Γράφει ο Ιωάννης Νεονάκης
Τά Χριστούγεννα πού μᾶς πέρασαν πήγαμε λίγες μέρες στά Χανιά. Ἐκεῖ ἐπισκέφτηκα τήν Ἱερά Μονή Χρυσοπηγῆς, ἡ ὁποία οὐσιαστικά εἶναι στά περίχωρα τῆς πόλης. Εἶναι γυναικεία Μονή ἀφιερωμένη στήν Παναγία Ζωοδόχο Πηγή. Μέ τήν Ἱερά Μονή εἶχε ἰσχυρούς πνευματικούς δεσμούς καί ὁ Ἅγιος Πορφύριος.
Ἡ Μονή ἔχει παράδοση στήν ἔκδοση ἐξαιρετικῶν βιβλίων μέ κορυφαῖο φυσικά τό «Βίος καί λόγοι» τοῦ Ἁγίου Πορφυρίου. Πρόσφατα, ἐξέδωσε καί τό «Συναξάρι τῶν Νέων Ἁγίων» ὅπου περιλαμβάνει δεκάδες νέους ἁγίους, οἱ ὁποῖοι ἀγιοκατατάχθηκαν τά τελευταῖα χρόνια. Φυλομετρώντας τό, στάθηκα ἔκπληκτος στήν σελίδα τοῦ Ἁγίου Μάρτυρος καί Ὁμολογητοῦ Ἰωάννου ἐκ Φινλανδίας, ὅπου ὑπῆρχε καί ἡ εἰκόνα του φιλοτεχνημένη ἀπό τό ἀγειογραφεῖο τῆς Μονῆς. Ὁ Ἃγιος ἦταν λαϊκός καί στήν εἰκόνα ἐμφανιζόταν μέ κουστούμι κρατώντας φυσικά καί τόν Σταυρό, ἔνδειξη τοῦ μαρτυρίου του. Στό παρελθόν εἶχα δεῖ εἰκόνες λαϊκῶν νεομαρτύρων ντυμένων μέ παραδοσιακές στολές, ἀλλά ἁγίους μέ κουστούμι, δηλαδή μέ ροῦχα πού ἔχω φορέσει καί ἐγώ, πρώτη φορά ἔβλεπα. Αὐτό ἦταν συγκλονιστικό γιά μένα.
Καί ἦταν συγκλονιστικό γιατί ἔφερνε τήν ἁγιότητα πολύ κοντά σέ μένα. Ἦταν αὐτή ἡ ἐγγύτητα τῆς ἁγιότητας πού μέ διαπερνοῦσε. Βλέποντας τίς συνήθεις ἁγιογραφίες μέ τά ράσα τῶν ἱερέων ἤ τῶν μοναχῶν, μέ τίς αὐτοκρατορικές ἐνδυμασίες τῶν ἁγίων αὐτοκρατόρων, ἤ ἀκόμα καί μέ τίς παραδοσιακές ἐνδυμασίες τῶν νεομαρτύρων ὑπῆρχε μιά ἀσυναίσθητη ἀπόσταση. Ἕνα ἀδιόρατο κενό. Ὡσάν ἡ ἁγιότητα νά μήν μέ ἀφοροῦσε ἄμεσα· ὡσάν ἡ ἁγιότητα νά εἶχε ἄλλες προϋποθέσεις· προϋποθέσεις ὑποστηριζόμενες ἀπό ἄλλους· ὡσάν ἐγώ νά μήν μποροῦσα· ὡσάν ἐγώ νά ἔπρεπε νά ἀλλάξω ὅλο τό πλαίσιο τῆς ζωῆς μου γιά νά τήν προσεγγίσω.
