Με εξαίρεση τα μέτρα εξορθολογισμού και αποκατάστασης της νόμιμης και αποτελεσματικής λειτουργίας του Κράτους, τα οποία οφείλαμε να είχαμε λάβει μόνοι μας εδώ και πολλά χρόνια, η μνημονιακή πολιτική είναι παράνομη, ανήθικη και καταστροφική (ιδίως στο βαθμό που πλήττει τους οικονομικά ασθενέστερους και την μέση τάξη). Αυτό είναι πλέον προφανές. Κυρίως υπεύθυνοι είναι αυτοί που εκπροσωπούν τους ανασφάλιστους (ομολογιούχους) δανειστές του Κράτους (γερμανικές, γαλλικές και ελληνικές τράπεζες). Όταν είχαμε ήδη πτωχεύσει, ήρθαν μέσω της ΕΕ, της ΕΚΤ και του ΔΝΤ (της τρόικας) και μας είπαν εκβιαστικά «ξεχάστε την αναδιάρθρωση [την διεθνή νομιμότητα δηλαδή, αφού άλλη διαδικασία για την πτώχευση κρατών δεν προβλέπεται διεθνώς], πιάστε αυτά και πληρώστε εμάς κατά προτίμηση από τους άλλους δανειστές σας». Αυτό λέγεται καταδολίευση όλων των άλλων δανειστών, ιδίως των προνομιούχων, όπως οι δημόσιοι υπάλληλοι, οι συνταξιούχοι και τα ασφαλιστικά ταμεία που εκλήθησαν έτσι να πληρώσουν τα χρέη (χωρίς να έχουν μοιρασθεί τα τεράστια κέρδη) των τραπεζών. Αυτή είναι η μεγάλη απάτη σε βάρος τόσο του ελληνικού λαού όσο και του ευρωπαίου φορολογούμενου στον οποίο η απάτη αυτή παρουσιάστηκε ως βοήθεια προς την Ελλάδα. Η συνέχιση των κρατικών δραστηριοτήτων που απέκρυπτε την πτώχευση και ανέβαλλε την επιβαλλόμενη αναδιάρθρωση (την μόνη νόμιμη διαδικασία πτώχευσης κρατών) πιθανόν να μη επιφέρει την αστική και ποινική ευθύνη που θα είχαν τα μέλη του ΔΣ εμπορικής εταιρείας έναντι μετόχων και δανειστών, αν ακολουθούσαν αυτή την πολιτική. Αλλά σίγουρα δημιουργεί ένα τεράστιο ηθικό και πολιτικό ζήτημα.
Στο βαθμό που κατά παράβαση της διεθνούς νομιμότητας ουσιαστική αναδιάρθρωση δεν έγινε ποτέ ώστε το χρέος να γίνει βιώσιμο, και ακολουθείται μια διαδικασία με την τρόικα που μειώνει την εθνική κυριαρχία και αντιμετωπίζει προνομιακά κάποιους δανειστές καταδολιεύοντας άλλους με αποτέλεσμα μια τεράστια ανθρωπιστική κρίση, η απάτη γίνεται έγκλημα, το έγκλημα του αιώνα. Είναι σαφές ότι για το έγκλημα υπάρχει τουλάχιστον ενδεχόμενος ή έμμεσος δόλος, αφού το αποτέλεσμα της μνημονιακής πολιτικής μπορούσε να, και είχε, προβλεφθεί και γίνει αποδεκτό. Η μνημονιακή πολιτική, δηλαδή, δεν ήταν λάθος ή αναποτελεσματική. Επέτυχε το (άμεσο η έμμεσο) στόχο της, δηλαδή να αποσταθεροποιήσει την Ελλάδα και μαζί την Ευρωζώνη και να οδηγήσει στις συγκλονιστικές πολιτικές αλλαγές που έπονται.
