Γράφει ο Φώτης Κραλίδης.
Τα εθνικά ζητήματα είναι τα ζητήματα που εκ φύσεως, όταν τίθενται στον δημόσιο διάλογο, θα έπρεπε οι τοποθετήσεις επ’ αυτών να είναι αποπολιτικοποιημένες, τεχνοκρατικές και να συμβαδίζουν με μια ενιαία εθνική στρατηγική που θα ξεπερνά κόμματα, ιδεολογικές τάσεις και κυβερνήσεις. Κάτι τέτοιο δυστυχώς δεν υπάρχει ακόμα στην πατρίδα μας και αυτό ίσως αποτελεί έναν από τους κύριους λόγους των εθνικών υποχωρήσεων και ηττών, που έχουμε υποστεί τις τελευταίες δεκαετίες.
Η εξωτερική πολιτική αποτελεί συνάρτηση ισχύος και συμφερόντων. Όσο πιο πολύ διευρύνει την ισχύ και την διεθνή επιρροή του ένα κράτος, τόσο αυξάνεται η δυνατότητά του να εξυπηρετήσει σε βέλτιστο βαθμό τα εθνικά του συμφέροντα. Μία εθνική στρατηγική οφείλει να εξετάζει σχέδια και πολιτικές που σε καθημερινή βάση θα κάνουν την πατρίδα ισχυρότερη σε επίπεδο διπλωματικό, στρατιωτικό, γεωπολιτικό, οικονομικό κτλ. Μια τέτοια εθνική στρατηγική, που θα έχει συνέχεια στον χρόνο και θα εξυπηρετεί πάγιους σκοπούς του Ελληνισμού, αποτελεί όρο μακροπρόθεσμης επιβίωσης για το κράτος μας και προϋπόθεση για την κατάληψη της αρμόζουσας θέσης στο διεθνές στερέωμα. Η διαμόρφωση μιας τέτοιας εθνικής στρατηγικής συνιστά ουσιαστικό στόχο και βασικό δικαιολογητικό λόγο της ύπαρξης του κράτους. Και στον διάλογο για τη διαμόρφωση αυτής της εθνικής στρατηγικής για την Εξωτερική μας Πολιτική και για τα πολλά, ανοιχτά και κρίσιμα εθνικά μας ζητήματα, οι γενικές αρχές επιγραμματικά θα έπρεπε να συνοψίζονται στις εξής θέσεις:
– Προστασία του Εθνικού Συμφέροντος και των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων με κάθε μέσο.
– Ισχυρή εθνική άμυνα, αποτρεπτική ισχύς και διαρκής ετοιμότητα των ενόπλων δυνάμεών μας.
– Σεβασμός και πιστή τήρηση του Διεθνούς Δικαίου.
– Σχέσεις καλής γειτονίας και αμοιβαίου σεβασμού.
– Μη ανάμειξη στα εσωτερικά τρίτων χωρών.
– Διαμόρφωση ισχυρών τοπικών, περιφερειακών και διεθνών συμμαχιών που αποτελούν πολλαπλασιαστή ισχύος.
Ταυτόχρονα πρέπει ως Έλληνες να έχουμε βαθιά μέσα μας την πεποίθηση ότι η Εθνική Ενότητα αποτελεί και παράγοντα ισχύος της χώρας μας στο διεθνές στερέωμα. Στις Δημοκρατίες η παραγωγή της πολιτικής γίνεται σαφώς μέσα από τη σύγκρουση διαφορετικών θέσεων και προγραμμάτων, αλλά δεν επιτρέπεται η κλιμάκωση της πολιτικής σύγκρουσης να οδηγεί στον εθνικό διχασμό. Η ιστορία μας μας έχει διδάξει ότι το δηλητήριο της ακραίας πόλωσης, η κατάρα του διχασμού διαβρώνει την κοινωνία, την ίδια τη Δημοκρατία και τελικά βλάπτει σοβαρά τα εθνικά μας συμφέροντα.
Έπειτα, καταλύτη για την στρατηγική αναβάθμιση του Ελληνισμού αποτελεί η ταχεία ανάσχεση των εξαιρετικά δυσμενών, σήμερα, δημογραφικών συσχετισμών. Μια ματιά στη διαμόρφωση της αναλογίας μεταξύ του ελληνικού και του τουρκικού πληθυσμού τις τελευταίες 10 δεκαετίες αρκεί για να διαπιστώσουμε την κρισιμότητα αυτού του δεδομένου. Οφείλουμε να σταματήσουμε την προσπάθεια να κρύψουμε το πρόβλημα κάτω από το χαλί, λες και έτσι θα ξορκίσουμε το κακό. Όλες οι έρευνες και όλα τα στοιχεία στέλνουν ένα ξεκάθαρο και τραγικό μήνυμα. Το Έθνος μας αργά αλλά σταθερά οδηγείται στον βιολογικό του θάνατο. Η λύση, λοιπόν, του δημογραφικού, που αποτελεί τη μεγαλύτερη και μόνη πιθανή θανατηφόρο πληγή του ελληνισμού, πρέπει στο εξής να αποτελέσει την ουσιαστική προτεραιότητα τόσο της κοινωνίας όσο και τους κράτους μας. Στην κοινωνία πρέπει πρώτα και κύρια να χτυπήσουμε εκείνα τα αξιακά αίτια που «γεννάνε» το δημογραφικό και κάνουν τους Έλληνες να μην αποκτούν πλέον πολλά παιδιά. Και άλλες φορές η ελληνική κοινωνία αντιμετώπισε ακόμα πιο αντίξοες οικονομικές συνθήκες, ωστόσο τότε οι πλατείες, τα πάρκα και οι γειτονιές έσφυζαν από παιδικές φωνές. Παράλληλα, έχει έρθει η ώρα να διαμορφώσουμε, «χθες», μια συγκροτημένη κρατική πολιτική, που θα δώσει γενναία οικονομικά και όχι μόνο κίνητρα στους νέους γονείς, ώστε άμεσα να ξεκινήσει η ανάσχεση του προβλήματος και να αρχίσει να αποκτά ξανά ζωή η πατρίδα μας.
