Από το βιβλίο Ιστορία της Μακεδονίας 1353-1833 του Απ. Βακαλόπουλου (Βάνιας 1992)
Μετά το 1371, «είναι πολύ πιθανόν ότι μετά την νίκη των Τούρκων στον Έβρο άτακτοι γαζήδες συνεχίζοντας την κατά παράδοση τακτική τους, προχωρούν προς Δ., βρίσκουν αντιμέτωποι τον νεαρό Έλληνα πρίγκιπα και οργισμένοι από την παρεμβολή του παρακάμπτουν τις Σέρρες και άλλα τυχόν οχυρά κάστρα, περνούν τον Στρυμόνα και διασπείρονται στην Κεντρική Μακεδονία λεηλατώντας και καίοντας» σ. 29
Οι Σέρρες «Στις 19 Σεπτεμβρίου 1383 κυριεύονται με επίθεση. Η τύχη της πόλης είναι η προδιαγραμμένη… λεηλατείται και οι κάτοικοί της –και μαζί τους ο μητροπολίτης της Ματθαίος Φακρασής– σκλαβώνονται» σ. 38
«Μετά το 1385 επί Μουράτ Α’ ή και αργότερα επί Βαγιαζίτ Α’, πλήθος Γιουρούκων, γεωργοί και κυρίως βοσκοί, εποικίστηκαν γύρω από τις Σέρρες και ΒΔ της Θεσσαλονίκης, στην περιοχή Γενιτσών. Πολλοί εγκαταστάθηκαν κυρίως σε ορεινά μέρη, Β. της λίμνης του Λαγκαδά ώς τις Σέρρες και ώς τη Δράμα και – ίσως αργότερα – ώς την Καβάλα» σ. 49
Στο Δεμίρ Χισάρ «Οι Τούρκοι βαθμιαία εκτόπισαν τους Έλληνες από τη συνοικία τους, την παλαιά βυζαντινή, τον Κάτω Μαχαλά, το πεδινότερο τμήμα της περιοχής και τους ανάγκασαν να καταφύγουν στο ψηλότερο και άνυδρο τμήμα, στο Βαρώσι» σ. 50
«Επίσης νομάδες Γιουρούκοι εγκαταστάθηκαν στην ΝΔ Μακεδονία στα 1390, κυρίως στις περιοχές Κοζάνης, Σαρή Γκιολ και Καϊλαρίων. Πιθανόν οι Γιουρούκοι αυτοί να ήταν απόγονοι του πολέμαρχου Pasa Tigit bey, πατέρα του Τουραχάν μπέη της Θεσσαλίας, και να είχαν μεταφερθή και αυτοί από το Σαρουχάν» σ. 51
«Οι Κονιάροι των Καραγιαννίων (ορεινής περιοχής της Δυτικής Μακεδονίας) ήταν ριψοκίνδυνοι και έρεπαν προς την ληστεία και τις αρπαγές των χριστιανικών γειτονικών χωριών» σ. 53
«..η ανάμνηση των εξισλαμισμών αυτών έμεινε ζωηρή στους μεταγενέστερους. Πραγματικά, ακόμη ως σήμερα σώζονται παραδόσεις, που μιλούν για εξισλαμισμούς κατοίκων διαφόρων περιοχών της Μακεδονίας, οι οποίοι μη μπορώντας να υποφέρουν τις ποικίλες καταπιέσεις, ιδίως τις φορολογικές των κατά τόπους τιμαριούχων προσέρχονταν τελικά στον ισλαμισμό. Έτσι π.χ. οι χριστιανοί της περιοχής Μογλενών πιεζόμενοι από τους γειτονικούς των Γιουρούκους του Γαζή Εβρενός, αφού μάταια επικαλέστηκαν την προστασία του, απελπισμένοι δέχτηκαν την μουσουλμανική θρησκεία. …. Επίσης και στην Δυτική Μακεδονία μετά την εγκατάσταση των Τούρκων θα έγινε εξισλαμισμός των εντοπίων κατοίκων, ιδίως στην περιοχή της κοιλάδας του Αλιάκμονα» σ. 65
