Η σχέση ημών των Νεοελλήνων με το βυζαντινό μας παρελθόν είναι συχνά άβολη. Μέσα στην αγωνία μας να γίνουμε αποδεκτοί από τα δυτικά έθνη στην οικογένεια των πεπολιτισμένων Ευρωπαίων, συχνά νιώθουμε ότι η μεσαιωνική και μεταμεσαιωνική μας παράδοση, εδραζόμενη στην ιστορική μνήμη, τις κοινωνικές δομές και τη θρησκευτική κληρονομιά της αυτοκρατορίας της Κωνσταντινούπολης, μας κρατάει πίσω. Αντίθετα η λατρευτή στη Δύση αρχαία Ελλάδα προτιμήθηκε ως πρωτεύον σημείο αναφοράς της εθνικής ταυτότητας, μολονότι σαφώς λιγότερο δόκιμο και άμεσο με τον ζώντα Ελληνισμό.
Και όμως το βυζαντινό πολιτιστικό φορτίο καθόλου δεν αντιτίθεται στη συνείδηση του ανήκειν στην Ευρώπη. Υπάρχει φυσικά διαφοροποίηση στα ιστορικά βιώματα και τη συνακόλουθη διαμόρφωση του εθνικού χαρακτήρα, κάτι όμως συμβατό με την υγιή πολιτιστική ποικιλομορφία της Γηραιάς Ηπείρου. Αντιθέτως, στο πρόσωπο του Βυζαντίου συναντώνται πλήρως τα στοιχεία που συνθέτουν την «ευρωπαϊκότητα», με τρόπο διαφορετικό από όπως τα βίωσε η (πολιτικά, οικονομικά και πολιτιστικά κυρίαρχη) Βόρεια και Δυτική Ευρώπη, αλλά μοναδικό και ενδεικτικό της προσαρμοστικής ικανότητας και συνθετικής δημιουργικότητας του Γένους.
Ο Γάλλος ποιητής και φιλόσοφος Paul Valery όρισε τρία συστατικά στοιχεία που διαμόρφωσαν και ορίζουν την έννοια της Ευρώπης, του Ευρωπαίου και του Ευρωπαϊκού πολιτισμού. Ήταν η αρχαία Ελλάδα, η Ρώμη και ο Χριστιανισμός. Η ευρωπαϊκή πρόοδος βασίστηκε πάρα πολύ στον πολιτισμό και τα επιτεύγματα της αρχαίας Ελλάδας σε επίπεδο επιστημών, τέχνης και σκέψης. Η ποίηση της Σαπφούς και του Ομήρου, η δραματουργία του Ευρυπίδου και του Σοφοκλέους, η ιστοριογραφία του Θουκυδίδου και ο φιλοσοφικός στοχασμός του Πλάτωνος και του Αριστοτέλους υπήρξαν οι βάσεις για την πνευματική και διανοητική διάσταση του Ευρωπαϊκού πολιτισμού. Οι Περσικοί πόλεμοι ως πρότυπο της αέναης πάλης της Δύσης με την Ασία, η Αθήνα ως παράδειγμα πολιτικής προόδου και ελευθερίας και η Σπάρτη ανδρείας και πειθαρχίας, όλα απέκτησαν ξεχωριστή θέση στην κοινή ευρωπαϊκή ταυτότητα.
Ύστερα ήρθε η Ρώμη. Η πρώτη αυτοκρατορία που ένωσε ένα μεγάλο κομμάτι της ηπείρου, διέδωσε τον ελληνικό αλλά και το δικό της πολιτισμό και με τον τρόπο αυτό δημιούργησε δεσμούς έθους και τρόπου ανάμεσα σε πλήθος λαών. Από τη Βρετανία ως τη Μαύρη θάλασσα εδραιώθηκε ένα κοσμοσύστημα το οποίο στηρίχθηκε στα μεγάλα επιτεύγματα του ρωμαϊκού πολιτισμού: την τελειοποιημένη στρατιωτική τέχνη, την άρτια νομική επιστήμη και διοικητική οργάνωση. Με πρότυπο τους Έλληνες, οι Ρωμαίοι ανέπτυξαν επίσης σημαντική τέχνη, πρωτοποριακή αρχιτεκτονική και μία αξιόλογη πολιτική και λογοτεχνική γραμματεία (Κικέρων, Βιργίλιος, Οβίδιος κ.α.). Το ελληνορωμαϊκό πνεύμα υπήρξε η βάση επί της οποίας γεννήθηκε ο Ευρωπαϊκός Διαφωτισμός.
