Tuesday 8 October 2024
Αντίβαρο
Ιστορία Ομιλίες/Συνεντεύξεις

Ομιλία του καθηγητή Ιωάννη Μουρέλου: «Η αίσθηση της ισχύος και η διαχείριση της ιστορικής κληρονομιάς».

Απόσπασμα από Πανηγυρικό λόγο, ο οποίος εκφωνήθηκε στις 26.10.2009 στην Αίθουσα Τελετών του ΑΠΘ]. Αφιερώνεται στους απανταχού αποδομητές της Ιστορίας.

 

«Κράτιστοι δ αν την ψυχήν δικαίως κριθείεν οι τα τε δεινά και ηδέα σαφέστατα γιγνώσκοντες και δια ταύτα μη αποτρεπόμενοι εκ των κινδύνων»

Θουκυδίδης, Περικλέους Επιτάφιος, 40

Η αίσθηση της ισχύος και η διαχείριση της ιστορικής κληρονομιάς

Καθηγητής του Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας, Ιωάννης Μουρέλος.

Εξοχότατε κύριε Πρόεδρε της Δημοκρατίας,

Στην Ιστορία του ο Θουκυδίδης παρεμβάλλει ένα μνημειώδες εγκώμιο, τον Περικλέους Επιτάφιο, όπου εξυμνεί τα πολιτικά, κοινωνικά, πολεμικά και πνευματικά επιτεύγματα της αθηναϊκής πολιτείας. Δεν υπάρχει ίσως άλλο κείμενο, που να αναδεικνύει τόσο εύγλωττα το βαθύτερο πνεύμα της αθηναϊκής δημοκρατίας, θεωρημένης στο σύνολό της. Δεν υπάρχει ίσως άλλο κείμενο, που να αποδίδει με τέτοιο μέτρο και με τόση αξιοπρέπεια την εικόνα ενός πολιτισμού και ενός πολιτεύματος. Η Αθήνα υψώνεται μοναδική και ασύγκριτη, με ένα μεγαλείο αξεπέραστο, πραγματικό σημείο αναφοράς, συνάμα όμως και βαριά κληρονομιά για τις γενιές που έπονται.

Ο Επιτάφιος όμως προσβλέπει και σε έναν άλλο στόχο. Μέσα σε μια κρίσιμη συγκυρία, μια συγκυρία γεμάτη σπαραγμό, εκείνη του Πελοποννησιακού πολέμου, επιχειρεί να εμφυσήσει ελπίδα, δύναμη και σθένος στους δοκιμαζόμενους Αθηναίους. Ο λόγος του Περικλή δεν απευθύνεται μόνο στο νου, αλλά και στο συναίσθημα. Ωθεί τους συμπολίτες του να συνειδητοποιήσουν ότι δεν αρκεί να απολαμβάνει κανείς τα αγαθά του υψίστου πολιτεύματος, εκείνου της δημοκρατίας. Οφείλει να είναι ανά πάσα στιγμή έτοιμος να υπερασπισθεί το πολίτευμα αυτό ακόμα και με τη ζωή του εάν χρειασθεί. «Κράτιστοι δ αν την ψυχήν δικαίως κριθείεν οι τα τε δεινά και ηδέα σαφέστατα γιγνώσκοντες και δια ταύτα μη αποτρεπόμενοι εκ των κινδύνων», αναφωνεί σε κάποιο σημείο ο Περικλής.

Στη γνωστή μετάφραση του Επιταφίου από τον Ελευθέριο Βενιζέλο, το συγκεκριμένο χωρίο αποδίδεται ως εξής: «Εκείνοι, άλλωστε, θα εθεωρούντο δικαίως ως έχοντες μεγίστην ευψυχίαν, όσοι, μολονότι έχουν καθαρωτάτην αντίληψιν και των δεινών του πολέμου και των τερπνών της ειρήνης, δεν υποχωρούν εν τούτοις απέναντι των κινδύνων».

Αιώνες ολόκληρους αργότερα, τον Οκτώβριο του 1940, μέσα στον ενθουσιασμό της πανεθνικής κινητοποίησης, ο Κωστής Παλαμάς, ορμώμενος από το πνεύμα του Θουκυδίδη και έχοντας απόλυτη συναίσθηση της κρίσιμης συγκυρίας, απευθύνθηκε στο λαό με τους εξής στίχους:

«Η μεγαλωσύνη στα έθνη δε μετριέται με το στρέμμα
Με της καρδιάς το πύρωμα μετριέται και με το αίμα
Αυτό το λόγο θα σας πω, δεν έχω άλλο κανένα
Μεθύστε με το αθάνατο κρασί του εικοσιένα».

