχικές δυνάμεις, επίσημος τύπος
επιχειρεί να κάμψει στο αντιστασιακό φρόνημα του Ελληνικού λαού.
Έχει ενδιαφέρον να παρακολουθήσαμε σήμερα, τα δημοσιεύματα της εποχής εκείνης:
«Είμεθα και ημείς Έλληνες», διαβάζουμε στις στήλες των τότε εφημερίδων, με τη χαρακτηριστική γλώσσα της εποχής.
«Θλιβόμεθα και ημείς από την κατοχήν της προσφιλούς ημών πατρίδος. Πλην
κατανοούμεν ότι ο σήμερον διεξαγόμενος Πόλεμος θα κριθεί εκτός Ελλάδος.
— Είτε οι Γερμανοί και οι Σύμμαχοί των θα νικήσωσιν εις τον Πόλεμον
αυτόν, οπότε πάσα «αντίστασις» εν Ελλάδι, είναι ματαία. — Είτε οι
Γερμανοί και οι Σύμμαχοί των θα χάσουν τον Πόλεμο, οπότε πάσα
«αντίστασις» είναι περιττή. Είτε οι Γερμανοί θα νικήσουν και δεν θα
φύγουν ποτέ, είτε θα χάσουν και θα φύγουν έτσι κι αλλιώς. Οπότε, εις
πάσαν περίπτωσιν, η λεγόμενη «Αντίστασις» εν Ελλάδι, είτε είναι ματαία
είτε είναι περιττή. Και μόνον θερμοκέφαλοι ή πράκτορες ξένων δυνάμεων
προσπαθούν να παρασύρουν την αφρόκρεμα της Ελληνικής νεολαίας εις
παράφρονας πράξεις καταστροφής και ολέθρου»
Αυτά έγραφαν τότε, από τις στήλες του ελεγχόμενου τύπου, οι κονδυλοφόροι
των κατοχικών κυβερνήσεων και τα «παπαγαλάκια» των κατοχικών αρχών.
Προσπαθήστε να δείτε αυτή την προπαγάνδα, όχι με τα μάτια του σήμερα,
όχι με τη γνώση του τι έγινε αργότερα, αλλά με τα μάτι του τότε.
Παρατηρείστε ότι η προπαγάνδα αυτή λογικά ήταν «τετράγωνη», δεν έμπαζε
από πουθενά. Η υποταγή, η παθητικότητα, ο καιροσκοπισμός και η
μοιρολατρία έμοιαζαν τότε απολύτως ορθολογικά θεμελιωμένες. Η Αντίσταση
έμοιαζε απολύτως «παράλογη» και «τυχοδιωκτική» Ευτυχώς, όμως, ο
ελληνικός λαός δεν άκουσε τότε «τη φωνή της λογικής», αλλά τη φωνή της
καρδιάς και του φρονήματός του. Ευτυχώς, δεν προσχώρησε στη «λογική της
υποταγής», αλλά «παρασύρθηκε» από τα προτάγματα Ελευθερίας κι
Αντίστασης. Σήμερα είμαστε όλοι υπερήφανοι για την «παράλογη» εκείνη
αντίσταση των πατεράδων και των παππούδων μας. Κι αντιμετωπίζουμε με
περιφρόνηση την «τετράγωνη λογική» των εντεταλμένων κονδυλοφόρων της
Κατοχής. Είναι, άραγε, σφάλμα να υπολογίζει κανείς προσεκτικά τους
συσχετισμούς ισχύος; Είναι λάθος να επιλέγει κανείς την πολιτική που
ελαχιστοποιεί τις ζημιές σε μια κρίση; Άραγε, δεν είναι σωστό, δεν το
ακούμε τόσο συχνά τριγύρω μας, δεν το επαναλαμβάνουμε συνεχώς κι εμείς
οι ίδιοι, ότι στα μεγάλα θέματα πολιτικής πρέπει να αποφασίζουμε με το
μυαλό κι όχι με το συναίσθημα; — Όμως, τι θα πει αυτό; — Αλήθεια τι θα
πεί να «να υποτάσσουμε το συναίσθημα στη λογική»; Ακόμα και τη λογική
της υποταγής; Μόνο λογική έχουν οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές! Αυτοί, αν
τους προγραμματίσεις σωστά, μπορούν να μεγιστοποιούν το όφελος,
δεδομένων των περιορισμών που τους τίθενται κάθε φορά, και να
αποφασίζουν το μικρότερο κακό. Αλλά οι ανθρώπινες κοινωνίες δεν είναι
δίκτυα ηλεκτρονικών υπολογιστών. Έχουν νου, αλλά έχουν και καρδιά,
διαθέτουν σκέψη, αλλά έχουν και κάτι που ΔΕΝ έχουν οι υπολογιστές:
Συναισθηματική νοημοσύνη. Έχουν φόβους, έχουν ελπίδες, έχουν όνειρα,
έχουν προσδοκίες, για τους ίδιους και τα παιδιά τους, έχουν αξίες, έχουν
αισθητική, έχουν ελαττώματα, έχουν μικρότητες, έχουν κι αρετές, έχουν
σύνδρομα αυτοκαταστροφής, αλλά κι εξάρσεις αυτοθυσίας. Πώς μπορούν να
προγραμματιστούν γραμμικά όλες αυτές οι ανθρώπινες ιδιότητες και να
μπουν σε μια μήτρα υπολογιστικής βελτιστοποίησης; Οι ανθρώπινες
κοινωνίες θα αποφασίζουν πάντα και με το συναίσθημα. Ιδιαίτερα σε
συνθήκες υπέρτατης κρίσης, θα αποφασίζουν κυρίως με το συναίσθημα.
