Η απόφαση της φωτοφόρου Εξόδου συνοψίζεται στην φράση:
«εκείθε με τους αδελφούς, εδώθε με το Χάρο»
του Σπυρίδωνος Κ. Σούλη
Μετά από ένα έτος πολιορκίας, τα γεγονότα της οποίας μόνον με της Ψυχής τον σεβασμό δύνασαι να προσκυνήσεις, το Σάββατο του Λαζάρου οι πολιορκημένοι μετέλαβαν των Αχράντων Μυστηρίων από το χέρι του μετέπειτα Εθνομάρτυρος Επισκόπου Ρωγών Ιωσήφ. Ο Θεσσαλός ιεράρχης μαζί με τον Κοζανίτη Κασομούλη συνέταξαν το σχέδιο της Εξόδου, αρχίζοντας με τη φράση: Εις το όνομα της Αγίας, Ομουσίου και Αδιαιρέτου Τριάδος. Έκτοτε όλα τα συντάγματα του ελληνικού κράτους φέρουν ως προμετωπίδα στο προοίμιο την αυτή ευλογία.
Για τους λάτρεις της οικονομίας των αριθμών αναφέρουμε ότι από τους 11.000-12.000 μάχιμους και άμαχους του Μεσολογγίου, σώθηκαν περίπου 1.600 μαχητές, 300 άμαχοι και 13 γυναίκες. Πολλές γυναίκες και παιδιά, που είχαν πουληθεί σκλάβοι εξαγοράσθηκαν από την Πολιτεία και τους συγγενείς τους.
Τοπωνύμια όπως Κλείσοβα, Βασιλάδι, Ντολμάς, ονόματα όπως Νότης Μπότσαρης, Γρηγόριος Λιακατάς, Ιωάννης Σούκας, Νικόλαος Στουρνάρης, Δημήτριος Μακρής, Ανδρέας Ίσκος, Αθανάσιος Ραζηκότσικας, Λάμπρος Βέικος, Κώστας Λαγουμιτζής Χορμοβίτης, Μιχάλης Κοκκίνης, Εδ. Μάγερ και άλλοι πολλοί, ών ουκ έστι αριθμός, προσφέρονται στους νεοέλληνες την εποχή των μνημονίων, μεσ’ της Ψυχής την κιβωτό να ενσύψουν, ν’ αφουγκραστούν της ελευθερίας το κάλεσμα, τον οίνο της θυσίας να κοινωνήσουν και να πράξουν.
Χρόνοι πολλοί διαβήκαν έκτοτε, η μνήμη εξασθένησε, ο νούς ενδυναμώθη, θέριεψε η ισχύς του, εκάλυψε το νάμα της ψυχής και διεχωρίσθη. Τόποι ιεροί περιέπεσαν στην αφάνεια, ιδέες, έννοιες μεταλλάχθησαν, ως δεικνύει η σύγχρονη αγοραία νοηματοδότηση των λέξεων, αδιάψευστος μάρτυς γενικευμένης πλάνης.
Η Πατρίδα έγινε «οικόπεδο», η δημόσια περιουσία «φιλέτο», η έννοια του έθνους, ακόμη και η λεκτική σήμανσή του εχλευάσθη, εμισήθη, σχεδόν εξορίσθη. Οι ήρωες του αθάνατου ’21 κοινοί «κακοποιοί», οι άπληστοι κερδοσκόποι, επενδυτές, οι τοκογλύφοι επίσης. Ο ναός μετεγκαταστάθη στα χρηματιστήρια, όπου συνωθούνται οι πιστοί της «ελεύθερης» αγοράς. Η αρχαία ελληνική γλώσσα προσεφέρθη στα σχολειά, σε μετάφραση όμως. Και η μαθητιώσα νεολαία δεν άντεξε κι άλλη «ξένη» γλώσσα, δίπλα στα εγγλέζικα, τα γαλλικά, γερμανικά και αρνήθηκε τον Όμηρο, τον Θουκιδίδη, τον Ξενοφώντα, τον Πλάτωνα, τον Αριστοτέλη, τον Λυσία και τόσους άλλους, αμέτρητους. Το Μεσολόγγι ελησμονήθη, η Έξοδος περιορίσθη σε τοπική εορτή. Δεν υπήρχαν άλωστε και δάσκαλοι για να διδάξουν, ήταν απασχολημένοι με τα «ιδιαίτερα». Οι νεοέλληνες εμέθυσαν στην θέα του πλούτου, της «ευμάρειας», ζαλίστηκαν μες΄ την δίνη της κατανάλωσης, εδανείσθησαν ανάπτυξη, επιτήδεια κερδοσκόπησαν ο εις σε βάρος του έτερου, ομού σε βάρος της Πατρίδος. Και η Πατρίς, η μνήμη των Πατέρων, των Γεναρχών, των Μητέρων και αδελφών, η γη των συνελλήνων διολίσθησε σε χώρα, κατ’ αντιστοιχία με την έννοια της country, ήγουν χώρος διασκέδασης, κάτι σαν ύπαιθρος, εξοχή, όπου περιδιαβαίνει η ιδιοτέλεια περιστοιχιζόμενη από πλήθος πιστών κομματανθρώπων, επιχειρηματιών, μεταπρατών. Η ελληνική πολιτεία, η κοινωνία, η κοινότητα, εξέπεσαν σε Κράτος κομματικό, ήτοι μη εθνικό, καθότι τμήμα του όλου ελληνικού, και το έν τμήμα διεδέχετο το άλλο και το όλον λειψό από ζωωφόρον αίμα ελευθερίας, αρετής, ενότητος κι αλληλεγγύης διεμοιράσθη. Και επί των ιματίων έθεσαν κλήρον….
Κι όμως ο άγνωστος για γενιές μαθητών Παπαδιαμάντης στον Λαμπριάτικο Ψάλτη είχε εγκαίρως σημάνει:
«Το σημερινόν έθνος δεν επήγε, δυστυχώς, τόσον εμπρός, όσον λέγουν αυτοί. Το έθνος το Ελληνικόν, το δούλον τουλάχιστον, είναι ακόμη πολύ οπίσω, και το ελεύθερον δεν δύναται να τρέξει αρκετά εμπρός, χωρίς το όλον να διασπαραχθεί ως διασπαράσσεται, φευ! Ήδη. Ο τρέχων πρέπει να περιμένει και τον επόμενον, εάν θέλη να τρέχει· ο ελεύθερος πρέπει να βοηθεί τον δεσμώτην ή πρέπει να τον ανακουφίζη. Όσον παρέρχεται ο χρόνος, τόσον το ελεύθερον έθνος καθίσταται, οίμοι! ανικανώτερον, όπως δώσει χείρα βοηθείας εις το δούλον έθνος. Άγγλος ή Γερμανός ή Γάλλος δύναται να είναι κοσμοπολίτης ή αναρχικός ή άθεος ή οτιδήποτε. ¨Εκαμε το πατριωτικόν χρέος του, έκτισε μεγάλην πατρίδα. Τώρα είναι ελεύθερος να επαγγέλεται χάριν πολυτελείας την απιστίαν και την απαισιοδοξίαν. Αλλά ο Γραικύλος της σήμερον όστις θέλει να κάμη δημοσία τον άθεον ή τον κσμοπολίτην, ομοιάζει με νάνον ανορθούμενον επ’ άκρων ονύχων και τανυόμενον να φθάση εις ύψος και φανή και αυτός γίγας. Το Ελληνικόν Έθνος, το δούλον, αλλ’ ουδέν ήττον και το ελεύθερον έχει και θα έχη δια παντός ανάγκην της θρησκείας του.
Το επ’ εμοί, ενόσω ζω και αναπνέω και σωφρονώ, δεν θα παύσω πάντοτε, ιδίως δε κατά τάς πανεκλάμπρους ταύτας ημέρας, να υμνώ μετά λατρείας τον Χριστόν μου, να περιγράφω μετ’ έρωτος την φύσιν, και να ζωγραφώ μετά στοργής τα γνήσια Ελληνικά έθη. «Εάν επιλάθωμαί σου, Ιερουσαλήμ, επιλησθείη η δεξιά μου, κολληθείη η γλώσσα μου τώ λάρυγγί μου, εάν ου μή σου μνησθώ».
Καλή επ – Ανάσταση και καλό Πάσχα,
Σε όλους τους έλληνες στο πνεύμα και στην ψυχή απανταχού της γης.
Σπυρίδων Κ. Σούλης