Γενναιόψυχο συνεπώς είναι το έθνος εκείνο, το οποίο γνωρίζει σε βάθος τους κινδύνους που ελλοχεύουν. Δεν διστάζει, ωστόσο, να δώσει τον υπέρ πάντων αγώνα για να υπερασπισθεί τα αγαθά της ζωής και του πνεύματος. Γενναιόψυχο είναι το έθνος εκείνο, το οποίο διαθέτει κρίση και μνήμη, το έθνος εκείνο, το οποίο δεν μετρά ποσοτικά το μεγαλείο της ελευθερίας και της αξιοπρέπειας.

Πράγματι, ένας εμπνευσμένος λόγος είναι σε θέση να μετουσιώσει την αμηχανία σε ζωτική δύναμη, την αβεβαιότητα σε πάλλοντα ενθουσιασμό. «Ο σύγχρονος κόσμος όπου ζούμε», γράφει κάπου ο Σεφέρης, «ο τυραννισμένος από το φόβο και την ανησυχία, τη χρειάζεται την ποίηση». Τη χρειάζεται την ποίηση. Χρειάζεται όμως και την ιστορία. Η μελέτη της τελευταίας μας καθιστά ικανότερους διανοητικά και ισχυρότερους ψυχικά για να κατανοήσουμε τον κόσμο που μας περιβάλλει αλλά και τους ίδιους μας τους εαυτούς. Ο Θουκυδίδης είναι και πάλι εκείνος που προκρίνει τον συνδυασμό της λογικής και του συναισθήματος για την κατανόηση και την αφομοίωση του παρελθόντος, θέτοντας τα θεμέλια της επιστήμης της Ιστορίας.

Η επιστήμη της Ιστορίας, Εξοχότατε κύριε Πρόεδρε, έτσι τουλάχιστον όπως την εκλαμβάνουμε, έτσι όπως τη διακονούμε σε αυτόν εδώ τον χώρο, δεν είναι κάποιο περιστασιακό εργαλείο, που να μας επιτρέπει να προβάλουμε τις δικές μας επιθυμίες ή ακόμη να εξορκίζουμε τις όποιες ανησυχίες και τις όποιες ανασφάλειες μας διακατέχουν. Δεν μπορούμε να επικαλούμαστε την Ιστορία οσάκις την έχουμε ανάγκη και να αγνοούμε την ύπαρξή της όποτε δεν μας συμφέρει. Ούτε είναι θεμιτή η χρήση της για την εξυπηρέτηση πολιτικών, ιδεολογικών ή άλλου είδους σκοπιμοτήτων. Η Ιστορία λέει αυτά που λέει και όχι απαραίτητα εκείνα που θα επιθυμούσαμε να λέει. Αποτελεί κτήμα όλων μας. Έχει ως επίκεντρο τον άνθρωπο. Γράφεται από ανθρώπους, μελετάται από ανθρώπους, απευθύνεται σε ανθρώπους.

Εάν πράγματι διδάσκει κάτι, είναι το ότι μας αποκαλύπτει τον δρόμο για την αυτογνωσία. Η Ιστορία μας φέρει ως άτομα, ως κοινωνικό σύνολο, αντιμέτωπους με τους εαυτούς μας. Η Ιστορία μας επιτρέπει να εκτιμήσουμε τα προτερήματά μας και να προσμετρήσουμε τα όρια και τις αντοχές μας. Η Ιστορία μας εξοικειώνει με τη σκέψη ότι σε επίπεδο πρόσληψης, αξιολόγησης, ερμηνείας του ιδίου ερεθίσματος, και σε συνάρτηση πάντοτε με την πρόοδο της επιστημονικής έρευνας, είναι δυνατόν να προκύψουν περισσότερες εκδοχές και όχι μία και μοναδική. Η Ιστορία μας θυμίζει ότι καμιά κοινωνία, ούτε ακόμη και εκείνη της οποίας έχουμε το προνόμιο να είμαστε συνεχιστές, δεν υπήρξε αγγελικά πλασμένη. Η Ιστορία, τέλος, μας προσφέρει μια ανεπανάληπτη δυνατότητα να προβούμε στη δική μας αυτοκριτική προτού προχωρήσουμε στην κριτική των άλλων.