Αλλιώς θα χάσουν την ανθρωπιά τους. Αν αφαιρέσετε τις αξίες, τα
προτάγματα, τους φόβους, τις φιλοδοξίες και την αισθητική, δεν μένει
τίποτε «ανθρώπινο» από μια κοινωνία. Οι ανθρώπινες κοινωνίες θα
αποφασίζουν πάντα – σε κρίσιμες στιγμές – με το συναίσθημα. Και θα
αποφασίζουν σωστά, αν ελέγχουν το συναίσθημα με τη λογική τους. Όχι αν
υποτάσσουν το συναίσθημα στη λογική τους. Όταν η Λογική ελέγχει το
συναίσθημα, όταν χαλιναγωγεί τις ενστικτώδεις αντιδράσεις, τότε
εξανθρωπίζεται η κοινωνία. Όμως, όταν η λογική υποτάσσει το συναίσθημα,
τότε η κοινωνία χάνει την ανθρωπιά της. Τα ιδεολογικά προτάγματα είναι
ακριβώς αυτό: η λογική – ή μάλλον η ιδεολογική επεξεργασία – των
συλλογικών συναισθηματικών αντιδράσεων μιας κοινωνίας σε δύσκολες
στιγμές. Ώστε να μη κυριαρχήσει ο φόβος, το μίσος, η παράνοια. Αλλά
αρχές και αξίες, που διασώζουν μια κοινωνία και την ανθρωπιά της.
Τα ιδεολογικά προτάγματα Ελευθερίας είναι οι αρμοί με τους οποίους
οικοδομήθηκε αυτό που ονομάζουμε σύγχρονος Πολιτισμός. Στη Δύση κι όχι
μόνο… Κι αυτό δεν είναι άρνηση της Λογικής. Είναι μια άλλη Λογική. Όχι η
λογική της καθημερινότητας. Όχι η λογική υπό «κανονικές συνθήκες»…
Είναι η Λογική σε ακραίες καταστάσεις μεγάλων κρίσεων, μεγάλων στιγμών,
όταν οι κοινωνίες αντιμετωπίζουν προβλήματα επιβίωσης. Όταν δεν μετράνε
οι λεπτές ισορροπίες και οι περίτεχνες εξισορροπήσεις. Όταν μετράνε τα
μεγάλα άλματα και οι μεγάλες υπερβάσεις – της μικρότητας, της
ατομικότητας, της καθημερινότητας. Όταν ο Άνθρωπος αναμετράται με τον
εαυτό του και τον ξεπερνά. Όταν αναμετράται με τη μοίρα του και την
υποτάσσει στη θέλησή του. Όταν διαλέγει την Ελευθερία του και την
πραγματώνει, ακόμα κι αν αυτή του την επιλογή την πληρώνει ακριβά. Τα
προτάγματα Ελευθερίας είναι η υπέρτατη Λογική που επιλέγει μια κοινωνία
στις μεγάλες, στις δύσκολες στιγμές της. Όπως ακριβώς στις κλίμακες των
υποατομικών σωματιδίων παύει να ισχύει η Νευτώνεια Φυσική και ισχύει μια
άλλη Φυσική – η Κβαντική. Όπως ακριβώς στις κλίμακες των μεγάλων
γαλαξιακών μαζών και των υψηλών ταχυτήτων, κοντά στην ταχύτητα του
φωτός, επίσης παύει να ισχύει η Νευτώνεια Φυσική και ισχύει η Γενική
Σχετικότητα του καμπυλωμένου χωροχρόνου. Έτσι ακριβώς, στις μεγάλες,
στις κρίσιμες ιστορικές στιγμές των λαών, παύουν να ισχύουν οι
προσεκτικοί υπολογισμοί ισχύος, εξισορρόπησης συσχετισμών και
ελαχιστοποίησης ζημιών, και ισχύει μια άλλη λογική: Εκείνη που
υπαγορεύουν τα προτάγματα Ελευθερίας. Είναι οι στιγμές που κάθε λαός
κάνει το αναπάντεχο άλμα, ανάμεσα στις συμβατότητες της καθημερινότητάς
του και τις παρακαταθήκες της Ιστορίας του. Αλλάζει κώδικα Λογικής. Δεν
γίνεται «παράλογος». Αλλάζει κανόνες συμπεριφοράς. Δεν γίνεται
«παρανοϊκός». Ανακαλύπτει τον εαυτό του. Δεν «χάνει το μυαλό του».