«Χαρακτηριστικά για την αποχώρηση των πληθυσμών στα ορεινά είναι και η πληροφορία του Εβλιά Τσελεμπή κατά τα μέσα του 17ου αι., ότι προς Β. της λίμνης του Λαγκαδά δεν συναντούσε κανείς τίποτε· μόνο σε ορισμένα σημεία έβρισκε κατεστραμμένα χωριά, ερειπωμένους τοίχους σπιτιών, που ανήκαν σε «ληστρικούς» πληθυσμούς (χαϊντούτ), Έλληνες, Βουλγάρους και Βλάχους….Αν εξαιρέσουμε τις πόλεις εκείνες που παρουσιάζουν σχετική ασφάλεια χάρη στην επίκαιρη εμπορική και στρατηγική τους θέση, όπως π.χ. την Θεσσαλονίκη, παρατηρούμε, θα λέγαμε, ένα αληθινό ξερίζωμα των χριστιανικών πληθυσμών…Έτσι πρέπει να εξηγηθή η υπεροχή του μουσουλμανικού στοιχείου μεταξύ 1520-1530 στις περισσότερες πόλεις» σ. 99
«Χαρακτηριστική και για το όνομα και για την ιστορία του είναι η περίπτωση του Καταφυγίου των Πιερίων. Οι κάτοικοί του, όπως αναφέρει η παράδοση, ζούσαν σ’ ένα εύφορο χωριό, ονομαζόμενο Ποδάρι, στις όχθες του Αλιάκμονα, αλλά επειδή καταπιέζονταν από τους Τούρκους, αποσύρθηκαν – άγνωστο πότε – στις απόκρημνες και δασωμένες πλαγιές του Φλάμπουρου… Παρόμοια συνοικίστηκαν στην Δυτική Μακεδονία, όπως αναφέρει η παράδοση, η Γαλατινή, το Μπλάτσι, η Κλεισούρα, το Βογατσικό, το Κωσταράζι, η Σέλιτσα κ.ά. Φαίνεται επίσης ότι κάτοικοι του βυζαντινού Σισανίου, μετά την καταστροφή του από τους Τούρκους και τον απαγχονισμό του μητροπολίτη τους, όπως αναφέρει η παράδοση, κατέφυγαν στην απόμερη Σιάτιστα, που τότε θα ήταν απλή θέση ή μικρός οικισμός. Τότε πιθανόν εγκαταλείφθηκαν από τους κατοίκους κι ερημώθηκαν τα χωριά Παλαιοχώρι, Πεκρεβενίκο και Σούρποβο, που βρίσκονταν ανατολικά της Σέλιτσας» σ. 100
Λίγο πριν από την ναυμαχία της Ναυπάκτου, στα 1568 «επί Σελίμ Β’, οι Τούρκοι προβαίνουν στην κατάσχεση μετοχίων και άλλων κτημάτων στο Άγιον Όρος…Τότε φαίνεται ότι και μέσα στην ίδια την ιερή χερσόνησο λεηλάτησαν και κατέστρεψαν μονές και έσφαξαν απελπισμένους φλογερούς μοναχούς, που θέλησαν να εμποδίσουν τις αυθαιρεσίες των Τούρκων. Ακόμη ο Σελίμ Β’ προβαίνει στην κατάσχεση εκκλησιών της Θεσσαλονίκης και αρπάζει κίονες από μερικές άλλες, από τον Αγ. Μηνά και από τους Αγ. Αγγέλους (την σημερινή Rotonda), για να τους χρησιμοποιήσει ασφαλώς σε τουρκικά οικοδομήματα. Επίσης στις 27 Ιανουαρίου 1570 οι ιεροσπουδαστές (σοφτάδες) των Σερρών πατούν το μοναστήρι του Τιμίου Προδρόμου και σκοτώνουν μερικούς μοναχούς» σ. 180
Μετά την ήττα των Τούρκων στην Ναύπακτο, στις Σέρρες «οι Τούρκοι λεηλάτησαν την μητρόπολή της και επτά άλλες εκκλησίες, ερήμωσαν την μονή του Προδρόμου, τα «προάστεια» και τα μετόχια. Τα λάφυρα, εκκλησιαστικά χειρόγραφα κλ., τα πουλούσαν έπειτα οι ίδιοι όπου μπορούσαν» σ. 181
Στα τέλη του 16ου αιώνα σε μια έκκληση κατοίκων της Βόρειας Ελλάδας προς τον πάπα Κλήμη Η’ αναφέρεται «…ο του Χριστού λαός, ο Θετταλίας, Ηπείρου τε και Μακεδονίας και σύμπασα εφεξής η Ελλάς και μυρίους υπέρ της πίστεως θανάτους υποστήσεται…» σ. 184
