του Μανώλη Εγγλέζου-Δεληγιαννάκη
www.metotoufekikaitilyra.wordpress.com
Στις διεθνείς σχέσεις, οι αρχές υποχωρούν μπροστά στο συμφέρον. Αυτό είναι γνωστό, στην περίπτωση της Ελλάδας όμως πρέπει κάποιο σαν δει και πώς εννοείται το «συμφέρον». Στην αυτονόητη απάντηση ότι πρόκειται για το συμφέρον της χώρας, στο Ελληνικό υπόδειγμα προσφέρεται μια άλλη προσέγγιση: Συμφέρον για τις ελίτ που κυβερνούν είναι το συμφέρον των «συμμάχων» μας, που το υπαγορεύουν σε κυβερνήσεις που υπακούν.
Το παράδειγμα του σήριαλ των γαλλικών φρεγατών είναι χαρακτηριστικό: Σε μια συγκυρία όπου η άμυνα είχε εγκαταλειφθεί επί 15ετία (και λόγω των γερμανικών μνημονιακών απαιτήσεων και λόγω του εθνομηδενιστικού χαρακτήρα των κυβερνώντων) τη στιγμή που η Τουρκία έκανε άλματα στους εξοπλισμούς, οι φρεγάτες Μπελαρά συγκέντρωναν την καθολική αποδοχή των ειδικών για την ποιότητά τους. Πέραν αυτού, η Γαλλία πρότεινε και μιαν ευρύτερη συμφωνία που θα αμυντικής συνεργασίας, που καθιστούσε την επιλογή ακόμα πιο ελκυστική.
Κι όμως, το θέμα των φρεγατών σερνόταν για δύο τουλάχιστο χρόνια, καθώς στη λήψη της τελικής απόφασης έπρεπε να ληφθεί υπ’ όψη η αντίθεση της Πρεσβείας (μία είναι η πρεσβεία!), η οποία προωθούσε τις αμερικανικές φρεγάτες. Κι αν αυτή καλά έκανε, εμείς δεν είχαμε το δικαίωμα ούτε να καθυστερούμε, γιατί απέναντί μας έχομε μια Τουρκία που διεξάγει ήδη υβριδικό πόλεμο εναντίον μας, ούτε να επιλέξομε τις κατώτερες ποιοτικά φρεγάτες των ΗΠΑ. Φαινόταν πως θα πηγαίναμε τελικά στη λάθος επιλογή, ακριβώς γιατί δεν είχαμε δυνατότητα επιλογής.
Και τελικά πήραμε τις γαλλικές φρεγάτες, συνοδευόμενες με μια συμφωνία αμοιβαίας αμυντικής συνδρομής! Πριν συγχαρούμε όμως τις ελίτ που μας κυβερνούν, θα πρέπει να δούμε αν σε αυτές οφείλεται η επιτυχία τούτη. Η αλήθεια είναι ότι αυτό έγινε ως παράπλευρη συνέπεια της ευρύτερης συμφωνίας των Αγγλοσαξώνων (ΗΠΑ, Μ. Βρετανία, Αυστραλία) στον Ειρηνικό, που στοχεύει στην αντιμετώπιση της Κίνας και που προκάλεσε τη μήνι της Γαλλίας η οποία παρακάμφθηκε, υπέστη δε και απώλειες από ακύρωση παραγγελίας εξοπλισμών από την Αυστραλία. Η συμφωνία αυτή, που οδήγησε τη Γαλλία να ανακαλέσει και τους πρέσβεις της στις συμμάχους της αυτές, κατέληξε να δημιουργήσει μια καραμπόλα αλυσιδωτών συνεπειών, μια από τις οποίες είναι και η συμμαχία με τη Γαλλία, την οποία επέτρεψαν οι Αμερικάνοι προς κατευνασμό της.
Η συμμαχία αυτή ανταποκρίνεται στα αμοιβαία συμφέροντα των δύο χωρών στην παρούσα συγκυρία. Η Ελλάδα βρίσκεται σε διαρκή απειλή από την αναθεωρητική Τουρκία· η Γαλλία βλέπει την Τουρκία να εισβάλλει στο εσωτερικό της ως προβαλλόμενη ηγέτιδα δύναμη των Μουσουλμάνων που κατοικούν εκεί, να παρέχει κάλυψη στην ισλαμική τρομοκρατία εντός κι εκτός Γαλλίας, κι έχει τη βούληση να αναστρέψει την πορεία αυτή.