Τέλος, η Ευρώπη κατά την ύστερη αρχαιότητα και τον πρώιμο Μεσαίωνα απέκτησε μία ενιαία πίστη, το Χριστιανισμό. Ο Χριστιανισμός, αφού άντεξε σκληρούς διωγμούς επί αιώνες, αναδύθηκε ως η κυρίαρχη θρησκεία της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας και μέσα από τη δραστήρια ιεραποστολική δράση της Ρώμης και της Κωνσταντινούπολης εξαπλώθηκε σε όλην την ήπειρο, από την Ιρλανδία ως το Βόλγα. Ο χριστιανισμός αποτέλεσε ένα πολύ ισχυρό στοιχείο κοινής αναφοράς για τα κράτη και τους λαούς της Ευρώπης, καθώς δημιούργησε παρόμοια βάση δικαίου και ηθικής, κοινή καλλιτεχνική και φιλολογική έμπνευση και την αίσθηση του ανήκειν σε μία ενιαία κοινότητα. Η Ρώμη έγινε ξανά το κέντρο της Δυτικής Ευρώπης, αυτή τη φορά όμως με την έννοια της πνευματικής και εκκλησιαστικής αρμοδιότητας του Πάπα. Η Δυτική Εκκλησία υπήρξε ένας πανίσχυρος θεσμός που, παρά τους διαρκείς πολέμους, κρατούσε σε έναν βαθμό ενωμένη και συνεννοήσιμη τη «societas christiana» και συντηρούσε δομές πρόνοιας. Το εκπαιδευτικό της δίκτυο, με δεκάδες πανεπιτήμια και εκατοντάδες μονές με δραστήρια scriptoria, είχε κομβικό ρόλο στη διάσωση της ελληνορωμαϊκής κληρονομιάς και την ανάπτυξη της μάθησης και της τέχνης, που αργότερα θα οδηγήσει στην Αναγέννηση και την Επιστημονική επανάσταση. Η Μεταρρύθμιση αργότερα άλλαξε το τοπίο της ηπείρου ριζικά, ανοίγοντας το δρόμο για το έθνος κράτος και τον καπιταλισμό.
Γυρνώντας στο Βυζάντιο, βλέπουμε ότι η αυτοκρατορία της Νέας Ρώμης στήριζε την υπόσταση και την ταυτότητα της στα ίδια τρία στοιχεία. Ήταν η συνέχεια του ανατολικού τμήματος της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, με την ίδια ρωμαϊκή διοίκηση, νομοθεσία και πολεμικό ήθος. Το νομικό σύστημα ολόκληρης σχεδόν της Ευρώπης βασίζεται στο Corpus Iuris Civilis, τη νομοθεσία του Ιουστινιανού. Το Βυζάντιο ήταν μία αυτοκρατορία ελληνόφωνη και με σημαντικό εθνικό ελληνικό στοιχείο. Η αρχαιοελληνική φιλοσοφία και γραμματεία ήταν η βάση του εκπαιδευτικού συστήματος και σημαντικό βοήθημα ακόμη και στη θεολογία. Και βεβαίως το Βυζάντιο ήταν η καρδιά του Ανατολικού Χριστιανισμού, τον οποίο διεμόρφωσε, διεφύλαξε και διέδωσε σε πλήθος λαών. Η Ορθοδοξία διαπερνούσε κάθε πτυχή του βυζαντινού βίου, από την τέχνη και τους νόμους ως τις καθημερινές συνήθειες και την κατανόηση του κόσμου. Η Ελένη Γλύκατζη-Αρβελέρ φθάνει στο σημείο να αποκαλέσει το Βυζάντιο ως το πρώτο ευρωπαϊκό κράτος, καθώς πρώτο συγκέντρωσε και τα τρία συστατικά της «ευρωπαϊκότητος». Το Βυζάντιο πάντοτε θεωρείτο κομμάτι του ευρωπαϊκού και χριστιανικού κόσμου του μεσαίωνος, ακόμη και όταν οι θεολογικές έριδες και οι πολιτικές και πολεμικές συγκρούσεις προκαλούσαν ρήγματα και μίση. Η συμμετοχή του στην ευρωπαϊκή ιστορία είναι αδιαμφισβήτητη και τεράστιας σημασίας, από τη συμβολή στην διάσωση των ελληνικών γραμμάτων και διάδοση του Ευαγγελίου, μέχρι την λειτουργία του ως κυματοθραύστης των βαρβαρικών και ισλαμικών επιδρομών προς τη Δύση.
Είναι λοιπόν απολύτως προφανές πως η βυζαντινή μας παράδοση και πολιτιστική κληρονομιά όχι απλά δεν θέτει εν αμφιβόλω αλλά ενισχύει τη θέση πως η Ελλάδα ανήκει στον Ευρωπαϊκό πολιτισμό. Ευρώπη δεν είναι μόνο ένα πράγμα, μία αντίληψη και ένας ομοιόμορφος πολιτισμός. Είναι ένα πολύχρωμο μωσαϊκό από διαφορετικούς λαούς, έθιμα, φιλοσοφικά και θεολογικά ρεύματα, ιστορίες και παραδόσεις. Μπορεί να μην έχουμε ταυτόσημο ή έστω παραπλήσιο πολιτισμό με τη Δυτική Ευρώπη, και σίγουρα η βυζαντινή ιστορία συνέβαλε σε αυτό. Όμως αυτό δεν μας κάνει λιγότερο Ευρωπαίους από έναν Ολλανδό ή έναν Ελβετό.