Ο παπα-Συνοδινός από τις Σέρρες περιγράφει στο χρονικό του ορισμένα συμβάντα μεταξύ 1598 -1642: «μας μιλεί για τους εκβιασμούς των Τούρκων σε βάρος των χριστιανών, που απέβλεπαν στην καταλήστευση ή στην εξόντωση ή και στον εξισλαμισμό τους. Έτσι βλέπουμε πολλούς απλούς ανθρώπους του λαού είτε να υποχωρούν και να λιποψυχούν, όπως π.χ. ο σκευοφύλακας Αμαριανός Τεμερούτογλου που ύστερα από άγριο ξυλοδαρμό αλλαξοπίστησε, είτε και να δείχνουν έναν ηρωισμό που προκαλεί βαθιά εντύπωση…μερικοί απ’ αυτούς φθάνουν ως και τη θυσία και θεωρούνται από τους συμπατριώτες τους μάρτυρες, όπως π.χ ο σκευοφύλακας Μανόλης Μποσταντζόγλου, ο Πάτρουλας, για τη θυσία του οποίου μας δίνει απλή και συγκινητική περιγραφή ο παπά Συναδινός: “…και είχαν δεμένα τα χέρια του, και αυτός· «μη με δένετε και εγώ μονάχος σεβαίνω εις την φλόγα» και έτζι αυτοθελήτως επήδησεν εις την φλόγα. Και τόσον έβαλαν περισσά ξύλα και κλιματσίδες και έστεκαν όλοι οι Τούρκοι τρογύρου, έως ου εκάηκεν όλος και δεν απόμεινεν ουδέ κόκκαλον από αυτόν. Και μετά ταύτα ήλθεν μέγας ανεμοστρόβιλος και εσκόρπισεν όλην την στάκτην και δεν έμεινεν τίποτες…» σ. 186
«Χαρακτηριστικό είναι (όπως γράφει ο Deshayes) ότι, αν επιχειρούσε κανείς στα 1621 να φθάση στην Θεσσαλονίκη ξεκινώντας από τις ηπειρωτικές ακτές και να διασχίση την σπαρμένη από βουνά Δυτική Ελλάδα, την γεμάτη από κλέφτες, θα έπρεπε να είναι βέβαιος ότι θα κινδύνευε να πέση στα χέρια τους» σ. 190
Στις πρώτες δεκαετίες του 17ου αιώνα στη Θεσσαλονίκη
«Πολλοί ιδίως είναι οι φόροι και οι άλλες οικονομικές επιβαρύνσεις που επιβάλλονται στους Εβραίους…γεγονός είναι ότι οι Εβραίοι την εποχή εκείνη περνούν δύσκολα χρόνια. Συνεχώς καταπιέζονται με έκτακτους φόρους και εισφορές ή και απαιτήσεις να παραδώσουν μεγάλες ποσότητες μάλλινων φασμάτων, ώστε πολλοί πλούσιοι έμποροι παίρνουν τα μάτια τους και φεύγουν προς τη Σμύρνη και αλλού» σ. 194
«Όταν στα 1666 περνούσε ο βεζίρης Αχμέτ Κιοπορυλής από την Θεσσαλονίκη (όπου έμεινε 11 μέρες) πηγαίνοντας για την Λάρισα και εκστρατεύοντας εναντίον της Κρήτης που αντείχε ακόμη, οι κάτοικοι τράβηξαν πολλά. «Τα όσα επέρασαν οι Χριστιανοί αδυνατώ γράψαι» σημειώνει σύγχρονος ανώνυμος από την Βέροια. Πολύ χαρακτηριστικός ιδίως είναι ο κατάλογος των ποικίλων φόρων που αναφέρει ότι έδιναν εκείνα τα χρόνια οι χριστιανοί. Και προσθέτει: “αυτά όλα τα έδωκαν οι χριστιανοί και αδυνάτησαν· καθ’ ημέραν φυλακισμένοι, υβρισμένοι, ονειδισμένοι, δαρμένοι και καθολικά πεθαμένοι· και ο Θεός να γένη ίλεως να μας λυπηθή να αγαθύνη τα έθνη τα καταπάνω μας”» σ. 198