Τα κόμματα της συγκυβέρνησης αρνούνται ότι η μνημονιακή πολιτική αποτελεί έγκλημα και ισχυρίζονται ότι αυτό που την δικαιολογεί είναι ότι δεν υπήρχε άλλη επιλογή, οποιαδήποτε άλλη πολιτική θα είχε χειρότερα αποτελέσματα. Δηλώνουν δε σε όλους τους τόνους ότι προσπαθούν να επιτύχουν το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα κάτω από εξαιρετικά δυσμενείς συνθήκες. Ελπίζουν ίσως ότι μετά τις εκλογές τον Σεπτέμβριο η Γερμανία, έχοντας εξασφαλίσει τις τράπεζες της, αποκομίσει τεράστια οικονομικά και πολιτικά οφέλη, σώσει τις γερμανικές εταιρείες που συνεργάστηκαν με τον διεφθαρμένο ελληνικό πολιτικό σύστημα και δημιουργήσεις τις απαραίτητες συνθήκες ώστε να υποχρεώσει τόσο την Ελλάδα όσο και τα άλλα μέλη της Ευρωζώνης να δεχτούν την γερμανική πολιτική και οικονομική ηγεμονία, θα λάβει εκείνα τα μέτρα που απαιτούνται ώστε να σωθεί η γερμανική πλέον Ευρωζώνη και μαζί της και η Ελλάδα. Βλέπουν ίσως ότι μόνο έτσι μπορεί να επιβιώσει η ΕΕ ενόψει της τεράστιας σύγκρουσης που έρχεται κυρίως λόγω της ουσιαστικής πτώχευσης των ΗΠΑ με 16 τρις χρέος το οποίο δεν μπορεί να αποπληρωθεί αλλά μόνο να αναδιαρθρωθεί μετά από μία σύγκρουση που φαίνεται θα αρχίσει για τον έλεγχο των ενεργειακών πόρων του κόσμου (ήδη το σκηνικό έχει στηθεί τόσο στην Μέση όσο και στην Άπω Ανατολή).
Σύμφωνα με την λογική αυτή, η Γερμανία καθυστέρησε να λάβει τα απαραίτητα οικονομικά μέτρα (π.χ. να επιτρέψει στην ΕΚΤ να δανείσει απευθείας τα μέλη της Ευρωζώνης και να αναλάβει την επίβλεψη αλλά και τα χρέη των τραπεζών), ώστε με αυτό τον εκβιασμό να επιβάλει την πολιτική της ηγεμονία σε μια πολιτικά ενοποιημένη Ευρωζώνη (με η μάλλον χωρίς την Αγγλία και όσες ευρωπαϊκές χώρες την ακολουθήσουν). Κρίνοντας από το απόλυτα προβλέψιμο αποτέλεσμα αυτής της μνημονιακής πολιτικής, πιστεύω ότι αυτός ήταν ο στόχος της Γερμανίας και κανείς δεν της αντιστάθηκε αποτελεσματικά (είτε γιατί δεν ήθελε, είτε γιατί δεν μπορούσε, είτε και για τα δύο). Όσο για την αντιμετώπιση αυτής της πολιτικής από την κυβέρνηση, μπορεί να την χαρακτηρίσει κανείς, ανάλογα με την ιδεολογία του, από ρεαλιστική και σωτήρια μέχρι ενδοτική και καταστροφική. Τα κόμματα της συγκυβέρνησης φαίνεται να θεωρούν ότι η Ελλάδα είναι πολύ μικρή για να αντισταθεί σε αυτήν την παγκόσμια πολιτική. Κάποιοι σίγουρα θεωρούν ότι αυτό δεν είναι καν επιθυμητό γιατί κατά την άποψη τους η Ελλάδα θα βρεθεί σε απελπιστική θέση αν μείνει μόνη της. Αξίζει να πληρώσει με το μνημόνιο το τίμημα για την «σωτηρία» της.
Τα κόμματα της αντιπολίτευσης έχουν διαφορετική άποψη (και από αυτή της συγκυβέρνησης αλλά και μεταξύ τους). Η αξιωματική αντιπολίτευση τονίζει ότι η μνημονιακή πολιτική αποτελεί έγκλημα και ότι υπάρχει μία άλλη εναλλακτική πολιτική. Η πολιτική αυτή συνίσταται στην, μονομερή καταγγελία η συναινετική τροποποίηση του μνημονίου μετά από λογιστικό έλεγχο, στην μείωση του χρέους ώστε αυτό να καταστεί βιώσιμο, στην παύση πληρωμών μέχρι να επιστρέψουμε στην ανάπτυξη και στην πληρωμή των χρεών από τα κέρδη της ανάπτυξης. Υποστηρίζουν με λίγα λόγια ότι η Ελλάδα θα έπρεπε να είχε τύχει ανάλογης μεταχείρισης με εκείνη που οι σύμμαχοι (μέσα σε αυτούς και η Ελλάδα) επεφύλαξαν στην Γερμάνια το 1953 (ενόψει αυτού του προηγούμενου, η πολιτική έναντι της Ελλάδος χαρακτηρίζεται πλέον ως έγκλημα ακόμη και από τον διεθνή τύπο).