Δημοσίευση στο περιοδικό Νέα Πολιτική και στο ΙΝΣΠΟΛ του Μάριου Νοβακόπουλου.
(Το ΙΝΣΠΟΛ δεν έχει καμμιά άμεση ή έμμεση σχέση με ομάδες, blogs και πρόσωπα που χρησιμοποιούν παρόμοιες ονομασίες.)
10 comments
Ο Ευρωπαϊκός πολιτισμος, όπως πολύ σωστά αναφέρει ο αρθρογράφος, διαμορφώθηκε από τις τρεις αυτές παραμέτρους, οι οποίες είναι ελληνικός πολιτισμός, ρωμαϊκή έννοια κράτους και δικαίου και χριστιανισμός. Φορέας και των τριών αυτών παραμέτρων ήταν το Βυζάντιο.
Οι κάτοικοι της Δυτικής και Βορείου Ευρώπης, άρχισαν να έρχονται σε επαφή ουσιαστικά με το Βυζάντιο από τον 10ο αιώνα και κυρίως από τις Σταυροφορίες και μετά (με τα τραγικά για μας αποτελέσματα). Μέχρι τότε διατηρούσαν πολλά από τα “βαρβαρικά” χαρακτηριστικά τους, από τους κανόνες υγιεινής μέχρι το σεβασμό της ιδιοκτησίας και της ελευθερίας του άλλου.
Ευρώπη είναι η Ελλάδα κι ας μην το μαθαίνουμε πια στα παιδιά μας. Φτάνει να κυττάξει κανείς στο χάρτη που βρίσκεται αυτό που αποκαλούμε “Δύση”, που βρίσκεται αυτό που αποκαλούμε “Ανατολή” και στο κέντρο του θα δει την Ευρώπη.
ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ ΒΥΖΑΝΤΙΟ – Κ. Καστοριάδη
… Τέλος έρχομαι στο σύγχρονο ελληνικό δράμα. Τα κεντρικά στοιχεία του ελληνικού δράματος είναι, από τη μια μεριά, η τριπλή αναφορά που περιέχει για μας η παράδοση: Αναφορά στους αρχαίους Έλληνες, αναφορά στο Βυζάντιο, αναφορά στη λαϊκή ζωή και κουλτούρα, όπως αυτή δημιουργήθηκε στους τελευταίους αιώνες του Βυζαντίου και κάτω από την Τουρκοκρατία. Από την άλλη μεριά, η αντιφατική και, θα μπορούσε να πει κανείς, ψυχοπαθολογική σχέση μας με τον δυτικοευρωπαϊκό πολιτισμό, που περιπλέκεται ακόμα περισσότερο από το γεγονός ότι ο πολιτισμός αυτός έχει μπει εδώ και δεκαετίες σε μια φάση έντονης κρίσης και υποβόσκουσας αποσύνθεσης.
Η διπλή και ταυτόχρονη αναφορά στην αρχαία Ελλάδα και στο Βυζάντιο, που αποτέλεσε το επίσημο «πιστεύω» του νεοελληνικού κράτους και του πολιτιστικού κατεστημένου της χώρας οδήγησε και οδηγεί σε αδιέξοδο, κατά πρώτο και κύριο λόγο διότι οι δυο αυθεντίες που επικαλείται βρίσκονται σε διαμετρική αντίθεση μεταξύ τους. Ο αρχαίος ελληνικός πολιτισμός είναι πολιτισμός ελευθερίας και αυτονομίας, που εκφράζεται στο πολιτικό επίπεδο στην πολιτεία ελεύθερων πολιτών που συλλογικά αυτοκυβερνώνται και στο πνευματικό επίπεδο με την ακατάπαυστη επαναστατική ανανέωση και αναζήτηση. Ο βυζαντινός πολιτισμός είναι πολιτισμός θεοκρατικής ετερονομίας, αυτοκρατορικού αυταρχισμού και πνευματικού δογματισμού. Στο Βυζάντιο δεν υπάρχουν πολίτες, αλλά υπήκοοι του αυτοκράτορα, ούτε στοχαστές, μόνο σχολιαστές ιερών κειμένων. Η προσπάθεια συνδυασμού και συμφιλίωσής τους δεν μπορούσε παρά να νεκρώσει κάθε δημιουργική προσπάθεια και να οδηγήσει σε ένα στείρο σχολαστικισμό, όπως αυτός που χαρακτήριζε το πνευματικό κατεστημένο