«Σ’ ένα φιρμάνι κιόλας του 1635 αναφέρονται τα εξής για το βιλαέτι του Μοναστηρίου: “..Από τη ληστεία και την ανταρσία πολλοί ραγιάδες σκορπίζονται και οι κάτοικοι αφήνουν τις πόλεις και τα χωριά. Μετοικίζονται σε άλλες πόλεις και το βιλαέτι διαλύεται…”» σ. 199
«Κατά τη διάρκεια του αυστροτουρκικού πολέμου, αλλά και μετά τη συνθήκη του Passarowitz (1718) πολλοί Οθωμανοί λιποτάκτες εκτρέπονταν σε ληστείες και φόνους εντείνοντας έτσι την αναστάτωση μέσα στην αυτοκρατορία. Αλβανοί επίσης αρματολοί στην περιοχή Μοναστηρίου και Φλώρινας, καθώς και σε άλλα τμήματα της Ελλάδας, πρόβαιναν σε ποικίλες αδικίες και εκβιασμούς σε βάρος των ταξιδιωτών» σ. 263
Στις πεδιάδες της Θεσσαλονίκης και των Σερρών «Οι χωρικοί των παραπάνω περιοχών είτε μικροϊδιοκτήτες είτε καλλιεργητές των μεγάλων ιδιοκτησιών των Τούρκων αγάδων, επειδή απαγορευόταν η εξαγωγή σιτηρών, ήταν αναγκασμένοι να πουλούν τα προϊόντα τους στους Τούρκους αγάδες, οι οποίοι, όπως ήταν φυσικό, έβρισκαν κάθε μέσο να τους εκμεταλλευθούν, δηλαδή αγόραζαν το σιτάρι σε χαμηλές τιμές, για να το ξαναπουλήσουν έπειτα πολύ πιο ακριβά. Αυτός ήταν ο κύριος λόγος που η γεωργία δεν ήταν πολύ ανεπτυγμένη» σ. 267
Για τη Θεσσαλονίκη γράφει στα 1743 ένας Βενετός: «Είναι ανεκδιήγητες οι προσβολές που παθαίνουμε καθημερινά από τους αξιωματούχους του μολλά», γράφει στις 25 Ιουλίου 1743 ο Βενετός πρόξενος. Και στις 27 Φεβρουαρίου 1755· «…η διοίκησις της πόλεως ταύτης καταντά μέρα με τη μέρα χειρότερη….δεν υπάρχει άλλη δικαιοσύνη από την δύναμιν των γενιτσάρων και ο θεός να μας φυλάξη από τις απειλές τους» σ. 281
Κατά τη διάρκεια του ρωσσοτουρκικού πολέμου (1768-1774) «Ακολουθεί, κατά τον Μάιο του 1771, η στρατολογία 1500 γενιτσάρων…Οικονομικά επιβαρύνονται οι πιο πλούσιοι και οι Ντονμέδες» σ. 303
«Η φράση «κλαύσατε πάντες εσείς όπου έρχεσέσθε κατόπι μας», που βρήκα κάτω από μια μεγάλη «ενθύμηση» της 20ής Ιουλίου 1785 στο Μηναίον του Ιουλίου του ναού του Αγίου Αθανασίου της Σαμαρίνας και η οποία αναφέρεται στις επιδρομές των Αλβανών, φανερώνει όλη την στυγνή απελπισία και απόγνωση των κατοίκων της υπαίθρου για την φρικτή εκείνη εποχή» σ. 305
«Εξισλαμισμοί χριστιανών στην Δυτική Μακεδονία θα παρατηρήθηκαν ασφαλώς και κατά την διάρκεια του 18ου αι. και οφείλονται κυρίως στις δύσκολες συνθήκες, που είχαν δημιουργηθή στην ύπαιθρο εξ αιτίας τόσο των καταπιέσεων των μουσουλμάνων μπέηδων, όσο και από την έκρυθμη γενικά κατάσταση, που δημιουργήθηκε στην περιοχή αυτή εξ αιτίας των συνεχών ληστρικών επιδρομών αλβανικών στιφών» σ. 325
