Γράφει ὁ Δημήτρης Καπρᾶνος.
Τί τό ἤθελε ὁ Μητροπολίτης νά βγεῖ καί νά σχολιάσει τήν, ἁπλή καί ἄδολη, εὐχή «Καλή Παναγιά»; Φούντωσε ὁ διάλογος στό διαδίκτυο μεταξύ τῶν πολιτικῶς ὀρθῶν καί τῶν λαϊκῶν.
Ἄς δοῦμε τί εἶπε ὁ Μητροπολίτης. «Τά τελευταῖα χρόνια ἐπικράτησε μιά μόδα πού λέει Καλή Παναγιά, τί θά πεῖ Καλή Παναγιά! Λέμε καλό Χριστό; Ἐμεῖς λέμε Καλά Χριστούγεννα εἶναι γεγονός, λέμε Καλό Πάσχα εἶναι γεγονός! Τι θά πεῖ Καλή Παναγιά; Δέν θά πεῖ τίποτα τό Καλή Παναγιά, λέμε καλό Δεκαπενταύγουστο, καλή Ἑορτή τῆς Παναγίας μας, ἔτσι ξέρουμε ἀπό παλιά. Λέμε ποτέ καλό Χριστό; Kαλό Ἅγιο; Ἄλλο τά πρόσωπα, ἄλλο τά γεγονότα! Τό γεγονός ἐδῶ δέν εἶναι ἡ Παναγία μας ἀλλά ἡ Κοίμησή της. Ἡ φράση Καλή Παναγιά δέν στέκεται οὔτε λεκτικά οὔτε θεολογικά!» Καί μονομιᾶς οἱ πολιτικορθάκηδες (μοῦ ἀρέσει αὐτή ἡ λέξη) τάχθηκαν μέ τό μέρος τοῦ ἐπισκόπου.
«Τί θά πεῖ “Καλή Παναγιά”; Ὑπάρχει καί “κακή Παναγιά”; Μάλιστα, εἶδα νά “ποστάρει” σχόλιο κατά τῆς ἐν λόγῳ εὐχῆς καί γνωστός μου, καθηγητής Λυκείου. Εἶναι βέβαιο ὅτι ὁ ἴδιος, ὅταν οἱ μαθητές του ἑτοιμάζονται νά γράψουν διαγώνισμα, τούς εὔχεται “Καλή ἐπιτυχία”. Ἄραγε, ὑπάρχει καί “Κακή ἐπιτυχία”; Μήπως δέν λέμε “Καλά Χριστούγεννα” καί “Καλό Πάσχα”; Ὑπάρχουν καί τά ἀντίστοιχα “κακά”; Σοβαροί νά εἴμαστε! Οἱ εὐχές, πολλές φορές, ἔρχονται ἀπό πολύ μακρυά. Μέχρι καί ἐκεῖνος, ὁ Φινλανδός ἐπίτροπος τῆς ΕΕ (δέν θέλω νά θυμᾶμαι οὔτε τό ὄνομά του) ὅταν μᾶς ἔρριχνε κατακέφαλα τά μνημόνια, μᾶς εὐχόταν, ἑλληνιστί “Καλό κουράγιο”! Καί δέν εἶδα κανέναν δεσπότη νά βγεῖ καί νά τόν ρωτήσει “ἄν ὑπάρχει καί …κακό κουράγιο!» Ἐπιτρέψτε μου, λοιπόν, νά πιστεύω ὅτι ἡ εὐχή «Καλή Παναγιά», πού ἔρχεται -χωρίς ἀμφιβολία- ἀπό πολύ μακρυά, εἶναι μιά χαρά καί ταιριάζει ἀπολύτως μέ τήν μεγάλη ἑορτή τῆς Ὀρθοδοξίας. Καί ἀκριβῶς ἐπειδή εἶναι τό «Πάσχα τοῦ καλοκαιριοῦ» καί ἀκριβῶς ἐπειδή εὐχόμαστε «Καλό Πάσχα», ἔτσι, ἐλευθέρως καί ἀβιάστως, μποροῦμε νά εὐχηθοῦμε «Καλή Παναγιά», ὅπως καί «Καλό Δεκαπενταύγουστο», εὐχή, ὅμως, ἡ ὁποία δέν περιλαμβάνει ἀπαραιτήτως καί τήν Παναγία, γιά νά ἐξηγούμεθα!
Τήν εὐχή τήν ἄκουσα πρώτη φορά τό 1962, παιδάκι, ὅταν, μέ τόν πατέρα μου, παραμονή Δεκαπενταύγουστου, βαπτίσαμε τό ἀγόρι τῆς οἰκογένειας Φλυντζάνη, στούς Φούρνου Ἰκαρίας. Θυμᾶμαι τήν εὐχή «Καλή Παναγιά», διότι μοῦ ἔκανε ἐντύπωση, μοῦ ἄρεσε. Ἴσως τήν συνδύασα μέ τό τρικούβερτο γλέντι πού ἀκολούθησε, στό πανηγύρι, μέ ἕναν ἐξαιρετικό βιολιστή, πού κεντοῦσε ἄν καί τοῦ ἔλειπαν κάποια δάχτυλα ἀπό τό δεξί χέρι καί γι’ αὐτό εἶχε δέσει τό δοξάρι στόν καρπό τοῦ ἄκρου του! Μπορῶ, λοιπόν, νά σᾶς βεβαιώσω ὅτι ἔχω ἀκούσει τήν «Καλή Παναγιά» πρίν ἀπό ἑξήντα χρόνια! Ἐπιτρέψτε μου νά πιστεύω ὅτι ἀσκόπως παρενέβη ὁ ἐκπρόσωπος τῆς Ἐκκλησίας στήν διένεξη τῶν ἐλιτιστῶ καί τῶν λαϊκῶν, ἡ ὁποία βρίσκει κάθε καλοκαίρι ἔδαφος στό διαδίκτυο. Ἡ Ἐκκλησία ὀφείλει νά εἶναι μέ τό «πόπολο». Καί ἡ εὐχή «Καλή Παναγιά» εἶναι ἀπολύτως ἐκ τοῦ λαοῦ προερχόμενη. Οὐδείς Χριστιανός Ὀρθόδοξος θίγεται ὅταν τήν ἀκούει. Καί γιά νά κλείσουμε αὐτήν τήν ἀναφορά. Μερικά πράγματα εἶναι καλά ὅπως τά βρήκαμε. Ἄς τά ἔχουμε καί ἄς τά χαιρόμαστε!
Ἄρθρο στήν «ΕΣΤΙΑ», Τε. 17 Αὐγούστου 2022, φ. 42.334 σελ. 1, 4 (αναδημ. στην ηλεκτρονική έκδοση 18/8/2022).