Τώρα ὅμως! Νά, τά ροῦχα εἶναι τά ἴδια μέ μένα! Τό καθημερινό πλαίσιο εἶναι τό ἴδιο μέ μένα! Οἱ προϋποθέσεις καί οἱ διαδρομές εἶναι κοινές. Ἁγιότητα within reach. Ἁγιότητα στά χέρια μου. Ἁγιότητα πού μέ ἀφορᾶ. Ἁγιότητα, ἴσως μπορῶ καί ἐγώ. Χαρά καί ἐλπίδα. Οἱ πολλοί δρόμοι. Ὁ Χριστός γιά ὅλους.
Κάτι παρόμοιο εἶχα αἰσθανθεῖ καί πρίν πολλά χρόνια ὅταν εἶχα πρωτοδεῖ τήν ταινιά «Ὁ τελευταῖος πειρασμός» μέ τήν ἐξαιρετική σκηνοθεσία τοῦ Μάρτιν Σκορτσέζε. Δέν θά σταθῶ στό ἄν ἦταν καλή ἤ κακή ἡ ταινία ἐκείνη, ἤ στό πλῆθος τῶν δογματικῶν της λαθῶν. Καί εἶχε ἀρκετά δογματικά λάθη ἡ ταινία. Θά σταθῶ μόνο στό γεγονός ὅτι εἶδα τότε μπροστά μου ἕναν ὁλοζώντανο Θεό σάν καί μένα, μέ σάρκα καί ὀστά, νά περπατάει, νά ντύνεται, νά τρώει, νά κουράζεται, νά πονάει. Γιά μένα πού φανταζόμουν ἕναν Θεό ἀπόμακρο, ἕναν Θεό ἀδιόρατο, ἦταν ἕνα γεγονός συγκλονιστικό.
Ὅπως συγκλονιστικό εἶναι ὅτι καί στήν Θεία Λειτουργία ἀλλά καί σέ ὅλα τά λειτουργικά κείμενα ἀπευθυνόμαστε στόν Θεό στό δεύτερο ἑνικό πρόσωπο. Ἐσύ. Στόν δημιουργό τοῦ παντός μέ τό δεύτερο ἑνικό πρόσωπο! Ἡ πατρική ἐγγύτητα! Τό μεγαλεῖο τῆς ἀγάπης Του! “Σοί μόνῳ ἁμαρτάνομεν, ἀλλά καί σοί μόνω λατρεύομεν”.
Αὐτές τίς σκέψεις εἶχα βλέποντας τήν εἰκόνα τοῦ Ἁγίου καί ἄρχισα λοιπόν μέ μεγάλη χαρά νά διαβάζω στό βιβλίο τήν σύντομη ἁγιογραφία του:
Ἅγιος Μάρτυς καί Ὁμολογητής Ἰωάννης ἐκ Φινλανδίας
Ἁγιοκατάταξη: 29 Νοεμβρίου 2018
Ἡμέρα μνήμης: 8 Μαρτίου
Ὁ ἄγιος μάρτυρας καὶ ὁμολογητής Ἰωάννης Κάρχαπεε γεννήθηκε το 1884 στήν Φινλανδία, σέ ἓνα χωριό κοντά στήν πόλη Ἴλομαντσι της Καρελίας, περιοχῆς ἐκ παραδόσεως Ὀρθόδοξης. Ήταν ἒγγαμος καὶ εἶχε ἕνα γιό.