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αυτή η πολιτική είναι σωστότερη, πιο σύμφωνη με το δίκαιο και την ηθική, αλλά και πιο αποτελεσματική (με την έννοια ότι μόνο αν σωθούμε θα μπορέσουμε να αποπληρώσουμε τα χρέη μας-και αν δεν έχουμε αναδιοργάνωση, τότε έχουμε ουσιαστικά εκκαθάριση και διάλυση της Ελλάδος). Το ερώτημα είναι πόσο ρεαλιστική είναι αυτή η πολιτική και αν η αξιωματική αντιπολίτευση θα ανακρούσει πρύμνα αν και όταν έλθει στην κυβέρνηση. Ενόψει αυτού του ερωτήματος που δεν μπορεί κανείς να απαντήσει με σιγουριά (αν και η πιθανότερη απάντηση είναι ότι ως κυβέρνηση η αξιωματική αντιπολίτευση θα προσαρμοστεί στην πραγματικότητα, είτε το θέλει, είτε όχι), νομίζω ότι η βασική διαφορά της πολιτικής της αξιωματικής αντιπολίτευσης από την κυβερνητική πολιτική είναι ο τρόπος με τον οποίο θα επιτευχθεί η αναδιοργάνωση της ελληνικής οικονομίας και η αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης. Η μείζων αντιπολίτευση φαίνεται να υποστηρίζει ότι αυτό το αποτέλεσμα θα επιτευχθεί καλύτερα και γρηγορότερα με μία πιο διεκδικητική τακτική (μαζί με τους ομοϊδεάτες της στην ΕΕ) παρά με την αμυντική τακτική της συγκυβέρνησης.
Υπάρχουν βεβαίως και οι εκδοχές του ΚΚΕ, της Χρυσής Αυγής και των Ανεξαρτήτων Ελλήνων που, με τον ένα η τον άλλο τρόπο, οδηγούν στην ρήξη με την ΕΕ στο σύνολο της με την λογική ότι η ΕΕ σκοπό έχει την μετατροπή της Ελλάδος σε προτεκτοράτο και των Ελλήνων σε φτηνή εργατική μάζα. Δεν πρέπει δε να αγνοείται το γεγονός ότι αυτή η πολιτική έχει την στήριξη η συμπάθεια ενός στους 4 Έλληνες (αν όχι παραπάνω). Το να την απορρίπτει κανείς ασυζητητί ως ακραία χωρίς να προσπαθεί να καταλάβει και να αντιμετωπίσει τα αίτια της είναι λάθος. Εδώ όμως το μάθημα της ιστορίας είναι αμείλικτο. O Ιωάννης Καποδίστριας έχασε την ζωή του προσπαθώντας να κρατήσει ίσες αποστάσεις από όλους τους «μεγάλους συμμάχους» μας. Ο Δημήτριος Γούναρης και οι συν αυτώ έχασαν την ζωή τους, ασκώντας πολιτική όχι αρεστή στους «συμμάχους» και κάνοντας λάθη αλλά όχι με δόλο (για αυτό και δικαίως απαλλάχτηκαν μετά θάνατο). Ο θριαμβευτής των Βαλκανικών Πολέμων Διάδοχος τότε Κωνσταντίνος και ο ηγέτης της Ελλάδος των 2 ηπείρων και των 5 θαλασσών Ελευθέριος Βενιζέλος πέθαναν στο εξωτερικό. Ο Ιωάννης Μεταξάς συμμορφώθηκε και του επετράπη να έχει ήσυχο θάνατο. Ο Κων/νος Καραμανλής αναγκάστηκε να αυτοεξοριστεί για να αποφύγει τον διχασμό με το Παλάτι που υποδαύλιζαν οι υπερατλαντικοί σύμμαχοι μας. Ο Γεώργιος Παπανδρέου ανετράπη με αφορμή την αντίθεση με το Παλάτι ως προς το ποιός θα ηγείτο του Υπουργείου Αμύνης αλλά κυρίως μετά την διαφωνία του με τον Λύντον Τζόνσον για το Σχέδιο Άτσεσον για το Κυπριακό. Ο δικτάτωρ Ιωαννίδης παγιδεύτηκε από τους υπερατλαντικούς συμμάχους μας και, αντί για την συμφωνηθείσα διπλή ένωση, είχαμε την διχοτόμηση της Κύπρου. Μετά την επιστροφή Καραμανλή και την αποχώρηση της Ελλάδος από το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ, βρήκαμε το ΝΑΤΟ απέναντι μας η αρνητικά ουδέτερο στα θέματα του Αιγαίου. Ο Κώστας Καραμανλής, πρώτα