Είθε ποτέ να μη ξανά-χρειαστεί να ξεφύγουμε από την πολύ βολική θαλπωρή
της καθημερινότητάς μας. Είθε ποτέ να μη ξανά-χρειαστεί να αναμετρηθούμε
με την Ιστορία μας. Αλλά καλού-κακού, ας έχουμε κάπου πρόχειρο στη
βιβλιοθήκη μας το ποίημα του Οδυσσέα Ελύτη:
«Άσμα ηρωϊκό και πένθιμο για το χαμένο ανθυπολοχαγό της Αλβανίας»: Το
ποίημα αυτό τελειώνει με το συγκλονιστικό στίχο, τη στιγμή που ξεψυχάει ο
ήρωας:
Τώρα χτυπάει πιο γρήγορα τ’ όνειρο μες στο αίμα
Tου κόσμου η πιο σωστή στιγμή σημαίνει:
Ελευθερία Έλληνες μες στα σκοτεινά δείχνουν το δρόμο:
EΛEYΘEPIA … Του κόσμου η πιο σωστή στιγμή σημαίνει! …
Μακριά χτυπούν καμπάνες από κρύσταλλο
Αύριο, αύριο, αύριο: το Πάσχα του Θεού!
Οι στίχοι αυτοί του Νομπελίστα ποιητή μας, δεν έχουν τίποτε το
«ορθολογικό» Έχουν όμως, προτάγματα Ελευθερίας, έχουν αλήθεια, έχουν
μεγαλοσύνη, Έχουν όλα αυτά που φτιάχνουν Πολιτισμό. Και σας αγγίζουν,
επειδή δεν υποτάξατε τα αισθήματά σας στην λογική σας, επειδή είστε
άνθρωποι, όχι υπολογιστικές συσκευές, επειδή έχετε ψυχή, έχετε καρδιά,
έχετε συναισθήματα, έχετε αισθητική.
Κι όσο έτσι είστε κι έτσι αντιδράτε, το Πνεύμα που εκείνοι πότισαν με το αίμα τους, Ζει.
Ο πολιτισμός που εκείνοι μπόλιασαν με τη θυσία τους, Ζει.
Η μεγάλη παράδοση που εκείνοι άφησαν πίσω τους, Ζει
Και θα Ζεί αιώνια
http://syndpeiraia.blogspot.com/2010/10/28-1940.html
.
15 comments
Κυριοι η Νευτωνεια φυσικη δεν καταργηθηκε. Απλα συμπληρωθηκε απο την σχετικοτητα. Ακομα την Νευτωνεια φυσικη χρησιμοποιουμε στισ καθημερινες μικρες ταχυτητες. Η Νευτωνεια φυσικη ακομα διδασκεται στα σχολεια ολου του κοσμου.
Δεν καταλαβαίνω τι προσπαθεί να πει ο κ.Λαζαρίδης και γιατί μπλέκει την κβαντομηχανική με την ιστορία. Η απόφαση του Μεταξά [περιέργως ούτε μία αναφορά στο όνομά του σε κείμενο Για την 28η Οκτωβρίου 1940] να πολεμήσει η Ελλάδα το ’40, ήταν απολύτως λογική δεδομένων των επιλογών που διέθετε. Εναλλακτική να πάει με τους τότε νικητές του Άξονα δεν υπήρχε, διότι ο Άξονας είχε προαποφασίσει να ευνοήσει εδαφικά την Βουλγαρία έναντι της Ελλάδας, ανεξαρτήτως της στάσης της τελευταίας στον πόλεμο. Ουδετερότητα αφήνοντας τους Ιταλούς να εισέλθουν και να καταλάβουν στρατηγικά σημεία επίσης ήταν αδύνατη, διότι οι Βρετανοί θα αντιδρούσαν δυναμικά όπως το είχαν κάνει και κατά τον Α’ΠΠ. Η Ελλάδα δηλαδή θα γινόταν θέατρο πολέμου ούτως ή άλλως. Έμενε επομένως η επιλογή της αντίστασης στην ιταλική εισβολή με την υποστήριξη της Βρετανίας, που είχε κάποιες πιθανότητες επιτυχίας, και με την ελπίδα ότι η σύρραξη θα παρέμενε τοπικό επεισόδιο δηλαδή δεν θα προκαλούσε την επέμβαση και των Γερμανών. Και όλα αυτά έχοντας φροντίσει να έχει κάνει την κατά το δυνατόν πολεμική προετοιμασία, φτιάχνοντας και την εξαιρετική γραμμή Μεταξά στα ελληνοβουλγαρικά σύνορα ώστε να είναι εξασφαλισμένος από εκείνο το μέτωπο.
Ήταν λοιπόν και υπολογισμός και προετοιμασία και οργάνωση που τον οδήγησαν στην απόφαση να πει “ΟΧΙ”, γιατί αυτά είναι που τελικά δίνουν και την ελευθερία, όχι τα νεφελώδη “προτάγματα”.
