Με το πολιτικό του πρόβλημα, αφότου ιδρύθηκε το σύγχρονο ελληνικό κράτος, ασχολήθηκαν κατά καιρούς αναλυτές πολλοί, ειδικοί και μη. Συζητήθηκε και απ’ αυτές εδώ τις στήλες, όπου και κατ’ επανάληψη υποστηρίχθηκε ότι το «κράτος» που, μετά το 1821 φόρτωσαν στην πλάτη του λαού ο Διαφωτισμός και η Βαυαροκρατία, αποτελεί ανάτυπο όσων εθνοκρατών γέννησε η συνθήκη της Βεστφαλίας μετά το τέλος του «τριακονταετούς πόλεμου» στην Ευρώπη! Το οποίο όμως, όχι μόνο ουδεμία σχέση έχει με τα ελληνικά «κοινά»,1* όπως συνόδευσαν το ελληνικό γένος σε όλο τον προ και μετά Χριστόν ιστορικό του βίο, αλλά και όντας αυτό κράτος ξένο προς τους ζωντανούς χυμούς της ελληνικής παράδοσης, «έθνος ανέστιο», οι Έλληνες ουδέποτε το αγάπησαν, αφού τους καθιστούσε «ξένους στον τόπο τους»! Γι’ αυτό δεν διστάζουν και να το περιφρονούν, ακόμα και να το κλέβουν ως «ξένο» που είναι. Για να συνειδητοποιήσουν όμως σήμερα ότι τον εαυτό-τους τελικά είναι που τόσο καιρό έκλεβαν, και να καταντήσουνε τώρα θλιβεροί οι πένητες της Ευρώπης…
Τραγικό βεβαίως, είναι το ότι και όταν ακόμα μας δόθηκε, των Ελλήνων, ευκαιρία να αναστρέψομε τον ρόλο του υποψήφιου πένητος, όταν δηλ. εισερχόμασταν στην Ενωμένη Ευρώπη, δεν παρουσιαστήκαμε κομίζοντας εκεί, ως προϋπόθεση ένταξής μας, ό,τι ως ιστορική υπερδύναμη αποτελούσε ο πολιτισμό-μας, εκείνος μάλιστα ο πολιτισμός που η Ευρώπη το καυχιόταν ότι την εξέθρεψε. Διότι βεβαίως η εθνική μειονεξία που μας κληροδότησε ο ελληνικός διαφωτισμός, πρέσβευε πως την αλήθεια για τον αρχαιοελληνικό πολιτισμό την κατέχει η «λελαμπρισμένη Εσπερία», και εμείς, κατάλοιπα του «βυζαντινού μεσαίωνα»(!), απλώς ως μεταπράτες-της μπορούμε να λειτουργούμε… Τέτοια αναστροφή του ίδιου του ελληνικού φαινομένου της ιστορίας, ή τέτοιας έκτασης θλιβερή νεοελληνική ημιμάθεια, όντως «έθνους ανέστιου»;
Πλην όμως η εθνική ερινύα (ερινύα «εθνικής μητροκτονίας») μας επισκέφθηκε ξανά: Όταν κληθήκαμε, έστω και ως Βεστφαλικό κράτος πια, να αποτελέσομε αναγκαίο γεωστρατηγικό σύμμαχο, αυτού που ονομάζεται δυτικός πολιτικοστρατιωτικός σχηματισμός. Όταν δηλ. κληθήκαμε να επαναποκτήσομε, ό,τι από την προϊστορία-μας πάντοτε είχαμε: Στρατηγικό έδαφος στην Ανατολή. (Το μεγαλύτερο επικό ποίημα του Ελληνισμού, η Ιλιάδα, γι’ αυτό το έδαφος στην Ανατολή γράφτηκε…) Και μιλώ βέβαια για την πρώτη «φάση» αυτής της «κλήσης», το 1922, που ανέμυαλα (για ένα Κωνσταντίνο…) την χάσαμε στις ακτές της Μικρασίας.2* Έκτοτε μοναδικό έδαφος στην Ανατολή για την Ελλάδα, ώστε να αποτελέσει η ίδια «αναγκαίο στρατηγικό σύμμαχο» της δύσης, έμενε η Κύπρος. Αλλά κι’ αυτή την «κλήση» της ιστορίας (ως δεύτερη φάση) πάλι την χάσαμε στις εξ αντικειμένου ανέμυαλες και επιπροσθέτως συννεφώδεις σοβιετικές ιδεοληψίες του Νίκου Ζαχαριάδη, γκρεμοτσακισμένες, μάταια δε, στις χαράδρες του Γράμου.