της χώρας επί ενάμιση σχεδόν αιώνα μετά την ανεξαρτησία και που επαναλάμβανε τα χειρότερα μιμητικά στοιχεία του Βυζαντίου. Καθ’ όσο ξέρω, είμαστε ο μόνος λαός με μεγάλο πολιτιστικό παρελθόν που πρόσφερε στον κόσμο το γελοίο και θλιβερό θέαμα προσπάθειας τεχνητής επαναφοράς της γλώσσας που μιλιόταν πριν από 25 αιώνες. Ούτε οι Ιταλοί προσπάθησαν να ξαναζωντανέψουν τα λατινικά, ούτε οι Ινδοί τα σανσκριτικά. Και είναι εξίσου χαρακτηριστικό ότι ενώ η Δυτική Ευρώπη, στους δυο περασμένους αιώνες γέννησε δεκάδες λαμπρούς ελληνιστές, μόνο τρία ονόματα έχουμε που μπορούν να σταθούν αχνά στο ίδιο επίπεδο με αυτούς: Τον Κοραή, τον Βερναρδάκη και τον Συκουτρή -τον οποίο Συκουτρή οδήγησε χαρακτηριστικά σε αυτοκτονία ο φθόνος και το μίσος των κηφήνων του εν Αθήνησι Πανεπιστημίου. Περηφανευόμαστε ότι είμαστε απόγονοι των αρχαίων, αλλά για να μάθουμε τι έλεγαν και τι ήταν οι αρχαίοι πρέπει να προσφύγουμε σε ξένες εκδόσεις και σε ξένες μελέτες….
ΔΕΙΤΕ ΣΧΕΤΙΚΑ: http://www.ekivolos.gr/Arxaia%20Ellada%20kai%20Byzantio.htm
προς Ἑκηβόλος
Δε μου αρέσουν οι συγκρίσεις μεταξύ αρχαιοελληνικού κόσμου και μεσαιωνικού ελληνισμού, καθώς έτσι αμφισβητείται η συνέχεια του ελληνισμού, πράγμα που δεν ισχύει. Οι μεν ήταν οι παππούδες μας, οι δε οι πατεράδες μας.
Αλλά Ἑκηβόλέ εχεις μαλώσει με τη λογική; Ίσα ίσα που στην αρχαιότητα υπήρχε δουλεία και κατηργήθη επί Ρωμανίας.
«Η αντιπροσώπευση είναι πολιτική αυτοαποξένωση τον πολιτικοί»
σύρματος. Είναι “πάρε αγά μου το σχοινί να με κρεμάσει»;”. Η μόνη δυνατή
μορφή δημοκρατίας είναι η άμεση δημοκρατία, όπου οι άνθρωποι
αποφασίζουν μόνοι τους και όχι μέσω αμετακλήτων εκπροσώπων. Τά’ρα
φυσικά από πολύ καιρό υπάρχει το επιχείρημα και η συζήτηση την οποία
θα ήταν ανέντιμο να αφήσουμε κατά μέρος. Άμεση δημοκρατία υπήρξε,
το ξέρουμε. Υπήρξε στην Αθήνα και σε μερικές άλλες ελληνικές πόλεις, όχι
σε όλες. Δεν υπήρξε ποτέ στην Ρώμη. Αν ποτέ ακούσετε κανέναν
καθηγητή πανεπιστημίου να σας μιλάει για ρωμαϊκή δημοκρατία, βγείτε
έξω αγοράστε ντομάτες και ρίξτε του. Η Ρώμη ήτανε ολιγαρχία από την
αρχή μέχρι το τέλος. Αν ακούσετε κανέναν μαρξιστή να σας πει ότι η
αθηναϊκή δημοκρατία στηριζόταν στη σκλαβιά, αγοράστε πορτοκάλια
σάπια και ρίξτε του, διότι σκλαβιά υπήρχε παντού στον αρχαίο κόσμο,
αλλά δεν υπήρχε δημοκρατία…».
Δείτε σχετικά: http://www.ekivolos.gr/Peri%20douleias%20sthn%20arxaia%20Ellada.htm
Κορντύχος Καστοριανής
Κορνήλιος Καστοριάδης
Δὲν « … είμαστε ο μόνος λαός με μεγάλο πολιτιστικό παρελθόν που πρόσφερε στον κόσμο το γελοίο και θλιβερό θέαμα προσπάθειας τεχνητής επαναφοράς της γλώσσας που μιλιόταν πριν από 25 αιώνες … »
Ὑπάρχει καὶ ὁ λαὸς τοῦ Ἰσραήλ, ὁ ὁποῖος, μάλιστα, ἐπέτυχε νὰ ἀναστήσῃ τὴν Ἑβραϊκὴ γλῶσσα. Καὶ ὁ Φινλανδικὸς λαός, ἐπίσης, ἂν καὶ γιὰ μικρότερο χρονικὸ διάστημα γλωσσικῆς νεκροφανείας.