Σε εμάς εναπόκειται κατόπιν να ανταποκριθούμε ή όχι στα κελεύσματά της. Εάν το πράξουμε, το τίμημα είναι βαρύ, συνάμα όμως λυτρωτικό. Εάν όχι, είναι βέβαιο ότι θα επιφορτισθούμε με επιπρόσθετο άγχος και υπαρξιακή αγωνία. Ας έχουμε λοιπόν απόλυτη συναίσθηση του γεγονότος ότι η αναμέτρηση με την Ιστορία πονά. Οπλίζει όμως με δύναμη και με αυτοπεποίθηση όποιον επιχειρεί να αναμετρηθεί μαζί της δίχως αναισθητικό. Η πραγματική ισχύς απορρέει από την ενδοσκόπηση και από την εσωτερική κάθαρση. Αυτές ακριβώς οι λειτουργίες είναι που μας χαλυβδώνουν στον αγώνα για την επικράτηση των ανθρώπινων αξιών. Αυτές ακριβώς οι λειτουργίες είναι που μας φέρνουν σε θέση υπεροχής έναντι όσων αδυνατούν ή, ακόμα χειρότερα, έναντι όσων αρνούνται να υποβληθούν σε αυτή τη δοκιμασία. Ειδάλλως, προβάλουμε τη δική μας κοσμοαντίληψη επάνω σε εκείνη του παρελθόντος. Αξιολογούμε το τελευταίο με γνώμονα τα κριτήρια της δικής μας κοινωνίας, αγνοώντας με τον τρόπο αυτό μια θεμελιώδη αρχή της επιστήμης της Ιστορίας: ότι κάθε εποχή διαθέτει τους δικούς της ρυθμούς, τις δικές της αρχές, τις δικές της αξίες, τη δική της ηθική, τους δικούς της κανόνες, πράγματα, που οφείλουμε να κατανοήσουμε και να σεβασθούμε όσο σκληρό και αν κάτι τέτοιο αποδεικνύεται στην πορεία.

Η πραγματική ισχύς απορρέει από τη βούληση για αυτογνωσία και όχι από τη στείρα επανάληψη ρηχών στερεοτύπων, τα οποία, σε τελευταία ανάλυση, αποτελούν κορυφαία ασέβεια έναντι της κληρονομιάς, της οποίας έχουμε την τιμή να είμαστε σήμερα οι φορείς. Όσο πιο πλούσια, όσο πιο βαριά είναι η κληρονομιά αυτή, άλλο τόσο οφείλουμε να τη διαχειρισθούμε με τον δέοντα σεβασμό και προσοχή, με τη δέουσα σεμνότητα, με τη δέουσα διακριτικότητα και με τη δέουσα αξιοπρέπεια. Διαφορετικά, υποβιβαζόμαστε στο ίδιο ακριβώς επίπεδο εκείνων, τους οποίους καταγγέλλουμε για παραποίηση της Ιστορίας. Και τότε, πράγματι, όταν κάποιος είναι έντιμος με τον εαυτό του πρώτα και με τους άλλους κατόπιν, έχει κάθε δικαίωμα, έχει κάθε ιερό χρέος, όπως λέει ο Περικλής, να υπερασπισθεί τα τίμια δώρα της ζωής και του πνεύματος, να αγωνισθεί για να διασφαλίσει τα αγαθά του ελεύθερου βίου. Γιατί, όπως και να έχει το ζήτημα, Ιστορία σημαίνει αυτογνωσία κατ επέκταση δε, αυτογνωσία σημαίνει ελευθερία.

                                                                                                                                                  (…)

Η Ιστορία, Εξοχότατε κύριε Πρόεδρε, είναι η δική μας συνείδηση, η Ιστορία είναι ο δικός μας καθρέπτης. Όταν κοιτάζουμε μέσα σε αυτόν, το είδωλό μας πρέπει να μας κοιτάζει με τη σειρά του κατευθείαν στα μάτια και να μην αποστρέφει το βλέμμα του. Οφείλουμε να είμαστε γενναίοι και μεγαλόψυχοι, οφείλουμε ανά πάσα στιγμή να είμαστε έτοιμοι να αποδεχθούμε με εντιμότητα και με εγκράτεια τις ευχάριστες αλλά και τις λιγότερο ευχάριστες στιγμές του παρελθόντος μας. Σε συνάρτηση με την πρόοδο της επιστήμης έχουμε υποχρέωση, ως ελάχιστο φόρο τιμής αλλά και ως επίδειξη στοιχειώδους υπευθυνότητας έναντι της ιστορικής μας κληρονομιάς, να ξεπεράσουμε τις ανασφάλειές μας, να τιθασεύσουμε έναν εξαιρετικά πολύπλοκο και αντιφατικό εσωτερικό μας κόσμο. Πρωτίστως όμως, οφείλουμε να μην υποκύψουμε στον μέγα πειρασμό της επιλεκτικής χρήσης της Ιστορίας. Η πρωταρχική ανάγκη του αυτοπροσδιορισμού και της αυτογνωσίας πρέπει να στηρίζεται επάνω σε ισχυρά και αξιόπιστα θεμέλια, όχι επάνω σε ανούσια και στομφώδη συνθήματα δίχως αντίκρισμα. Αυτό είναι απαραίτητο για το παρόν αλλά και για το μέλλον μας. Είναι επιτακτικό για την ίδια μας την επιβίωση. Γιατί η ζωή είναι η ζωή: ένας διαρκής αγώνας, για έναν άνθρωπο όπως και για ένα έθνος

Leave a Comment

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.