Τρίτη φάση ανάκτησης της Κύπρου, (εκείνου του εδάφους στην Ανατολή) δόθηκε χρυσή το ένοχο καλοκαίρι του 1964 με τον Γεώργιο Παπανδρέου, την οποία όμως ανέτρεψε ο (κατά ρήση του ίδιου του πατέρα-του) εις ουδέν πιστεύων γιος-του, σε αγαστή σύμπνοια με τον, στον εαυτό-του μόνο πιστεύοντα, Μακάριο Γ’. Με αποτέλεσμα δέκα μήνες αργότερα ο Παπανδρέου να καταργηθεί ως πρωθυπουργός, δέκα χρόνια πιο αργά η Κύπρος να καταληφθεί από την Τουρκία, και για πενήντα τώρα χρόνια, η Ελλάδα να «βογγάει» καταβεβλημένη «και να δέρνεται» ανέλπιδα.
Τραγικότερο για τον Νέο Ελληνισμό, είναι ότι και τώρα ακόμα, που δημιουργούνται διεθνώς συνθήκες, έστω και ομοσπονδιακής, ανάκτησης της Κύπρου από την Ελλάδα,3* ουδείς, και από κανένα πολιτικό χώρο τολμά να το υπαινιχθεί καν ως πολιτική εκδοχή. (Το ΠΑΣΟΚ κλπ, λόγω ενοχής Ανδρέα, η Ν.Δ. λόγω συνενοχής του αείποτε τηλεκινούντος τα νήματα «εθνάρχη»). Συντέλεια όμως είναι όταν και «νέας γενεάς» επίδοξοι πολιτικοί ηγέτες, (οι εκείθεν του Αιγαίου) ενώ μιλούν κατά κόρον περί νέων «γεωστρατηγικών» συνθηκών στην Ανατολή, φαίνεται να αγνοούν τι σημαίνει ως έδαφος (ελληνικό ειδικά, στην Ανατολή ειδικότερα) αυτή η έννοια. Προς τι λοιπόν να ματαιοπονεί κάποιος με το πολιτικό έλλειμμα καλούμενο σήμερα τρέχουσα νεοελληνική «πολιτική»; Υπάρχουν φίλε αναγνώστη, και άλλοι τομείς εύκαρπης δημόσιας ενασχόλησης.
*Ο Χάρης Φεραίος είναι Διδάκτωρ του ΕΜΠ «Φιλελεύθερος» 7/11/15
_____________________________________________________________________
1*. Περί των ελληνικών «κοινών», από την αρχαιότητα (Πόλις-Κράτος), μέχρι και τις Πόλεις-Κοινά της Ρωμανίας, (Βυζαντίου) όπου η χριστιανική Εκκλησία, ως ενορία, ταυτιζόταν με την Εκκλησία του Δήμου, και αργότερα επί Τουρκοκρατίας μέχρι και τα προεπαναστατικά «κοινά», που η Βαυαροκρατία κατάργησε το 1833, βλέπε Γ. Μ. Σαλεμή: «Παράξενοι Φτωχοί Στρατιώτες», Εκδόσεις Αλφειός 2014. Πρόλογος Θεόδωρου Ζιάκα.
2*. Ερώτημα επίκαιρο προς τον «επιστήμονα» κ. Φίλη: Επειδή «ουδέν κακόν αμιγές καλού», αν όχι τίποτε άλλο η καταστροφή εκείνη, «διέσωσε» τουλάχιστο ενάμισι εκατομμύριο Έλληνες, όσοι λόγω της καταστροφής εγκαταλείποντας την Τουρκία ήλθαν στην Ελλάδα, που αν δεν γινόταν η μικρασιατική εκστρατεία και παρέμεναν εκεί, θα ήσαν τα επόμενα θύματα των Νεοτούρκων, όπως οι Πόντιοι οι Αρμένιοι και οι Ασσύριοι. Και το ερώτημα στον κ. Φίλη (Υπουργό Παιδείας ή παιδιάς, δεν κατάλαβα…) είναι: Αυτά τα διαφυγόντα θύματα, τι διέφυγαν επιστημονικώς: Τη γενοκτονία ή την εθνοκάθαρση;
3*. Ο γράφων δεν προτίθεται να αναλύσει πάλι αυτή την πρόταση. Αναλύθηκε εν εκτάσει απ’ αυτή τη στήλη, και ήδη κυκλοφορεί σε βιβλίο, από τις εκδόσεις «Αιγαίον» με τίτλο, «Το Τέλος της Ουτοπίας – Η περιπέτεια ενός πειράματος».