Ἐμεῖς, ὅμως, δὲν ἐπιχειρήσαμε νὰ ἀναστήσουμε τὴν ἀρχαία. Καταρτίσαμε μίαν ἐντελῶς νέα γλῶσσα, διάλεκτο ταυτοχρόνως τῆς Ἀγγλικῆς, τῆς Γαλλικῆς καὶ τῆς Γερμανικῆς ὡς πρὸς τὶς δομές της, ἀλλὰ μὲ Ἑλληνικὲς λέξεις. Ὅποιος θεωρεῖ τέτοιο κατόρθωμα γελοῖον, δὲν ἔχει παρὰ νὰ διαβάσῃ τὰ νομικὰ καὶ διοικητικὰ ἔγγραφα τῆς καὶ δῆθεν ἀπελευθερωμένης γλωσσικῶς σημερινῆς Ἐλλάδος καὶ θὰ βρῇ ἐκεῖ πολύ περισσότερα πού θὰ τοῦ κινήσουν τον γέλωτα.
Ἕνα ἀπόσπασμα ἀπὸ τὴν μελέτη τοῦ Παύλου Καλλιγᾶ γιὰ τὴν Στάση τοῦ Νἰκα καὶ γιὰ τὴν ἀξία τῆς νομοθεσίας, τότε καὶ ἀργότερα. Προφανῶς ξέρει γιατὶ μιλᾶ, ἀφοῦ ἦταν καθηγητὴς τοῦ Ρωμαϊκοῦ Δικαίου.
Δύω τινὰ στοιχεῖα πρωτεύουσιν ἐν τῇ βυζαντίνῃ κοινωνία, ἀμφότερα ὀλέθρια καὶ καταστρεπτικά, ὅταν μάλιστα βιαίως συγκρούωνται καὶ παρασύρωνται ἐκ τῆς ὁρμῆς τῶν παθῶν, ὁ φανατισμὸς καὶ ἡ στρατοκρατία. Αὐτὰ καὶ μόνα ἦσαν τότε κύρια τῶν πραγμάτων καὶ τῶν προσώπων, τοῦ πλήθους καὶ τῆς ἐξουσίας, καὶ μεταξὺ αὐτῶν εὑρέθη ὁ Ἰουοτινιανός, ἄτολμος, κρυψίνους καὶ φιλύποπτος, ἐπίμονος καὶ ἀνακόλουθος, ἐστερημένος παρρησίας καὶ πολιτικῆς ἐπιτηδειότητος, περισωθεὶς ὅμως ἐπὶ τέλους ἐκ τῆς φορᾶς τῶν πραγμάτων, διότι οὐδένα ἀπήντησε σπουδαῖον ἀντίπαλον, μεταξὺ τῶν ἀντιθέτων τούτων ροπῶν παλαίων, καὶ ἐγκαταλιμπάνων τὸ κράτος εἰς τοὺς αὐτοὺς σπαραγμούς, οὐδὲν θεραπεύσας καὶ οὐδὲν βελτιώσας, οὐδὲ διὰ τοῦ ὄγκου τῆς τοσοῦτον θαυμαζομένης νομοθεσίας αὐτοῦ.
Ὑπῆρχον πολλοὶ λόγιοι ἐν τῇ ἐποχῇ τοῦ Ἰουστινιανοῦ, ἀλλ’ ὅπως καὶ αὐτός, μᾶλλον χρήσιμοι εἰς τοὺς μεταγενεστέρους, ἢ εἰς τοὺς συγχρόνους διότι ὁ λαὸς διετέλει ἐν πλήρει ἀμαθείᾳ καὶ βαρβαρότητι, οὐδὲν δὲ ἐγίνετο, οὔτε μετὰ ταῦτα ἐγένετο, πρὸς διαφώτισιν αὐτοῦ. Δὑω τινα ἐνησχόλουν τὰ πλήθη, ὁ ἱππόδρομος καὶ αἱ θρησκευτικαὶ ἔριδες, ὅλως μετάρσιοι περὶ πραγμάτων, περὶ ὧν οἱ σοφοὶ δὲν ἐξηκρίβωσαν ποτέ τι᾿ πολλοῦ γε καὶ δὴ οἱ ἄσοφοι.
Λέει, ὅτι οἱ νόμοι ἔχουν ἀξία ὅταν ὑπάρχει ἕνα ἐλάχιστο ὑλικῆς εὐημερίας καὶ διανοητικῆς ὡριμότητος. Ἀλλιῶς εἶναι χρήσιμοι μόνον στούς ἑκάστοτε ἐπιγενομένους.