Μετά στο θέμα της Αντίστασης, για την προπαγάνδα που λέει, δεν ξέρω ποιος είναι ο συγγραφέας του αποσπάσματος και αν ήταν παπαγαλάκι των κατοχικών αρχών, πάντως για να αναφέρει ως εξίσου πιθανό σενάριο την τελική ήττα των Γερμανών ίσως να μην ήταν και τόσο φρόνιμο παπαγαλάκι. Και βλέποντάς τη με τα μάτια του σήμερα και με τη γνώση του τι έγινε αργότερα, παρατηρούμε ότι … δυστυχώς παραμένει ορθή και λογικά τετράγωνη. Διότι πράγματι πράκτορες ξένων δυνάμεων παρέσυραν μερίδα της Ελληνικής νεολαίας σε πράξεις καταστροφής και ολέθρου.
Εδώ βέβαια πρόκειται για θέμα ταμπού και από τους βασικούς θεμέλιους μύθους της μεταπολίτευσης, όπου όποιος αποκλίνει έστω και κατ’ελάχιστο κατηγορείται περίπου ως υποστηρικτής των δοσιλόγων και των μαυραγοριτών. Κανείς μέχρι σήμερα, για διαφόρους λόγους ο καθένας, δεν φαίνεται διατεθειμένος να παραδεχτεί ότι η πρακτική συνέπεια της “Αντίστασης” δεν ήταν φυσικά η αποχώρηση των Γερμανών, αυτή έγινε λόγω της ήττας τους στα μεγάλα μέτωπα του πολέμου. Η πρακτική συνέπεια της ήταν ο εμφύλιος πόλεμος που ξεκινά ουσιαστικά ήδη από την τελευταία φάση της κατοχής.
Το να μην υποτάσσει λοιπόν κανείς το συναίσθημα στη λογική δεν σημαίνει καθόλου ότι διατηρεί την ανθρωπιά του, πολύ συχνά σημαίνει το ακριβώς αντίθετο, ότι την χάνει. Και τότε πράγματι κυριαρχεί ο φόβος, το μίσος, η παράνοια, όπως δηλαδή συνέβη τελικά και στην εν λόγω περίοδο.
Κατά πόσο μπορούσαν οι Βρετανοί να “αντιδράσουν δυναμικά” μετά από τις κατραπακιές σε Γαλλία κ Βέλγιο, είναι εξαιρετικά συζητήσιμο (αν όχι αδύνατο) (παρόλο που είχαν αριθμητική υπεροχή και είχαν κ τους βασικούς νικητές του ΑΠΠ Γάλλους στο πλευρό τους).
Ούτε στην Ασία δεν μπορούσαν να αντιδράσουν και καταποντίζονταν (βλ. μάχη Σιγκαπούρης).
Εδώ ήταν ανίκανοι να μας στηρίξουν παρόλο που κερδίσαμε την Ιταλία. Άρα η συνθηκολόγηση ήταν σίγουρα μια λύση. Δεν έγινε λόγω πολιτικής αδράνειας (φιλο-Βρετανισμού) και πολιτικού κόστους, αλλά το ΌΧΙ ΔΕΝ ΉΤΑΝ η ασφαλής επιλογή.
Η Γερμανική κατοχή έφερε περίπου 500.000 με 600.000 θανάτους. Το 90% και παραπάνω αυτών από πείνα κ εξόντωση Εβραίων. Όταν οι Γερμανοί καταδικάζουν το 500.000 Έλληνες σε θάνατο μέσω της πείνας, γιατί επικεντρώνουμε στην “τεράστια συνέπεια” της αντίστασης, θα ήταν καλύτερα να καθόμασταν να πεθάνουμε όλοι από πείνα; Οργή μόνο εναντίον των ανταρτών κ καθόλου εναντίον των Γερμανών;
Η μάχη του Στάλινγκραντ κατά πολλούς κρίθηκε στις λεπτομέρειες. Αν η αντίσταση δεν είχε συμβάλλει κ η Ελλάδα είχε συνθηκολογήσει θα ήταν σίγουρο ότι οι Ρώσοι θα κέρδιζαν;
Και στην τελική, η αντίσταση απελευθέρωσε το 40% της Ελλάδας κ προκαλούσε φθορά στον κατακτητή. Σε περίπτωση που είχαν χάσει οι Ρώσοι, πάλι θα ήταν πολύτιμη η συνεισφορά της κ θα μπορούσε να συντελέσει σε μακροπρόθεσμη απελευθέρωση;
Όση πρόθεση είχανε οι Βρετανοί να μας βοηθήσουνε, προκαλώντας με κάθε μέσο και ευκαιρία την επέμβαση των Ιταλών και Γερμανών αντίστοιχα, άλλη τόση πρόθεση είχανε και οι σκληροπυρηνικοί του ΕΛΑΣ να διενεργήσουνε αγώνα για την εκδίωξη των κατακτητών από την Ελλάδα.
Έχεις δίκιο. Και ο Κολοκοτρώνης το ίδιο, δεν ήθελε να φύγουν οι Τούρκοι. Προκάλεσε και την σφαγή της Χίου ο προδότης και το θάνατο του 20% του Ελληνισμού.
Μετεμφυλιακές ιδεολογικές αγκυλώσεις 60 χρόνια μετά.