Τέλος, αναπόσπαστο στοιχείο μιας τέτοιας Εθνικής στρατηγικής δεν μπορεί παρά να είναι και ο ρόλος των Ελλήνων που ζουν και αναπτύσσονται εκτός της πατρίδας. Σε πρώτο πρακτικό επίπεδο χρειάζεται να διαμορφωθούν άμεσα οι απαραίτητες συνθήκες και ένα εύρωστο και ελκυστικό οικονομικό περιβάλλον, ώστε να επιστρέψουν γρήγορα όσο το δυνατόν περισσότεροι Έλληνες που μετανάστευσαν τα δύσκολα πρόσφατα χρόνια της κρίσης. Η Ελλάδα δεν αντέχει να χάνει άλλο τα παιδιά της.
Σε δεύτερο αλλά παράλληλο επίπεδο, η χώρα μας πρέπει να εμβαθύνει τους πολιτιστικούς και πολιτικούς δεσμούς με την Ομογένεια μας, που ακτινοβολεί Ελλάδα σε όλο τον κόσμο. Με δραστική ενίσχυση και αναβάθμιση των ελληνικών σχολείων, με πολιτιστικά προγράμματα μέσω της ελληνικής δημόσιας τηλεόρασης και των σύγχρονων τεχνολογικών εργαλείων που μπορούν να φέρουν κοντά τους Έλληνες όλης της γης, με την επιβεβλημένη εθνικά, συνταγματικά και ηθικά αναγνώριση πολιτικών δικαιωμάτων και συνεπώς της δυνατότητας ενεργούς συμμετοχής τους στα πολιτικά πράγματα της πατρίδας. Η Πατρίδα οφείλει να λειτουργήσει ως ένα μητροπολιτικό κέντρο, ως ένας πόλος έλξης και με οδική αρτηρία την Ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία και το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως, που αποτελεί το σημείο αναφοράς για τους Έλληνες όπου γης, να διαμορφώσει ένα ενιαίο παγκόσμιο δίκτυο Ελληνισμού που θα αποτελεί την φυσική μας διπλωματία και θα τοποθετεί τα εθνικά μας συμφέροντα δυναμικά στις κοινωνίες των ξένων κρατών και στα κέντρα λήψεως αποφάσεων.
Τρίτον, αλλά σίγουρα όχι τελευταίο, καθήκον μιας Ελλάδας, που θα είναι μητροπολιτικό κέντρο για όλους τους Έλληνες και περιφερειακή δύναμη στην ευρύτερη περιοχή, είναι να σταθεί, για πρώτη ίσως φορά στα μεταπολεμικά χρονικά, δυναμικά στο πλευρό των Ελλήνων που ζουν σήμερα στις αλύτρωτες πατρίδες. Από την ελληνική εθνική μειονότητα της Βορείου Ηπείρου που ζει καθημερινά τις διώξεις του σοβινιστικού, ανθελληνικού αλβανικού κράτους, μέχρι τους εκατοντάδες χιλιάδες ξεχασμένους Έλληνες των Σκοπίων, τους ηρωικούς Έλληνες της Ίμβρου, της Τενέδου και της Κωνσταντινουπόλεως και φυσικά δίπλα στα αδέρφια μας της Κύπρου. Να κάνουμε δικά μας τα αιτήματα, τα δικαιώματα και τα συμφέροντά τους, να γίνουμε η φωνή τους και η ασπίδα προστασίας τους απέναντι σε κάθε αντιξοότητα.
Η Ελλάδα είναι χώρα ιδιαίτερης προστιθέμενης γεωπολιτικής αξίας. Με μεγάλη βαρύτητα σε μια περιοχή κρίσιμη για τη διεθνή σταθερότητα και την διατήρηση της ειρήνης. Η Πατρίδα μας με σωστή δέσμη πολιτικών μπορεί να αξιοποιήσει πλήρως τα συγκριτικά της πλεονεκτήματα, που θα της επιτρέψουν να αναδειχθεί σε κυρίαρχη δύναμη στην Ανατολική Μεσόγειο. Όμως, για να κάνουμε τη θεωρία πράξη πρέπει πρώτα να το πιστέψουμε και να παλέψουμε. Με αποφασιστικότητα, με σοβαρότητα, με συνέχεια και συνέπεια. Και πάνω από όλα με κυρίαρχο εθνικό φρόνημα. Με αρετή και τόλμη.
1 comment
Συμφωνοι και καλα ολα αυτα. Το προβλημα ειναι: ο εκαστοτε ενοικος του Μαξιμου ακουει;