«Από την Κεντρική Μακεδονία το μόνο γνωστό παράδειγμα εξισλαμισμού κατοίκων είναι των Νοτίων. Οι βλαχόφωνοι κάτοικοι του χωριού αυτού… εξισλαμίστηκαν μόλις το 1759. Το χωριό αυτό, που είχε συνοικιστή κατά τις αρχές του 18ου αι., είχε απομείνει η μόνη χριστιανική νησίδα μέσα σε εξισλαμισμένους και εκτουρκισμένους πληθυσμούς. Γι’ αυτό υπέφεραν και τα πάνδεινα από τους κατακτητές και τους αρνησίθρησκους. Η κατάσταση αυτή έκαμψε την ψυχική αντίσταση του μητροπολίτη Μογλενών Ιωάννη, που είχε την έδρα του στα Νότια. Έτσι τα μεσάνυχτα του Μεγάλου Σαββάτου, ενώ η εκκλησία της Αγίας Παρασκευής αντηχούσε από το «Χριστός Ανέστη», ο μητροπολίτης τούς εξήγησε τους λόγους, για τους οποίους ήταν ανάγκη να προσέλθουν στον μουσουλμανισμό» σ. 328
Όταν ο Αλή πασάς επέκτεινε την κυριαρχία του στην κεντρική Ελλάδα «η προφορική παράδοση αναφέρει ότι πολλοί κάτοικοι του Λιτοχώρου, Κοκκινοπλού, Ραψάνης, Κρανιάς, Αγράφων, Αμπελακίων, Καρδίτσας, Τρικάλων, Νεβέσκας (Νυμφαίου), Βυσσόκας (Όσσας), Λιάλοβας, Μπέροβας, Νάουσας κ.ά., μετανάστευσαν και έμεναν οριστικά στην Νιγρίτα» σ. 477
Στην Επανάσταση του 1821, πέρα από τις γνωστές φρικαλεότητες που διέπραξαν κατά των άοπλων ελλήνων κατοίκων της Θεσσαλονίκης οι Οσμανοί, ο Αχμέτ μπέης κυριεύει, λεηλατεί και καίει τα Βασιλικά. «Τα ίδια κάνει στις 12 Ιουνίου [1821] στα ερημωμένα ελληνικά χωριά Καραμπουρνού και Μεσημέρι άλλο σώμα τουρκικού στρατού» (σ. 564)
Μετά την κατάληψη της Γαλάτιστας στις 16/6 «Ο στρατός του Αχμέτ λεηλατεί και διαρπάζει και τα χωριά ακόμη εκείνα, που δεν είχαν επαναστατήσει, όπως π.χ. το Ζαγκλιβέρι» σ. 564
«Πολλοί κάτοικοι έβρισκαν άσυλο στην Θεσσαλονίκη και από κει –ορισμένοι βέβαια – με χριστιανικά καράβια κατέφευγαν στα νησιά. Τότε, αναφέρεται, εξισλαμίστηκαν οι κάτοικοι τεσσάρων κωμοπόλεων, του Λαχανά, Κλέπε (Λευκοχωρίου), Γκιρμίτς (Κρυονερίου) και Φλαμούρ, αλλά οι περισσότεροι της τελευταίας προτίμησαν τον μαρτυρικό θάνατο. Ταυτόχρονα, γραφικά χωριά και ανθηρές κωμοπόλεις της Χαλκιδικής διαρπάζονται και καίονται. Οι Τούρκοι, που περίμεναν να συναντήσουν στον Πολύγυρο αντίσταση, τον βρίσκουν εγκαταλελειμμένο και τον καίουν….Η καταστρεπτική μανία των Τούρκων ξαπλώνεται και προς την άλλη ακτή του Θερμαϊκού, προς την κατεύθυνση του Κολυνδρού και της Κατερίνης. Τώρα καίονται τα ελληνικά χωριά και οι κωμοπόλεις και οι φλόγες τους φαίνονται από την Θεσσαλονίκη. Επίσης τα γύρω απ’ αυτήν χωριά ερημώνονται….Καραβάνια σκλαβωμένων γυναικών και παιδιών οδεύουν προς την Θεσσαλονίκη. Τα παζάρια της γεμίζουν από σκλάβους, που τους πουλούν από πέντε ως είκοσι τάλληρα τον ένα. Κερδοσκόποι αγοράζουν νεαρές Ελληνίδες που αργότερα τις μεταπουλούν στη Σμύρνη, απ’ όπου στέλνονται στα χαρέμια των μπέηδων και αγάδων της Βεγγάζης» σ. 565-6