Ο Κολοκοτρώνης προτιμούσε να διεξαγάγει τον αγώνα στα πεδία των μαχών και όχι στα προχείρως συσταθέντα οφίτσια του βουνού, όπου ο κατακτητής δεν είχε πρόσβαση!
Δεν νομίζω ότι η άποψη του Imago είναι “μετεμφυλιακή ιδεολογική αγκύλωση”. Ένας λαός μπορεί να αντισταθεί με διάφορες μορφές, εξίσου σημαντικές με τον ένοπλο αγώνα, για παράδειγμα υποκλοπή και μετάδοση πληροφοριών, λειτουργία υποδομής για υποδοχή και συνδρομή καταδρομέων, οργάνωση σαμποτάζ σε στρατηγικά σημεία, φυγάδευση συμμάχων στρατιωτών και εθελοντών στις φίλιες γραμμές κλπ. Η μορφή αντίστασης που επιλέχθηκε (ανοικτή ένοπλη σύγκρουση) και ο τρόπος εφαρμογής της δείχνουν περίτρανα ότι φαινομενικός σκοπός των ηγετών της ήταν η εκδίωξη των κατακτητών από την Ελλάδα, ενώ πραγματικός τους σκοπός δεν ήταν άλλος από την κατάκτηση της εξουσίας μετά την Απελευθέρωση. Για τον λόγο αυτό σημαντικό μέρος της δραστηριότητας αυτών των οργανώσεων ήταν η μονοπώληση της αντίστασης (με την απαράδεκτη αρχή “όποιος δεν είναι μαζί μας είναι Γκεσταπίτης”) και η εξουδετέρωση κάθε πραγματικού, υποθετικού ή δυνητικού ανταγωνιστή. Εν πάση περιπτώσει,Ανώνυμε, πρέπει να συμφωνήσουμε επιτέλους ότι η αντίσταση στον κατακτητή δε νομιμοποιεί κανέναν να συκοφαντεί ή ακόμη και να εκτελεί δεκάδες χιλιάδες συμπατριώτες του για τον λόγο ότι δεν συμμερίζονται τις ιδέες ή τις επιδιώξεις του. Και για να προληφθεί οποιαδήποτε παρεξήγηση και “ιδεολογική αγκύλωση” δεν αναφέρομαι στους Έλληνες συνεργάτες των Γερμανών, αλλά σε όσους Έλληνες είχαν την ατυχή έμπνευση να αντισταθούν στον κατακτητή χωρίς να επιθυμούν να ενταχθούν στο ΕΑΜ.
@ Ανώνυμος Mon, 08/11/2010 – 23:19
Δεν είναι καθόλου “συζητήσιμο”. Οι Βρετανοί αντλούσαν δυνάμεις από όλη την αυτοκρατορία τους (υπήρχε τότε ακόμα) και διέθεταν παραδοσιακά τον μεγαλύτερο και εμπειρότερο στόλο της εποχής, που για μια θαλάσσια χώρα όπως η Ελλάδα είναι αυτό που κυρίως απαιτείται. Βρίσκονταν σε δύσκολη θέση μετά την συνθηκολόγηση της Γαλλίας αλλά δεν ήταν και τελειωμένοι, κάθε άλλο. Γι’αυτό και στη συνέχεια λίγο πριν την γερμανική επίθεση κατάφεραν και έστειλαν στην ηπειρωτική Ελλάδα εκστρατευτικό σώμα 60.000 ανδρών που κατόπιν υποχώρησε και οργάνωσε άμυνα και στην Κρήτη.
Σε μια ελεγχόμενη από τους Ιταλούς Ελλάδα θα εφάρμοζαν σίγουρα ναυτικό αποκλεισμό (άρα πείνα, εξαθλίωση κλπ.) κι ενδεχομένως άμεσες επιθέσεις, ξανά βομβαρδισμός Αθήνας-Πειραιά δηλαδή όπως και επί Α’ΠΠ.
Ασφαλής επιλογή φυσικά δεν υπάρχει σε τέτοια θέματα. Η επιλογή του “ΟΧΙ” όμως ήταν απολύτως λογική, καθόλου παράλογη ή υπερβατική. Και τι εννοείτε “λόγω πολιτικού κόστους”; Ο Μεταξάς ήταν δικτάτορας, οι δικτάτορες αποφασίζουν βάσει πολιτικού κόστους;
Για την αντίσταση, η οργή εναντίον των Γερμανών δεν έχει σχέση ούτε αποτελεί άλλοθι για την κριτική στο φαινομενο της αντίστασης. Πέθαναν από την πείνα που η γερμανική κυρίως κατοχή προκάλεσε (λόγω συνειδητής έλλειψης δικής τους επιμελητειακής υποστήριξης για τα στρατεύματά τους) περίπου 300.000 άνθρωποι. Γιατί έπρεπε να πεθάνουν και άλλοι 150.000 επειδή κάποιοι αποφάσισαν ουσιαστικά να μεταφέρουν στο βουνό ένοπλα τις πολιτικές τους κόντρες; Διότι βέβαια μία πραγματικά σοβαρή αντιστασιακή ενέργεια έγινε στην Ελλάδα (η ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοπόταμου) και αυτήν την σκέφτηκαν, την χρηματοδότησαν, την οργάνωσαν και τελικώς την επέβαλαν και στις αντιμαχόμενες αντιστασιακές οργανώσεις οι Βρετανοί.