παρακολουθείτο και μετά ανετράπη από τους υπερατλαντικούς συμμάχους μας για το Μπουργκάς-Αλεξανδρούπολη και εν γένει την προσπάθεια του να προσεγγίσει την Ρωσία (για αυτό μάλλον την «πλήρωσε» και το Βατοπαίδι …). Ήδη, σύμφωνα με δημοσιεύματα, οι δικογραφίες για το κάψιμο της Αθήνας, την απόπειρα δολοφονίας κατά του Κώστα Καραμανλή και την αποσταθεροποίηση της Χώρας με το σχέδιο «Πυθία» ενοποιούνται αφού φαίνεται να παρουσιάζουν επαρκή κοινά στοιχεία. Ο Γιώργος Παπανδρέου κατά τον Ντομινίκ Στρος Καν γνώριζε την οικονομική κατάσταση στην Ελλάδα ήδη προ των εκλογών του 2009 και έκανε το παν για να οδηγήσει την Ελλάδα στην αγκαλιά της τρόικας χωρίς να διαπραγματευτεί η να διαβάσει το μνημόνιο (κατά δήλωση κορυφαίων υπουργών του) και χωρίς λαϊκή εντολή για αυτό. Προσπάθεια για ρήξη με τους «μεγάλους συμμάχους» μας (και μάλιστα χωρίς την κατάλληλη προετοιμασία, ενημέρωση και απόφαση του λαού) μας θα μας οδηγούσε σε εμφύλιο πόλεμο και διχοτόμηση της Ελλάδος. Όσο κι αν θα ήταν μία δίκαιη αντίδραση, αφού με τέτοιους συμμάχους η Ελλάς δεν έχει ανάγκη από εχθρούς (!), το αποτέλεσμα θα ήταν πολύ χειρότερο.
Έτσι, ενώ δοκιμάζεται από την κρίση και δεν είναι βέβαιος για το ποιος έχει δίκιο, ο πολίτης καλείται να διαλέξει πολιτική. Τόσο τα εκλογικά όσο και τα πρόσφατα δημοσκοπικά αποτελέσματα δείχνουν ότι το εκλογικό σώμα είναι μοιρασμένο και καμία πολιτική δεν συγκεντρώνει αυτή την στιγμή την απόλυτη πλειοψηφία. Φαίνεται λοιπόν ότι οδηγούμαστε στην Α (π.χ. ΝΔ, ΠΑΣΟΚ και ΔΗΜΑΡ) η στην Β (π.χ. ΣΥΡΙΖΑ, ΔΗΜΑΡ(;) και Ανεξάρτητοι Έλληνες(;)), μορφή πολιτικού συμβιβασμού. Μια άλλη κυβέρνηση ίσως γίνει πιο διεκδικητική (αν βέβαια η Γερμανική πολιτική δεν αλλάξει και η Β εκδοχή δεν μεταλλαχθεί, όπως αναμένεται), αλλά δεν φαίνεται να οδηγεί στην ρήξη. Σε αυτό το συμπέρασμα φαίνεται να οδηγεί η συζήτηση που ο ΣΥΡΙΖΑ έχει ανοίξει σε Ευρώπη και Αμερική (με την στήριξη του ιδρύματος Σόρος που, όπως εγράφη, αποσκοπεί στο να στριμώξει την Γερμανία). Σε αυτό το συμπέρασμα οδηγεί και ο συναινετικός χαρακτήρας της πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ στα εθνικά θέματα, αλλά και σε αυτά που συνιστούν την ιδιοπροσωπεία του Έλληνα και τον κάνουν τόσο δύσχρηστο απέναντι στις δυνάμεις της παγκοσμιοποίησης (γλώσσα, πολιτισμό, Ορθοδοξία). Εξάλλου, παρά τον ακήρυκτο πόλεμο κατά της Ελλάδος που έχει αποσταθεροποιήσει την Χώρα και την διαφαινόμενη με αφορμή την ΑΟΖ σύγκρουση με την Τουρκία, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν φαίνεται να υποστηρίζει μια εντατικοποίηση της αμυντικής προετοιμασίας της Χώρας ώστε να δείξει ότι είναι έτοιμη ακόμη και να πολεμήσει αν χρειαστεί. Το κακό δε είναι ότι ούτε η παρούσα κυβέρνηση έχει κηρύξει πανστρατιά για να αντιμετωπίσει αυτό τον κίνδυνο, πράγμα που θα κινητοποιούσε τις δυνάμεις του Ελληνισμού για να αντιμετωπισθεί και η οικονομική κρίση που είναι μέρος αυτής της ευρύτερης οικονομικής κρίσης που έχει σαν άμεσο η έμμεσο σκοπό (η αποτέλεσμα) τον έλεγχο των ελληνικών πλουτοπαραγωγικών πηγών από τον διεθνή παράγοντα.