«Ο Μπαϊράμ πασάς αναφέρει στον σουλτάνο τον απολογισμό των επιχειρήσεών του στην Κεντρική Μακεδονία…. “Εκκαθαρίζων από των τοιούτων ακαθάρτων στοιχείων και βδελυρών ερπετών την περιφέρειαν Θεσσαλονίκης επέδραμον μετά του γενναίου μου στρατού κατά των περιοχών Καλαμαριάς, Παζαρούδας, Σιδηρόπορτας, Πολυγύρου, Κασσάνδρας, Κίτρους και Κατερίνης, ένθα καταπολεμήσας τους απίστους τούτους εξώντωσα και απήλειψα από προσώπου γης 42 πόλεις και χωρία αυτών, συνωδά δε τω ιερώ φετφά αυτούς μεν τους ιδίους διεπέρασα εν στόματι ρομφαίας, τας γυναίακς και τα τέκνα τα εξηνδραπόδισα, τα υπάρχοντά των διένειμα μεταξύ των πιστών νικητών, τας εστίας δε αυτών παρέδωκα εις το πυρ και την τέφραν, ώστε φωνή αλέκτορος να μην ακούηται πλέον εις αυτάς”» σ. 567
Στις Σέρρες «Οι Τούρκοι…ξέσπασαν σε λεηλασίες, σφαγές και κάθε είδους αυθαιρεσίες στα χωριά των Σερρών, καθώς και στην μονή του Τιμίου Προδρόμου» σ. 567
Στις 30-10 οι Τούρκοι σπάζουν την ελληνική αντίσταση στην Κασσάνδρα «Ακολουθούν φόνοι, λεηλασίες, ανδραποδισμοί και ωμότητες σε βάρος των κατοίκων και των προσφύγων…Διακόσιες οικογένειες κατέφυγαν στα καράβια, που τις μετέφεραν κυρίως στην Σκιάθο, Σκόπελο και Σκύρο» σ. 572
Ο νικητής της Κασσάνδρας Μεχμέτ Εμίν πασάς «Στις αρχές του Δεκεμβρίου του 1821 γράφοντας από το στρατόπεδο της Κασσάνδρας προς τον ιεροδικαστή Βεροίας διατάζει τον γενικό εξοπλισμό των Τούρκων, την γενική καταγραφή των Ελλήνων και τον εφοδιασμό του καθενός με δελτία ταυτότητας. Στο εξής όποιος δεν θα είχε το σχετικό δελτίο θ’ αποκεφαλιζόταν και τα μέλη της οικογενείας του θα πουλιούνταν σαν σκλάβοι» σ. 585
Μετά την αποτυχία της επανάστασης στον Όλυμπο στις αρχές του 1822 «Τα χωριά της περιοχής Ολύμπου ως τις όχθες Πηνειού πυρπολήθηκαν και οι κάτοικοι διασκορπίστηκαν σε διάφορα μέρη» σ. 598
Μετά την άλωση της Νάουσας στις 22-4-1822 «στους αιχμαλώτους οι κατακτητές εφαρμόζουν αμέσως τις οδηγίες του ιερού φετφά του σεϊχουλισλάμη: κρεμούν ή σφάζουν τους άνδρες, ενώ τα γυναικόπαιδα τα κρατούν, για να τα πουλήσουν σαν σκλάβους…Κατόπιν βάζουν φωτιά στα χριστιανικά σπίτια της πόλης και γκρεμίζουν τα τείχη της» σ. 595
«Σχετικά με τις εκτελέσεις ύστερα από την κατάληψη της Νάουσας η παράδοση έλεγε τα εξής: ….Τα κορμιά των θυμάτων τα άφησαν βορά στα όρνια, αλλά τα κεφάλια, που τα διατήρησαν και τα βαλσάμωσαν με επιμέλεια, τα έστειλαν στον σουλτάνο σαν τεκμήριο και λαμπρή απόδειξη της νίκης του» σ. 597
