Sunday 13 October 2024
Αντίβαρο
Ελληνοτουρκικά Μανώλης Εγγλέζος Δεληγιαννάκης

Τα συνεχόμενα επεισόδια μιας συντριπτικής ήττας

Του Μανώλη Εγγλέζου – Δεληγιαννάκη

Η κρίση πλέον έφτασε το απώτατο στάδιό της, το γεωπολιτικό. Μια αδύναμη χώρα γίνεται ήδη βορά των εξ ανατολών, και όχι μόνο, γειτόνων, έχοντας χάσει πάνω απ’ όλα την πίστη στα δίκαιά της και τη βούληση να παλέψει γι’ αυτά.

Ο πόλεμος δεν έχει κηρυχτεί επίσημα αλλά υπάρχει. Και τον έχομε χάσει δίχως να πέσει μια τουφεκιά. Πόλεμος ψυχολογικός, επικοινωνιακός, και ένοπλος. Αυτό που λένε υβριδικός, μια λέξη που έβαλε στη ζωή μας η Τουρκία τώρα τελευταία. Βέβαια, της δώσαμε κάθε δυνατότητα να το κάνει, δίχως ανάλυση της συμπεριφοράς της, δίχως εθνική στρατηγική δική μας, αδιαφορώντας για την άμυνά μας και την αμυντική μας βιομηχανία προς δόξα της μίζας. Κάναμε το αντίθετο δηλαδή από αυτό που κάνουν χώρες όπως η Τουρκία, που έχουν μια πολιτική για τη πατρίδα κι όχι για τον εκάστοτε μιζαδόρο, και που έχει πια κερδίσει σημαντική γνώση στην εξοπλιστική βιομηχανία, την οποία εξελίσσει συνεχώς.

Και ποιους έχει απέναντί της από πλευράς μας; Μήπως κάποιους ρεαλιστές που κάνουν μιαν αποτίμηση της κατάστασης, βλέπουν τις δυνατότητες που υπάρχουν και αμύνονται με αποφασιστικότητα έτοιμοι για όλα, όπως στο Αφρίν; Κάποιους που πατούν σε μια μεγάλη αντιστασιακή παράδοση αιώνων και αντιστέκονται με κάθε θυσία, υπερασπιζόμενοι την Ελευθερία που κάποιοι άλλοι μας κληροδότησαν, προσπαθώντας να σταθούν αντάξιοι αυτών;

Άπέναντί της η Τουρκία έχει διαδοχικές ελληνικές κυβερνήσεις μη ρεαλιστικά σκεπτόμενες, με κοινό παρονομαστή το φόβο και τον κατευνασμό (εσχάτως δε και τον εθνομηδενισμό), την ερασιτεχνική άσκηση εξωτερικής πολιτικής, την απουσία ανάλυσης και σχεδίου, την υποταγή στις φιλελεύθερες επιταγές της Νέας Τάξης και στους σχεδιασμούς τους για την Ελλάδα. Και πλέον έχει απέναντί της μια κυβέρνηση που νομίζει ότι παίζει ΡΙΣΚ σε κάποιο παιδικό πάρτυ, που αγνοεί τις συνέπειες της αφασίας στην οποία βρίσκεται, που προβάλλει τις ειρηνιστικές της ονειρώξεις στην πραγματικότητα. Που προσγειώνεται ανώμαλα από το ροζ συννεφάκι της μονομερούς αγάπης και φιλίας, του «θα πάρουμε το ρίσκο με την Τουρκία», σε μια πραγματικότητα που η ίδια συντελεί να είναι χειρότερη από κάθε άλλη στιγμή. Δεν υπάρχει καλύτερος αντίπαλος για την Τουρκία.