Για το Στάλινγκραντ δεν πιστεύω να εννοείτε σοβαρά ότι η έκβαση της εκεί μάχης είχε ο,τιδήποτε να κάνει με το τι συνέβαινε στην Ελλάδα. Να πούμε ότι η επίθεση στην ΕΣΣΔ καθυστέρησε λόγω της βαλκανικής εκστρατείας των Γερμανών (συνέπεια της ιταλικής ήττας), κατανοητό, αλλά όχι κι ότι η ήττα τους στο ανατολικό μέτωπο οφειλόταν στην αντίσταση στην Ελλάδα.
Πριν ασχοληθούμε με τις ευθύνες των Γερμανών, θα ήτανε καλύτερο να σχοληθούμε με εκείνες των Βρεταννών. Εάν κάποιος θέσεις στον εαυτό του τα ακόλουθα δύο ερωτήματα:
α. Πώς γίνεται οι ιταλικές μυστικές υπηρεσίες, αλλά και σύσσωμη η ιταλική πολιτική ηγεσία, να υποτιμήσει σε τόσο μεγάλο βαθμό τα ψυχικά αποθέματα του ελληνικού λαού, ώστε να υποθέσει ότι η εκστρατεία σε δυσδιάβατα μέρη, στα οποία αποδυναμωνότανε αισθητά η αριθμητική και υλικοτεχνική υπεροχή του ιταλικού στρατού, θα είχε σοβαρές πιθανότητες θετικής έκβασης;
β. Τί συμφέρον είχε η Γερμανία από τις διαδοχικές επεμβάσεις στην Γιουγκοσλαβία και Ελλάδα;
αντιλαμβάνεται νομίζω εύκολα, ότι:
1ον οι μοναδικοί οι οποίοι είχανε συμφέρον από μια γερμανική επέμβαση στα Βαλκάνια και κατάληψή των, ήτανε οι Άγγλοι, γιατί προκαλώντας την κατοχή δύο, αρχικά ουδέτερων χωρών, από τον άξονα, τις μετέτρεπε αυτομάτως σε φιλικές για αυτήν χώρες.
2ον Οι Άγγλοι είχανε άλλες τόσες προθέσεις να βοηθήσουνε στρατιωτικά την Ελλάδα, όσες και για να βοηθήσουνε την Γιουγκοσλαβία, αλλά και την Πολωνία πιο πριν, δηλαδή καμία απολύτως πρόθεση. Εξάλλου είναι εντελώς γελοίο να υποθέσουμε, ότι εκείνη την περίοδο, με εξήντα χιλιάδες στρατιώτες και πέντε άρματα μάχης, όπως και με δύο καταδιωκτικά, οι Άγγλοι περίμεναν να καταφέρουνε κάτι περισσότερο, όταν λίγους μήνες πιο πριν, εγκατέλειπαν στην Δουνκέρκη την Γαλλία, στην υπεράσπιση της οποίας είχανε διαθέσει κατά πολύ ισχυρότερες δυνάμεις.
Εντάξει, ο Παπάγος είχε ζητήσει κι άλλους αλλά αυτούς έστειλαν, είχαν και πολέμους σε τόσα μέτωπα.
Τους ενδιέφερε και τους Γερμανούς και τους Βρετανούς ο έλεγχος της Ελλάδας λόγω του μετώπου της Β.Αφρικής. Ιδίως δε, για τον ίδιο λόγο, η Κρήτη, γι’αυτό και έγινε τέτοια σφοδρή μάχη εκεί. Και αντίστοιχα η επιλογή της δολιοφθοράς στη γέφυρα στο Γοργοπόταμο έγινε διότι από εκεί περνούσε η βασική ανεφοδιαστική γραμμή των Γερμανών για τη Β.Αφρική.
Το μέτωπο στην Βόρεια Αφρική για τους Γερμανούς απέκτησε την επιθετική του σημασία μόλις το καλοκαίρι του 1941. Εξάλλου οι σφοδροί βομβαρδισμοί της αγγλικής ενδοχώρας το 1940 αλλά και η συμφωνία Μολότωφ – Ρίμπεντροπ δείχνουνε, ότι οι Γερμανοί σχεδίαζαν και έλπιζαν σε μία κατάρρευση της Βρεταννίας εντός του 1940.
Το μέτωπο της Βόρειας Αφρικής, συνεπώς και η σχετική γερμανική προοπτική εμπλοκής σε επίπεδο ανώτερο εκείνου της απλής συμπαράστασης στους Ιταλούς συμμάχους, απέκτησε την σημασία του μετά την κατάληψη της Ελλάδας και της Γιουγκοσλαβίας.