Και οι επιπτώσεις φτάνουν πολύ πιο μακριά: Διασπάται το ΝΑΤΟ, αφού η συμφωνία προβλέπει και συνδρομή σε πρόκληση από χώρα-μέλος του, δηλαδή την Τουρκία! Δημιουργεί μια δυναμική που εκτείνεται στην Ευρώπη, καθώς δημιουργεί έναν πόλο που μπορεί να αντιστρατευτεί την πολιτική της, ήδη δυσαρεστημένης, Γερμανίας, και μπορεί να προσελκύσει κι άλλες χώρες. Η δυναμική όμως εκτείνεται και πέραν της Ευρώπης, καθώς αφορά και την Ανατολική Μεσόγειο και επιρρωνύει την αντιτουρκική συσπείρωση χωρών της Μέσης Ανατολής και του Κόλπου, με προοπτική να εξαπλωθεί και στην ινδική υποήπειρο. Ο πρόσκαιρος προβληματισμός από την ενίσχυση της Τουρκίας μετά τη νίκη των Ταλιμπάν στο Αφγανιστάν αντικαταστάθηκε, χάρη στη συμφωνία, από την ενδυνάμωση των συνεννοήσεων με τις χώρες αυτές και την εμπέδωση μιας αποτρεπτικής στρατηγικής απέναντι στην Τουρκία στην Ανατολική Μεσόγειο.
Από σύμπτωση λοιπόν, η Ελλάδα βρέθηκε για πρώτη φορά μεταπολεμικά με χαλαρωμένο το σφιχτό εναγκαλισμό των ΗΠΑ (και δευτερευόντως της Γερμανίας). Στη συμμαχία με τη Γαλλία δεν έρχεται ως παρίας· είναι ο σύμμαχος που δίχως αυτόν δε μπορεί να αντιμετωπιστεί η Τουρκία, λόγω της γεωπολιτικής σημασίας της. Είναι, μαζί με την Κύπρο, στο κέντρο του αντιτουρκικού μετώπου, και αυτές που μπορούν, με την οριοθέτηση ΑΟΖ, να ακυρώσουν το δόγμα της Γαλάζιας Πατρίδας.
Σε μια συγκυρία λοιπόν που η Ελλάδα χρειάζεται χρόνο, η συμφωνία την ισχυροποιεί και της παρέχει περιθώρια να κινηθεί. Εδώ ξαναμπαίνουν και οι ευθύνες μας: Θα εκμεταλλευτούμε αυτή την ευκαιρία; Η χώρα πρέπει να δείξει βούληση και αποφασιστικότητα. Και ναι μεν κέρδισε κάποιαν ελευθερία κινήσεων έστω και από σπόντα, αλλά αυτή θα πρέπει να την επεκτείνει, στοχεύοντας σε πλήρη επιλογή κινήσεων και ανεξάρτητη πορεία. Κι αυτό δε γίνεται από τη μια μέρα στην άλλη, ούτε είναι εγγυημένο το αποτέλεσμα· το αντίθετο ισχύει, είναι πολύ εύκολο να ανατραπούν τα κέρδη αν δεν τα περιφρουρήσομε.
Η ισχυροποίηση της πατρίδας μας περνά όμως και από την παραγωγή και από τη δημογραφία. Οι φρεγάτες δε θα κατασκευαστούν στην Ελλάδα· αυτό δείχνει και πώς αντιλαμβάνονται οι ελίτ την οικονομία: με εισαγωγικό χαρακτήρα, δίχως τεχνογνωσία που θα μπορούσε να αποκτηθεί, δίχως αντισταθμιστικά οφέλη. Μια άλλη διαχείριση θα είχε φροντίσει για ρήτρες συμπαραγωγής. Θα είχε σχέδιο συνολικό για τη χώρα, που θα στόχευε στην αυτάρκεια σε όλους τους τομείς και τη στήριξη στις δικές μας δυνάμεις. Θα είχε λάβει μέτρα αντιστροφής της δημογραφικής κατάρρευσης. Αλλά οι ελίτ έχουν όρια που δε μπορούν να υπερβούν, ακόμα και όταν οι πάτρωνές τους επιτρέπουν μια στοιχειώδη ελευθερία.
Χρειαζόμαστε λοιπόν να πάρει ο λαός τις τύχες του στα χέρια του. Να χαράξει μια πολιτική με όραμα, να κινηθεί ισότιμα απέναντι στις γύρω του δυνάμεις, να φροντίσει τα δικά του συμφέροντα και όχι των ξένων. Χρειάζεται επομένως μια πατριωτική δημοκρατική αφύπνιση, που θα αναδείξει και το αντίστοιχο πολιτικό προσωπικό προς αντικατάσταση του υπάρχοντος…