Όμως η κατάσταση είναι ακόμα χειρότερη. Γιατί είπαμε πως η γεωπολιτική καταστροφή αποτελεί την κορύφωση μιας κρίσης που ξεκίνησε από τον ηθικό εκμαυλισμό και την απεμπόληση των αξιών του λαού μας, αξιών σφυρηλατημένων δια πυρός και σιδήρου μέσα σε μιαν αντιστασιακή και κοινοτική παράδοση. Απλά η γεωπολιτική διάσταση αναδεικνύει παροξυστικά και τις υπόλοιπες παραμέτρους της κρίσης που ήδη υπάρχουν.

Η υποχώρηση των αξιών μας έχει διαμορφώσει άτομα καταναλωτές, που δεν έχουν μια συλλογική προοπτική και που προτιμούν το ατομικό βόλεμα από το κοινό καλό. Επίσης, η διαχρονικά φοβική πολιτική μας δημιουργεί μια λογική ηττοπάθειας στο λαό, «κατανόησης» του ότι η Τουρκία είναι μεγάλη δύναμη, άρα πρέπει να υποχωρούμε σε ό,τι ζητά. Δημιουργείται αίσθηση ανασφάλειας στη μεθόριο και συνακόλουθα μια τάση φυγής προς ασφαλέστερες περιοχές. Ακόμα και με όρους αγοράς και επενδύσεων, που αρέσουν στους κρατούντες περισσότερο από τους ανθρώπους που εξαθλιώνουν καθημερινά, υποψήφιοι επενδυτές αποφεύγουν περιοχές που θεωρούνται υποψήφιες προς κατάληψη από τους Τούρκους, κάτοικοι των απειλούμενων περιοχών προβληματίζονται για το αν θα πρέπει να χτίσουν σπίτι ή να καλλιεργήσουν με προοπτικές πολυετείς, όταν στο μυαλό τους καρφώνεται η ιδέα της απώλειας των περιουσιών τους. Η αυξανόμενη ένταση επηρεάζει και τον τουρισμό, που ξελάσπωσε την κυβέρνηση το περασμένο καλοκαίρι, δείχνοντας ότι άμα δεν έχεις αποτρεπτική ισχύ και στρατηγική, είσαι στο έλεος του αντιπάλου που μπορεί να σε χτυπάει όπου και όποτε και όπως θέλει. Το ηθικό λοιπόν είναι στο ναδίρ, κι ο πόλεμος δεν κερδίζεται με χαμηλό φρόνημα.

Αλλά και ηθικό να είχαμε, χρειαζόμαστε παραγωγή. Δηλαδή εθνικό πλούτο που να μπορεί να χρηματοδοτήσει την άμυνά μας. Κι εδώ μπαίνει ένα ακόμα στοιχείο της ελληνικής πραγματικότητας, που ανάγεται μάλιστα στα χρόνια πριν την κρίση. Η αγροτική μας παραγωγή είναι στο 3% του ΑΕΠ, και η δευτερογενής στο 16%. Κι όμως, έχομε κάθε δυνατότητα, παρά τις προσπάθειες του κράτους για το αντίθετο, να παράγομε υψηλής ποιότητας αγροτικά προϊόντα και εξαιρετικής επινοητικότητας τεχνικά έργα, σε μικρή ή μεγάλη κλίμακα, ισοσκελίζοντας το εμπορικό ισοζύγιο και δημιουργώντας όνομα για τις ελληνικές δημιουργίες. Κι ακόμα παραπέρα, μπορούμε να έχομε μιαν ενδογενή παραγωγή στην αμυντική βιομηχανία, είτε με συμπαραγωγές ως αντιστάθμισμα εξοπλισμών είτε με εξέλιξη και δημιουργία δικών μας κατασκευών. Αυτό θα έδιδε μιαν αυτονομία στην άμυνά μας, αλλά θα δημιουργούσε παράπλευρα οφέλη και στην οικονομία, αφού εφαρμογές της αμυντικής βιομηχανίας επεκτείνονται σε άλλους κλάδους της παραγωγής. Aντί γι’ αυτό, έχομε αποθάρρυνση της παραγωγικότητας και συνολικά στη χώρα λόγω της φορολογικής πολιτικής, και λόγω μιας ματαιοπονίας που φαίνεται να υπάρχει στην προσπάθεια για παραγωγή σε περιοχές που αργά ή γρήγορα θα χαθούν.