«Τουρκικά επίσης αποσπάσματα ξεχύνονται στα γύρω χωριά (είτε είχαν είτε δεν είχαν πάρει μέρος στην ανταρσία), λεηλατούν τα σπίτια, που τα είχαν αφήσει οι τρομοκρατημένοι χωρικοί, και τα καίουν. Τα χωριά που καταστράφηκαν υπολογίζονται σε 50. Τα περισσότερα δεν ξανακατοικήθηκαν, αλλά έμειναν σωροί από πέτρες» σ. 597
«Όταν ο Μεχμέτ Εμίν γύρισε νικητής στην Θεσσαλονίκη, λέγεται ότι την ημέρα του Μπαϊραμιού συγκέντρωσε όλα τα αγόρια της Κασσάνδρας, της Νάουσας και των άλλων μερών και τα έκαμε περιτομή» σ. 596
«Τώρα φτάνουν στην Θεσσαλονίκη νέα καραβάνια σκλάβων γυναικόπαιδων. «Τα μάτια μας», γράφει ο ίδιος [Γάλλος] πρόξενος στην από 10 Μαΐου 1822 έκθεσή του, «είναι κουρασμένα από την όψη αυτών των άτυχων θυμάτων του πιο ελεεινού εμπορίου»…οι ωραίες γυναίκες και τα κορίτσια πωλούνταν στο Μποσνάκ χαν της Θεσσαλονίκης από 6000-8000 γρόσια…τα χαρέμια Θεσσαλονίκης, Σερρών, Δράμας, Καβάλας και πολλών άλλων τόπων είχαν γεμίσει….Επίσης στις αγορές της Θεσσαλονίκης εκποιούνταν σωροί από λάφυρα, ιδίως ασημένια και χρυσά…Τότε από την προσφορά τόσο έπεσε η τιμή των πολύτιμων μετάλλων, ώστε το δράμι του ασημιού πωλούνταν προς 6/40-7/70 του γροσιού, και του χρυσού προς 110/40-120/40, και μάλιστα δύσκολα βρίσκονταν αγοραστές. Απτό παράδειγμα της χαμηλής τιμής ήταν ότι η αγελάδα προσφερόταν με 5 μόνο γρόσια. Μετά το γυρισμό του στη Θεσσαλονίκη ο Μεχμέτ Εμίν εκτελεί παραπάνω από 60 άτομα, που είχαν σταλή στην πόλη ως αιχμάλωτοι» σ. 599-600
Ο παραπάνω «επεκτείνει το ληστρικό του σύστημα και στους Εβραίους…Έπιασε δυο από τους σημαντικούς τραπεζίτες τους και τους έριξε στις φυλακές για να τους εξαναγκάση να πληρώσουν τα ποσά που τους ζητούσε» σ. 602
«Εκτός από τις άλλες της επιπτώσεις η επανάσταση της Μακεδονίας είχε σημαντικές συνέπειες και στην δημογραφική σύνθεση του πληθυσμού της, κυρίως στις περιοχές όπου σημειώθηκαν στασιαστικά κινήματα. Πραγματικά, όχι μόνο οι φόνοι και οι εξανδραποδισμοί, αλλά και οι μετακινήσεις ολόκληρων πληθυσμών…εξασθένισαν την αριθμητική δύναμη του ελληνικού στοιχείου της Μακεδονίας….Στα κενά που δημιουργούνται εισρέουν είτε μουσουλμάνοι…είτε Σλάβοι χωρικοί· είτε και Εβραίοι» σ. 606
Στα 1825, λόγω της πολιορκίας του Μεσολογγίου «αισθητός είναι ακόμη και στη Μακεδονία ο αντίκτυπος των πολεμικών γεγονότων εμπρός στο Μεσολόγγι, οι επιβαρύνσεις των κατοίκων σε χρήμα και είδος…οι μετακινήσεις των χωρικών της περιοχής Φλώρινας εξ αιτίας των καταπιεστικών αυτών μέτρων» σ. 617
«Η Σιάτιστα, αποτέλεσε έναν ελκυστικό στόχο των τουρκαλβανικών στιφών δυο φορές, στα 1827 και 1830, οπότε επετέθηκαν εναντίον της με αρχηγούς τους Αλβανούς Ταφίλ Μπούζη και Ασλάν μπέη. Και τις δύο φορές όμως οι Αλβανοί αποκρούστηκαν αποτελεσματικά…» σ. 618
[Μεταφορά από το βιβλίο: Porta Aurea]
.