Ἐμφορούμενος ἀπὸ εὐσέβεια καί ζῆλο γιά τὴν ἐν Χριστῷ ζωῄ καί μέ πόθο γιὰ τὸν εὐαγγελισμό τοῦ Λαοῦ τοῦ Θεοῦ, ἀκολούθησε παιδαγωγικές σπουδές καὶ ἐργάσθηκε ὡς δάσκαλος στό Ὀρθόδοξο Ἐκκλησιαστικό Σχολεῖο πού βρισκόταν στήν γενέτειρά του. Μαζί μέ τούς Πατέρες τῆς Ἱερᾶς Μονῆς τοῦ Νέου Βάλαμο, ὁ ἅγιος Ἰωάννης ἀνέλαβε ἱεραποστολική δράση γιά τήν στήριξη καί ἐνδυνάμωση τοῦ Ὀρθόδοξου ποιμνίου στήν εὐρύτερη περιοχή τῆς Καρελίας καὶ τὴν ἀποτροπή τῆς ἀφομοίωσης ἀπό τοὺς Λουθηρανούς τῆς Φινλαδίας. Ἡ βαθιά πνευματική του καλλιέργεια, σέ συνδυασμό μέ τό ἀγγελικό του παρουσιαστικό, τὸ ἀκέραιο ἦθος καί τὴν εὐγένεια τῆς ψυχῆς του, ἀλλά καί τό χάρισμα λόγου πού διέθετε, τόν ἔκαναν ἰδιαίτερα ἀγαπητό καί σεβαστό σε όλους.
Τὴν ἐποχή ἐκείνη ἡ Φινλανδία βρισκόταν ὑπό συνεχή ρωσική ἀπειλή καὶ ἦταν σέ μεγάλη έξαρση ὁ ἐθνικισμός. Αὐτοῦ θύμα ὑπῆρξε καὶ ὁ ἁγνός καὶ φωτισμένος διδάσκαλος. Λόγῳ τῆς Ὀρθόδοξης πίστης καὶ τῆς δράσης του ὁ ἅγιος Ἰωάννης θεωρήθηκε προδότης καὶ ἐχθρὸς τῆς πατρίδας. Τὸ ὄνομά του διασύρθηκε καί ἀπομακρύνθηκε βίαια ἀπὸ τὸ σχολεῖο ὅπου δίδασκε. Παρά τόν ἄδικο διωγμό πού ὑφίστατο, ὁ Ἅγιος άντιμετώπιζε τίς κατηγορίες μὲ ἀγάπη, ἀνεξικακία καὶ προσευχή γιά ὅσους τόν κατεδίωκαν.
Μετά τήν ἀνεξαρτησία τῆς Φινλανδίας, τὀν Δεκέμβριο τοῦ 1917, καί τὸν ἐμφυλιο πόλεμο ποὺ ἀκολούθησε, τὸν Ἰανουάριο τοῦ 1918, τό μίσος καὶ τὰ πάθη φούντωσαν ἀκόμη περισσότερο. Τόν Μάρτιο τοῦ ἲδιου ἒτους μετά τόν κυριακάτικο ἐκκλησιασμό, ὁ ἄγιος Ἰωάννης συνελήφθηκε μαζί μὲ τὸν ἀδελφό του Γιάακο. Ὁδηγήθηκαν στό Γιόενσου, ὃπου φυλακίσθηκαν στό ὑπόγειο τοῦ Δημαρχείου τῆς πόλης. Ἐκεῖ, στἰς 8 Μαρτίου 1918, ὁ Άγιος ἐκτελέσθηκε χωρίς νά προηγηθεῖ δίκη. Ἦταν μόλις τριάντα τεσσάρων χρονῶν. Ὁ ἀδελφός του ἀπελευθερώθηκε μερικούς μῆνες ἀργότερα.
Τό μαρτυρικό σκήνωμά του ἐνταφιάσθηκε στό κοιμητήριο Κόκονιεμι, στό Ἲλομαντσι. Τα πάθη καὶ τὸ μίσος ἀκόμη καὶ μετὰ τὴν κοίμησή του δέν ἔπαυσαν νὰ τὸν καταδιώκουν. Τό μνῆμα του βεβηλώθηκε δύο φορές καὶ ἡ ταφόπλακα ποὺ τὸ σκέπαζε ρίχθηκε στήν λίμνη. Στήν συνείδηση ὃμως τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ, ὁ μάρτυρας καὶ ὁμολογητής Ἰωάννης πάντοτε έτιμᾶτο ὡς Ἃγιος.
Ἅγιε Ἰωάννη πρέσβευε ὑπέρ ἡμῶν!