Εάν τέλος παρακολουθήσετε προσεκτικά την ελληνοβρετανική αλληλογραφία σε επίπεδο στρατιωτικών και πολιτικών, θα παρατηρήσετε ότι οι Βρεταννοί παρόλη την εμφανή αδυναμία των να αποστείλουνε αποτελεσματική δύναμη, όπως για παράδειγμα την είχε περιγράψει ο Ι. Μεταξάς, σχεδόν επέμεναν να στείλουνε αυτές τις συμβολικές δυνάμεις. Γιατί;
Την απάντηση την πήρανε προφανώς οι Μεταξάς και Κορυζής μαζί των.
Στις εύστοχες επισημάνσεις του Imago να προσθέσω τα εξής : Οι Βρετανοί είχαν άριστα συνειδητοποιήσει ότι όσες δυνάμεις και αν έστελναν στην ηπειρωτική Ελλάδα, δεν είχαν καμία πιθανότητα να σταματήσουν τους Γερμανούς. Άλλωστε, μέχρι εκείνη την στιγμή δεν το είχαν καταφέρει σε κανένα ηπειρωτικό μέτωπο. Οι εμπειρίες σε Βέλγιο, Γαλλία, Νορβηγία ήταν ακόμη νωπές. Η δύναμη, λοιπόν, που έστειλαν στην Ελλάδα ήταν εντελώς συμβολική με το σκεπτικό να μην φανεί ότι αφήνουν έναν πιστό σύμμαχο εντελώς αβοήθητο. Εκείνο που ενδιέφερε περισσότερο τους Βρετανούς ήταν η Κρήτη και έτρεφαν βάσιμες ελπίδες ότι θα κατόρθωναν να την κρατήσουν. Οι Γερμανοί είχαν ήδη προλειάνει το έδαφος για την εκμετάλλευση της Κρήτης ως επιθετικής αφετηρίας στην λεωφόρο Κρήτη – Κύπρος – Συρία – Ιράκ – Ιράν, μέσω της οποίας με την χρήση αλεξιπτωτιστών και αερομεταφερόμενων δυνάμεων θα μπορούσαν τον Μάϊο του 1941 να φτάσουν στην Μεσοποταμία και να πλευροκοπήσουν την διώρυγα του Σουέζ μέσα σε λίγες ημέρες. Για τον λόγο αυτό οι Βρετανοί τις δυνάμεις που υποτίθεται ότι δεν είχαν για να διαθέσουν στην Ελλάδα με αρκετή ευχέρεια τις διέθεσαν ταυτόχρονα για να καταπνίξουν την εξέγερση στο Ιράκ και λίγες ημέρες μετά για να εξουδετερώσουν τους Γάλλους του Βισύ στην Συρία.
Όσον αφορά για τον ρόλο τους στην διάρκεια της Κατοχής, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι, όπως απεδείχθη μερικά χρόνια αργότερα, οι μυστικές τους υπηρεσίες, που είχαν επιφορτισθεί με τον έλεγχο της “Αντίστασης” στην Ελλάδα, ήταν βαθύτατα διαβρωμένες από πράκτορες της Σοβιετικής Ένωσης. Αυτό, βέβαια, δεν σημαίνει ότι όσοι δεν ήταν διπλοί πράκτορες ενδιαφέρονταν ιδιαίτερα για τα συμφέροντα της Ελλάδας. Τα συμφέροντα της Αυτοκρατορίας εξυπηρετούσαν και για τον σκοπό αυτό δεν είχαν πρόβλημα αν θυσιάζονταν και μερικοί “ιθαγενείς”, όπως τους δίδασκε η πολυετής αποικιακή εμπειρία τους.
Ο Κολοκοτρώνης και στο βουνό αντιστάθηκε και δεν έκανε υποκλοπές ή σαμποτάζ όπως προτείνατε να κάνουν οι αντιστασιακοί.
Σίγουρα ο Γοργοπόταμος δεν ήταν καθοριστικός για την έκβαση του Στάλινγκραντ.
Όμως η συνολική αντίσταση της Ελλάδας είτε σαν νίκη ενάντια της Ιταλίας, είτε σαν αντάρτικο που επέφερε 40.000 απώλειες στον Άξονα, ο οποίος είχε 20.000-30.000 νεκρούς για να νικήσει 4εκατ. Βρετανούς, Γάλλους, Βέλγους κ Πολωνούς κ να κατακτήσει ολόκληρη αυτοκρατορία (Γαλλία), ακόμα κ ίσως συμπτωματικά να έπαιξε μεγάλο ρόλο στο ρου της ιστορίας (Στάλινγκραντ).
Η ερώτηση Αντίσταση ή Υποδούλωση είναι ίδια είτε πρόκειται για τον Μεταξά, είτε πρόκειται για την αντίσταση.
Και στις 2 περιπτώσεις τα πράγματα θα ήταν πολύ πιο απλά αν είχαμε παραδοθεί. Αν ο Μεταξάς έλεγε ΝΑΙ
– Ούτε 20.000 νεκροί στρατιώτες στις μάχες με τον Άξονα
– Ούτε 500.000 άμαχοι στην κατοχή από πείνα
– Ούτε εμφύλιος με 100.000 νεκρούς
– Ούτε οικονομική καταστροφή κ λεηλασία της χώρας (κατοχικά δάνεια, κλοπή του χρυσού από Γερμανούς)
Όπως κ ο Μεταξάς είπε όχι, έτσι είπαν κ πολλοί Έλληνες στην Αντίσταση.