Αὐτὸ ἀποδεικνύει ὅτι τὰ φῶτα τῶν Ἀρχαίων ἔγιναν ἐνδιαφέροντα μόνον ἀπὸ τὴν στιγμὴ πού στὴν Δύση ὑπῆρξαν οἱ ὑλικὲς προϋποθέσεις γιὰ νὰ ἐνδιαφερθοῦν οἱ ἄνθρωποι. Συνεπῶς, πρῶτα συνετελέσθη ἡ Ἀναγέννησις στὰ ἐργαστὴρια τῶν «σιδηρουργῶν τοῦ Ἄαχεν καὶ τῆς Νυρεμβέργης, ὅπως τοὺς ὠνόμασε ὁ Δημήτρης Χατζῆς καὶ μετά, γιὰ καλύτερο γαρνίρισμα, ἔψαξαν στὰ ντουλάπια καὶ βρῆκαν τὸν Πλάτωνα καὶ τὸν Ἀριστοτέλη. Καὶ φυσικὰ τὸν Πραξιτέλη, τὸν Λύσιππο γιὰ νὰ ἔχουν ἕνα μπούσουλα καὶ οἱ εἰκαστικοί …
Καὶ μία ἀκόμη κρίσις τοῦ Καλλιγᾶ («Ἀπὸ τῆς Πρώτης μέχρι τῆς Τελευταίας Ἁλώσεως») :
Ἡ ἀντὶ τῶν θεμάτων μερικὴ μνεία ἐπαρχιῶν, ὁρίων, ἐπισκέψεων καὶ χαρτουλαράτων τρανῶς ἐμφαίνει ὅτι ἐντελῶς ἐξέλιπεν ἡ ἑνότης τῆς θεματικῆς διοικήσεως, διασπασθεῖσα εἰς μικρὰς περιφερείας ἀναλόγως τῆς ἐκτάσεως αὐτῶν, εἰς ἐπαρχίας ὑπὸ τὴν διοίκησιν στρατηγοῦ ἢ ἐπάρχου, ὅρια κατὰ τὸ μᾶλλον ἢ ἧττον αὐτόνομα, ἐπισκέψεις, ὅτε ὑπέκειντο εἰς τὴν ἐπιθεώρησιν καὶ δυναστείαν γειτονικοῦ ἄρχοντος, ἐπιβάλλοντος παντοίας δόσεις καὶ εἰσφοράς, ἢ εἰς χαρτουλαράτα, διατηροῦντα ἔλεγχον στρατευσίμων πρὸς παροχὴν αὐτῶν ἐν καιρῷ ἀνάγκης.
Πρέπει νὰ θαυμάσωμεν, πῶς ἐν μἑσω τοιούτων ἑτεροφύλων στοιχείων διετηρεῖτο τοῦ βασιλείου ἡ ἑνότης, πολλάκις καταποντιζομένη καὶ πάλιν ἀνακύπτουσα διὰ τῆς ἡρακλείου δυνάμεως ἀνδρὸς ἀκαταβλήτου καὶ ἐν μακρῷ ἀγῶνι παλαίοντος καθ’ ὅλων τῶν στοιχείων πρὸς παλινόρθωσιν, ἐπὶ χρόνον δέ τινα ἐπαναφέροντος τὴν ὑπερέχουσαν λάμψιν, πρὸς ἣν μετὰ θαυμασμοῦ οἱ λαοὶ πάσης φυλῆς ἡτένιζον, τὸ φῶς τοῦ χριστιανισμοῦ καὶ τοῦ πολιτισμοῦ μεταδίδουσαν μᾶλλον κατ᾽ ἀντανάκλασιν, ὡς ἐκ τῆς ἀπαστραπτούσης ἐπιχρυσώσεως τοῦ δεσποτισμοῦ καὶ του μαρμαίροντος κονιάματος πομπωδῶν λόγων. Ἀλλ’ ἡ τὰ σπλάγχνα διαβρώσκουσα φαγέδαινα τοῦ ἄγους τῆς περὶ θρόνου ἔριδος ἐπαγαγοῦσα τὴν ἅλωσιν τοῦ Βυζαντίου, ἠμαύρωσε τὴν λάμψιν, ἣν δὲν ἠδύνατο ν’ ἀντικαταστήσῃ ἡ ἐν ἀλλοτρίᾳ χώρᾳ ἀποικιζομένη φραγκοκρατία, ἄνευ τῶν ἐφοδίων πρὸς ἀνοικοδόμησιν στερεοῦ κράτους, ἴδιον ἔχοντος προορισμόν, ἀλλ’ ἀλλότρια ἐπιδιώκοντος συμφέροντα καὶ τέλη.