Τι σημαίνει αυτό; Ότι ούτε η πολιτική της συγκυβέρνηση μπορεί να είναι τόσο κακή, αλλά ούτε και η πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να είναι τόσο καλή, όσο φαίνεται. Καλό είναι να το καταλάβουμε όλοι αυτό ώστε να υπάρξει μία ελάχιστη εθνική συναίνεση και ομοψυχία η τουλάχιστον να αποφευχθεί ένας νέος εθνικός διχασμός που είναι βέβαιο ότι επιδιώκουν οι «άσπονδοι φίλοι» μας (οι οποίοι διαβάζουν και προσπαθούν να ξαναγράψουν την ιστορία μας για να σπείρουν σύγχυση). Μέσα σε αυτά τα πλαίσια, ας ψηφίσει ο καθένας ό, τι του επιβάλλει η συνείδηση του. Ετσι, η τοποθέτηση του λαού ώστε καμία δύναμη να μη έχει απόλυτη πλειοψηφία είναι σωστή, δεν προκαλεί αστάθεια, και αντανακλά την δικαιολογημένη δυσπιστία προς το πολιτικό σύστημα στο σύνολο του (δυσπιστία που δεν θα αντιμετωπιστεί αν δεν υπάρξει μία δημόσια συζήτηση και βασική συμφωνία στο τι έκαναν λάθος και πως θα το διορθώσουν, με ριζική κάθαρση και αναδιοργάνωση της πολιτικής ζωής του τόπου). Επειδή δε το πολιτικό σύστημα φαίνεται να εξακολουθεί να αρνείται τις ευθύνες του και να αναζητεί αποδιοπομπαίους τράγους (τον Α η Β πολιτικό, η απλό πολίτη) για να καλύψει τις συνολικές ευθύνες του, ανατροπές μέσα από εκλογές δεν αναμένονται. Δεν μπορούν να αποκλεισθούν όμως κοινωνικές εκρήξεις η ακόμη και κάποιας μορφής συνταγματική παρέμβαση των ΕΔ (στην Πορτογαλία ήδη κάλεσαν την κυβέρνηση να αφουγκραστεί τις αγωνίες του διαμαρτυρόμενου λαού) για να αποκαταστήσουν την τάξη, αν η παρούσα πολιτική στο βαθμό που είναι παράνομη, ανήθικη και καταστροφική δεν αλλάξει σύντομα. Αν δε αυτό δεν γίνει, ούτε η ΕΕ έχει μέλλον. Αν γίνει, τα οικονομικά προβλήματα της Ελλάδος θα αντιμετωπισθούν αλλά μόνο σε κάποιο βαθμό και σε βάθος χρόνου έτσι ώστε να επιτευχθούν οι πολιτικοί στόχοι αυτής της προαναγγελθείσας και αναμενόμενης για χρόνια κρίσης, δηλαδή η πολιτική ενοποίηση των χωρών της Ευρωζώνης κάτω από την γερμανική ηγεμονία, ο έλεγχος των ελληνικών πλουτοπαραγωγικών πηγών από τον διεθνή παράγοντα (όπως έγινε και με την Μ. Ανατολή) και η συμμαχία με το Ισραήλ. Αυτό σημαίνει ένα παρατεταμένο σκωτσέζικο λουτρό για τον κόσμο όπου το κρύο θα ακολουθεί το ζεστό και τανάπαλιν, μέχρι την μεγάλη σύγκρουση. Ανέφερα ήδη τι θα πρέπει να κάνει μια εθνική κυβέρνηση. Να κηρύξει πανστρατιά του Ελληνισμού απανταχού της γης και να ετοιμασθεί προσεκτικά και στα πλαίσια της ευρύτερης δυνατής συμμαχίας με ανατολή και δύση για την μεγάλη σύγκρουση που έρχεται. Όσο για το τι πρέπει να κάνει ο απλός άνθρωπος, το έχουν πει ήδη πολλοί πνευματικοί άνθρωποι. Κρατείστε ένα χωραφάκι στο χωριό για την δύσκολη στιγμή. Για αυτό τον λόγο η φορολόγηση της μικρής αγροτικής περιουσίας και των μοναστηριών στα βουνά που θα δώσουν στέγη και τροφή στον κόσμο στην δύσκολη στιγμή είναι ένα έγκλημα καθοσιώσεως. Τα χωριά και τα μοναστήρια (η κοινοτική και κοινοβιακή παράδοση της Ορθοδοξίας και του Ελληνισμού) ήσαν, είναι και θα είναι πάντα τα κάστρα της ελευθερίας μας. Να τα φυλάξουμε σαν τα μάτια μας.