Και αν δεν είχε γίνει η επανάσταση του ’21 δεν θα σκοτωνόταν το 20% του τότε Ελληνισμού. Έτσι κ αν ο ΕΛΑΣ κ ΕΔΕΣ έλεγαν ΝΑΙ, θα είχαμε 40.000-50.000 λιγότερους νεκρούς.
Ας βγάλουμε τις ιδεολογικές τσίμπλες και τα παραταξιακά γυαλιά, είναι πλέον ιστορία.
Μια παράξενη λογική φίλτατε Ανώνυμος.
Εάν σκεφτόμαστε με αυτή την λογική, δεν έχει απολύτως κανένα νόημα να έχουμε δημοκρατία. Γιατί αυτό το πολίτευμα είναι μόνο για τους γενναίους και φιλελεύθερους, όχι για τους μοιρολάτρες.
Ο Μεταξάς μπορούσε να πεί άλλο τόσο ΝΑΙ, όσο και ο Κορυζής αργότερα. Εξάλλου για αυτό εικάζομαι ότι τους σκοτώσανε καί τους δύο.
Ο διορισμός αυτών των δύο ανδρών σε χρονικές στιγμές κατά τις οποίες οι Βρεταννοί χρειάστηκε να ελέγξουνε απόλυτα την ελληνική εξωτερική πολιτική δημιουργεί εύλογα ερωτήματα.
Ανεξαρτήτως αυτού, το σημαντικό είναι το αίσθημα αγανάκτησης και οργής το οποίο έφθασε έναν φιλειρηνικό λαό στο σημείο να μεγαλουργήσει πολεμικά. Το πολιτικό και γεωπολιτικό υπόβαθρο στο οποίο διαδραματίστηκε αυτό το έπος, είναι αντικείμενο της ιστορίας. Όποιος το ανασκάψει οφείλει να έχει γερό στομάχι, γιατί αυτό που θα βρεί δεν θα αρέσει σε κανέναν.
Ξεφύγατε εντελώς από το θέμα κατά την απόψη μου!
Εγώ εκείνο που κατάλαβα είναι πως τίποτα δεν είναι δεδομένο, τίποτα δεν είναι σίγουρο, όλα αμφισβητούνται. Όλα τα αδιαμφισβήτητα είναι ορθά μέχρι αποδείξεως του αντιθέτου, ακόμα και στη φυσική -παρεπιπτώντως η συμπλήρωση της νευτώνειας μηχανικής είναι κάπως μεγάλη. Δε διαγράφηκε βέβαια αλλά είναι καλό να κατανοήσουμε ότι ισχύει προσεγγιστικά “σε ιδανικές συνθηκες” στο άμεσο επίπεδο αντίληψής μας.
Μόνο η Θεολογία αποδέχεται απόλυτες απρόσιτες αλήθειες, και είναι λογικό το Θείο να είναι απόλυτο και απρόσιτο, διαφορετικά υποβιβάζεται στο δικό μας επίπεδο.
Και πάμε στο θέμα:
Πόσο μάλλον στην πολιτική.
Ρεαλιστικά, λέει το άρθρο, η επιλογή θα έπρεπε να ήταν ο άξονας. Ορθά όμως δεν ήταν, όπως και δεν πρέπει να είναι τώρα τόσο “ρεαλιστική” η προσέγγιση των πραγμάτων -με αυτό συμφωνώ.
Τώρα όσο για την προσφορά της Έλλαδας στο Β’ΠΠ, καμιά προσφορά δεν ήταν ασήμαντη, πόσο δε μάλλον η δική μας που ανέβαλε την επιχείρηση Μπαρμπαρόσα μέχρι τα μέσα του Ιούνη.
Ο χρόνος έχει σημασία στις στρατιωτικές επιχειρήσεις.
Αν θα έχαναν οι σύμμαχοι; Ποιος ξέρει;
Υπάρχουν άλλες λεπτομέρειες πιο καθοριστικές, όπως η απόφαση το Me-262 να γίνει και μαχητικό /βομβαρδιστικό, η πολυδιάσπαση του γερμανικού ατομικού ερευνητικού προγράμματος, η διάσπαση της στρατιάς προς Βορρά και Νότο (επιχείρηση Μπαρμπαρόσα), η ακύρωση του τρίτου κύματος επίθεσης στο Περλ Χάρμπορ, η βλακώδης απόφαση της πιο επίλεκτης μοίρας αεροπλανοφόρων του ιαπωνικού ναυτικού να ανεφοδιαστεί στο κατάστρωμα (απώλεια τεσσαρων αεροπλανοφόρων), η απουσία μονάδων επιδιόρθωσης εντός των πλοίων στο
ιαπωνικό ναυτικό, η μη ανταλλαγή τεχνογνωσίας μεταξύ των δυνάμεων του άξονα κ.α.
Πάντως οι σύμμαχοι σίγουρα θα νικούσαν πιο δύσκολα με την Ελλάδα αδιάφορη.