Στ’o σχολεῖον μᾶς ἐδίδασκαν ὅτι τὰ «θέματα» τῆς αὐτοκρατορίας παρήκμασαν, χωρὶς ἄλλα σχόλια. Ἐνῶ, ἡ ἀλήθεια εἶναι ὅτι ἡ αὐτοκρατορία εἶχε κερματισθῆ σὲ τοπαρχίες πρὶν καὶ ἀπὸ τὴν διαμερισμὸν τῶν ἱματίων της ἀπὸ τοὺς Φράγκους καὶ τοὺς Ἐνετούς. Βασικῶς, ἂν πιστεύσουμε τὸν Καλλιγᾶ, ὁ ὁποῖος «ἐξωνύχισε» τὶς ἱστορικὲς πηγές, πάντοτε ἢ σχεδὸν πάντοτε σκορποχῶρι εἴμαστε (κατὰ Βερέμην «κατακερματισμένη κοινωνία», ὀξύμωρον, βεβαίως, ἀφοῦ «κατακερματισμένη» καὶ «κοινωνία» εἶναι ὅροι ἀσύμβατοι). Καὶ ὄχι μόνον οἱ Ἕλληνες. Δέστε πόσο λατρεύουν οἱ Ρῶσσοι καὶ οἱ Τοῦρκοι τοὺς «ἀκαταβλήτους ἄνδρας», Πούτιν καὶ Ἐρντοάν. Τὰ περὶ δημοκρατίας καὶ κράτους δικαίου δὲν τὰ μποροῦμε, διότι μᾶς λείπει, ἤδη ἀπὸ τὸ σπίτι μας, ἡ παιδεία τοῦ διαλόγου καί, συνεπῶς, καὶ ὁ πατριωτισμός. Πῶς θὰ φθάσουμε νὰ σκοτωθοῦμε ὑπερασπίζοντας κάποιον μὲ τὸν ὀποῖον δὲν μποροῦμε νὰ συμφωνήσουμε οὔτε ὅτι «ἕνα σὺν ἕνα κάνουν δύο» ; Δὲν μᾶς ἔμαθε κανεὶς νὰ σκύβουμε μπροστὰ στὴν ἁπλῆ λογική, ἀφοῦ ἐμεῖς πάντοτε ξέρουμε καλύτερα ! Καί, φυσικά, ἡ κάθε λογῆς ξένη ἀρωγή εἶναι ματαία, ὅπως φαίνεται νὰ ἔχῃ, ἐπὶ τέλους, καταλάβει ὁ Βόλφγκανγ Σώϋμπλε, ἀφοῦ κατέβαλε καὶ ἀλμυρώτατα δίδακτρα.
Σχετικῶς μὲ τήν, πράγματι ἀνεπανάληπτη στὸ ἱστορικὰ χρονικά, νομισματικὴ σταθερότητα ἐπὶ ἐπτακόσια καὶ βάλε χρόνια, τῆς αὐτοκρατορίας τῆς Κωνσταντινουπόλεως, μήπως, τελικῶς συνέβαλε στὴν διαρκῆ ἀστάθεια, μέσα στὴν ὁποία διεξῆλθε τὸν βίον ἡ αὐτοκρατορία ; Δὲν θὰ ὑπῆρχαν καὶ τότε ἄφθονοι κατὰ τόπους Τσιπροκαμμένοι ὑποσχόμενοι περιορισμοὺς στὴν φορολογία καὶ «ἀνάσα» ἀπὸ τὴν δημοσιονομικὴ πειθαρχία ; Οἱ νόμοι τῶν αὐτοκρατόρων εἶναι γεμᾶτοι ἀπὸ τέτοιας λογῆς (ἀνα)κουφιστικές, ὅσον καὶ «φωτογραφικές», διατάξεις. Γιὰ γενικὴ ἐλάφρυνση φόρων καὶ γενναία περικοπὴ δαπανῶν (καὶ ὑπῆρχαν πάμπολλες ἄχρηστες) πουθενὰ δὲν γίνεται λόγος, ἀκριβῶς ὅπως καὶ στὰ μνημόνια σήμερα. Ὀ Γεώργιος Γεμιστὸς Πλήθων, στὰ τελευταῖα χρόνια τῆς αὐτοκρατορίας, ἀπελπισθεὶς ἀπὸ τὴν συμφορὰ τοῦ ἀδοκίμου νομίσματος κατέληξε νὰ προκρίνῃ τὸν ἀντιπραγματισμό !
Νομίζω τὸ γενικὸ συμπέρασμα εἶναι ὅτι φαῦλοι ἤ, τούλάχιστον, κακομαθημένοι πολίτες δὲν μποροῦν νὰ ἔχουν ὑγιεῖς νόμους οὔτε ὐγιὲς νόμισμα. Θὰ ἦταν, ἄλλωστε, καὶ ἄδικο.