Κι όταν μιλούμε για παραγωγή, μιλούμε για εργαζόμενους, που τώρα επιβιώνουν με 300 ευρώ όταν δουλεύουν οχτάωρο, που δε μπορούν να ζήσουν, που έχουν χάσει την αξιοπρέπειά τους μέσα στην αποικία χρέους που έχει καταντήσει η Ελλάδα ή που θα πρέπει να φύγουν στο εξωτερικό. Η ανασυγκρότηση της παραγωγής μας θα αντιστρέψει και την κοινωνική αδικία, πατώντας πάνω στην τεχνογνωσία και δημιουργώντας εξειδικευμένες θέσεις εργασίας, αντίστοιχα αμοιβόμενες.

Την Τουρκία δε θα την αντιμετωπίσει ένα έθνος γερασμένο υπό εξαφάνιση. Κι η σημερινή κατάσταση, με τους ανθρώπους στην ανεργία, στην ξενιτειά ή στα μεροκάματα πείνας, εξυπηρετεί τον εξανδραποδισμό μας και τη δημογραφική μας κατάρρευση. Γιατί ποιος θα τολμήσει να κάμει οικογένεια με μισθούς πείνας, ποιο ζευγάρι θα γεννήσει παιδιά για να ανανεωθεί ο πληθυσμός αν δε νοιώθει σιγουριά και επαγγελματική προοπτική στην πατρίδα του; Η κρίση, που τώρα μας χτυπά την πόρτα και γεωπολιτικά, έχει ήδη ροκανίσει την καρέκλα μας και σε αυτό το σημείο.

Για την απόκρουση της Τουρκικής απειλής πρέπει να έχομε στέρεο δεσμό με τη γη μας, τα χωριά και τις γειτονιές μας. Όταν η παγκοσμιοποίηση μετατρέπει τους χώρους που ζούμε σε γκέτο, όταν αλλοιώνει τη σύνθεση του κοινωνικού σώματος, σπάει τους δεσμούς γνωριμίας και αλληλεγγύης που αναπτύσσονται ανάμεσα στους ανθρώπους και δημιουργεί αντιπαλότητες, χάνεται το κίνητρο του αγώνα υπέρ βωμών και εστιών.

Κοντολογίς, η κρίση έχει πολύπλευρη διαλυτική δράση σε όλο το φάσμα της δραστηριότητας του λαού μας, κι αυτό αναδεικνύεται συνολικά στο ανώτατο (ή μάλλον κατώτατο) στάδιο της κρίσης, το γεωπολιτικό.

Η τραγική κυβέρνηση των γραικύλων δεν είναι σε θέση ούτε τους αιχμαλώτους να ελευθερώσει, ούτε τα Ίμια να ξαναπάρει, ούτε την Κύπρο να προστατέψει από την ασυδοσία του Τουρκικού επεκτατισμού, είτε στην Κεμαλική του εκδοχή είτε στην Ισλαμοφασιστική. Παρακαλάει σα διακονιάρης τις ΗΠΑ, την Ευρώπη, τον Ερντογάν, ο πρωθυπουργός λέει ότι θα του τηλεφωνήσει ζητώντας ρουσφέτι για τα φυλακισμένα παιδιά μας! Κι η οργή συσσωρεύεται, όμως όταν ξεσπάσει θα είναι μετά από μια καταστροφή. Γιατί η καταστροφή δεν απειλείται, είναι εδώ, στα χαμένα Ίμια και στο Αιγαίο που δεν ορίζομε, στους κρατούμενους στις φυλακές της Αδριανούπολης και στην ΑΟΖ της Κύπρου. Κι έρχεται κι άλλη. Η κυβέρνηση απλά προσπαθεί να τη διαχειριστεί επικοινωνιακά, αλλά η πραγματικότητα ούτε αυτό πια το επιτρέπει. Κι αυτά ενώ δίπλα μας, στο Αφρίν, παραδίδονται μαθήματα αξιοπρέπειας και θάρρους σε προσκυνημένους.