Ὁ Κορνήλιος Καστοριάδης δὲν εἶναι δόκιμος βυζαντινολόγος (οὔτε φυσικὰ ὁ νομικὸς τοῦ προπερασμένου αἰῶνος Παῦλος Καλλιγᾶς). Εἶναι λυπηρὸν ὅτι πολλοὶ Ἕλληνες, ἐν ἔτει 2016, παραμένουν προσκολλημένοι στὸν δυτικὸ ἀντιβυζαντινισμὸ (καὶ ἀντικληρικαλισμὸ) τοῦ 19ου αἰῶνος (ἤδη ξεπερασμένο στὴν Δύσι), καὶ ἀγνοοῦν παντελῶς τὴν σύγχρονη ἑλληνικὴ ἀλλὰ καὶ διεθνῆ ἐπιστήμη καὶ βιβλιογραφία (ἐπὶ παραδείγματι, τὰ ἔργα τοῦ καθηγητοῦ τοῦ πανεπιστημίου τοῦ Ὀχάιο Ἀντωνίου Καλδελλῆ).
Συγγνώμην, ἀλλὰ δὲν βλέπω «ἀντιβυζαντινισμὸ» ἢ «ἀντικληρικαλισμὸ» στὸν Καλλιγᾶ, οὔτε στὰ παρατεθέντα άποσπάσματα, οὔτε στὸ μέρος τοῦ ἔργου του μὲ τὸ ὁποῖον ἔχω κάποιαν ἐξοικείωση. Ἂν μεροληπτῇ ὁ Καλλιγᾶς, μεροληπτεῖ ὑπὲρ τῶν Ἐλλήνων, στὶς συγκρούσεις τους μὲ τὴν Δύση, καὶ ὑπὲρ τῆς Ἐκκλησίας, στὶς συγκρούσεις της μὲ τὸ κράτος. Οὔτε, ἀπ’ ὅσα ἐλάχιστα γνωρίζω, γράφει κάτι διαφορετικὸ ὁ κύριος Καλδελλῆς. Τὶς περγαμηνὲς τοῦ Καλλιγᾶ ὡς ἰστορικοῦ, πρώτη φορὰ διαβάζω κάποιον νὰ τὶς ἀμφισβητῇ. Εἶναι βέβαιον ὅτι, ἀπὸ τοὺς Ἕλληνες μελετητές, πρῶτος αὐτὸς ἔγραψε συνθετικὴ ἰστορία τῆς ὑστέρας περιόδου τῆς αὐτοκρατορίας τῆς Κωνσταντινουπόλεως καί, γιὰ τὸν λόγο αὐτό, χρειάσθηκε νὰ ἀνασκευάσῃ, μὲ βάση τὶς ἱστορικὲς πηγές, τὶς ὁποῖες «ἐξωνύχισε», πλῆθος παρεξηγήσεων τῶν ἱστορικῶν τῆς Δύσεως. Ἔχει, κατ’ ἐμέ, μεγάλη ἀξία τὸ γεγονὸς ὅτι δὲν γράφει σὰν ἐπαγγελματίας ἱστορικὸς τῆς σημερινῆς ἐποχῆς (μὲ μέση ἀναγνωσιμότητα τῶν ἐργασιῶν του πέντε ἀνθρώπους καὶ κείμενα ἐξόχως χρήσιμα γιὰ τὴν καταπολέμηση τῆς ἀϋπνίας), ἀλλὰ σὰν ἄνθρωπος πού ἐστράφη στὴν μελέτη τῆς ἱστορίας γιὰ νὰ ἐμβαθύνῃ στὸν κατανόηση τοῦ Δικαίου.
Οὔτε βοηθᾶμε τὴν Ἑλληνικὴ αὐτοσυνειδησία ὅταν ἀποδίδουμε ὅλα τὰ στραβὰ καρβέλια στοὺς ξένους. Τὸ ἀντίθετο, κατευθύνουμε τὸ ἔθνος σὲ μιὰ Ὀθωμανικὴ μοιρολατρεία. «Ἀφοῦ μᾶς καταδιώκουν σὲ ὅλα οἱ κακοὶ ξένοι, γιατί νὰ προσπαθήσουμε γιὰ ὀτιδήποτε ;» Σὲ χώρα μὲ βιοτικὸ ἐπίπεδο καὶ δυνατότητες πνευματικῆς καλλιεργείας ἀπὸ τὰ ὑψηλότερα στὸν κόσμο, τέτοια κακομοιριά, ὅσο γενικευμένη καὶ ἂν εἶναι, εἶναι ἀπαράδεκτη, ὅ,ποτε δὲν καταντᾷ, ὅπως στὶς ἡμὲρες μας, ἐπικίνδυνη.