Η νέα πραγματικότητα που επιβάλλει η Τουρκία μας προετοιμάζει για το απρόβλεπτο χτύπημα κάθε μέρα, που μπορεί να εκδηλωθεί με κάθε τρόπο. Κι οι οργανισμοί στους οποίους συμμετέχομε δεν αντιδρούν. Και γιατί να το κάμουν όταν η στάση μας είναι ανάξια να εμπνεύσει σεβασμό, όταν δεν αναγκάζει τον άλλο να λάβει υπ’ όψη του την παρουσία μας, όπως έγραφε κι ο Κονδύλης; Γιατί οι διεθνείς σχέσεις δε διαμορφώνονται στη βάση του συναισθήματος αλλά στη βάση της ισχύος και της στρατηγικής. Κι εμείς ούτε το ένα έχομε ούτε το άλλο. Γι’ αυτό και το ΝΑΤΟ κι η Ευρώπη αδιαφορούν, γιατί δεν έχομε το ανάστημα να τους επιβάλομε το σεβασμό στα δίκαιά μας. Γι’ αυτό χαϊδεύουν την Τουρκία στο Αιγαίο, στην Κύπρο, στο Αφρίν, κι ας την αντιπαθούν. Γιατί ξέρει να διεκδικεί ενώ εμείς όχι.

Υπάρχει, βέβαια ο αντίλογος: Πού πάμε με τους Τούρκους να έχουν τα πάνω χέρι; Πού πάμε με την εθνική περιουσία, δημόσια και τώρα και ιδιωτική, στα χέρια των ξένων; Μας παίρνει; Μήπως τελικά ο Κουβέλης είναι ο υφυπουργός που απαιτεί η συγκυρία; Μήπως οι στιγμές απαιτούν την «ψυχραιμία  και σωφροσύνη» που δείχνει η κυβέρνηση;

Η αποτίμηση της κατάστασης είναι κάτι που χρειαζόμαστε. Γιατί μόνο έτσι θα μπορέσομε να την αντιμετωπίσομε. Δε θέλομε δηλαδή μια στάση στρουθοκαμηλισμού, ούτε να ζούμε στα όνειρά μας, όπως κάνει η κυβέρνηση στα πολλά ζητήματα που μας καίνε. Αλλά η γνώση της πραγματικότητας πρέπει να συνοδεύεται από την αποφασιστικότητα να την αλλάξομε, να της αντισταθούμε, να έχομε λόγο στη διαμόρφωσή της. Οδηγό δε μπορούμε να έχομε άλλο από τα παραδείγματα των παλιών μας, στις Θερμοπύλες και στο Μανιάκι, αυτών που δεν ήταν σώφρονες απέναντι σε μιαν «ανώτερη» δύναμη και που πρότασσαν την περηφάνια και τις αρχές τους απέναντι σε κάθε δυνάστη, που είχαν το θάνατο προτιμότερο από τη σκλαβιά. Αυτοί ήταν οι ρεαλιστές, όχι οι σημερινοί δωσίλογοι. Αυτή τη νοοτροπία θα πρέπει να ξαναβρούμε, αυτή τη στάση ζωής. Τη βλέπομε στο Αφρίν και το τουρκοκρατούμενο Κουρδιστάν σήμερα, αλλά όχι στο Κολωνάκι, τη Μύκονο και τα Εξάρχεια.

Το ΄χομε ξαναπεί: Δεν υπάρχουν ‘’ανώτερες’’ δυνάμεις: Μόνο ραγιάδες υπάρχουν. Κι όσο αυτοί καταδέχονται να παραμείνουν ραγιάδες, θα είναι άξιοι κάθε χλεύης και κάθε ταπείνωσης. Ουαί τοις ηττημένοις!

www.metotoufekikaitilyra.wordpress.com

Leave a Comment

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.